Τόποι V
Γενέθλιοι τόποι
«Μου είχε έρθει όχι σαν ξαφνική επιφώτιση, αλλά με μια σταδιακή σιγουριά, μια αίσθηση νοήματος που έμοιαζε με μια αίσθηση τόπου. Όταν δίνεις τον εαυτό σου σε τόπους, σου δίνουν πίσω τον εαυτό σου. Όσο περισσότερο τους γνωρίζει κανείς, τόσο περισσότερο τους σπέρνει με μια αόρατη σοδειά αναμνήσεων και συνειρμών που θα σε περιμένουν όταν επιστρέψεις, ενώ νέοι τόποι προσφέρουν νέες σκέψεις, νέες δυνατότητες. Η εξερεύνηση του κόσμου είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους εξερεύνησης του νου, και περπατώντας ταξιδεύεις και στα δύο εδάφη». Rebecca Solnit
«Κυρά Μονοβασιά μου, πέτρινο καράβι μου. Χιλιάδες οι φλόκοι σου και τα πανιά σου. Κι όλο ασάλευτη μένεις να με αρμενίζεις μες στην οικουμένη» Γιάννης Ρίτσος
Η σημερινή ανάρτηση φιλοξενεί μερικά νέα σχέδια τόπων συνοδευόμενα από κάποια μικρά κείμενα και ποιήματα.
Στίχοι του ποιητή Γιάννη Ρίτσου όπου αποτυπώνει την εικόνα του βράχου, τον γενέθλιο τόπο:
«Μονοβασιά»
«Ο βράχος. Τιποτ’ άλλο. Η αγριοσυκιά κι η σιδερόπετρα.
Πάνοπλη Θάλασσα. Καθόλου χώρος για γονυκλισία.
Έξω απ’ την πύλη του Ελκομένου πορφυρό πορφυρό μέσα στο μαύρο.
Οι γριές με τα καζάνια τους λευκαίνοντας το πιο μακρύ φαντό της ιστορίας περασμένο σε κρίκους
απ’ τις σαράντα τέσσερις βυζαντινές καμάρες.
Ο ήλιος αμείλιχτος φίλος με το δόρυ του κατάντικρυ στα τείχη
και ο θάνατος απόκληρος μέσα σ’ αυτή την τεράστια φωταψία
όπου οι νεκροί διακόπτουν κάθε τόσο τον ύπνο τους
με κανονιές και σκουριασμένους φανοστάτες, ανεβοκατεβαίνοντας
σκαλιά και σκαλιά σκαλισμένα στην πέτρα….»
«Πήγε να πάρει τους δικούς του να κάνουν έναν γύρο στο χωριό. “Να γνωρίσετε τον τόπο μας”, είπε με πάθος στα παιδιά. Μήπως θα έπρεπε να πω τον τόπο μου; Διερωτήθηκε. Τον τόπο ΜΟΥ; Αναρωτήθηκε για δεύτερη φορά και βυθίστηκε σε σκέψη». Δέσποινα Καιτατζή-Χουλιούμη
«Ο γενέθλιος τόπος του καθενός, είναι η συναισθηματική πρωτεύουσα όλης της ζωής του. Διότι εκεί ζει τα θεμελιακά παιδικά και εφηβικά του χρόνια, κατά κανόνα, και εκεί αποκτά για πρώτη φορά αίσθηση του εαυτού, του άλλου, της οικογένειας, της γειτονιάς, της γλωσσούς της θάλασσας, του ορίζοντα του ανοιχτού κι όλα αυτά είναι πρωτόγνωρες εμπειρίες για το άτομο….. ». Ιωάννα Καρυστιάνη
«Ο γενέθλιος τόπος καθορίζει τις εικόνες που μας συγκροτούν. Που αναδύονται άθελά μας από το ασυνείδητο και κατατίθενται, μερικές φορές, ηθελημένα στο συνειδητό ως σήματα που οριοθετούν το διάβα μας στη ζωή. Γιατί έτσι μόνο μπορούμε να (ανα)συνθέσουμε την προσωπική και τη συλλογική ιστορία μας, να χτίσουμε το παρόν μας μέσα από το παρελθόν». Λήδα Καζαντζάκη
Τέλος, δυο αποσπάσματα από το πολύ πρόσφατο βιβλίο του Πέτρου Τατσόπουλου (εκδόθηκε μόλις αυτόν τον μήνα) που διάβασα αυτές τις μέρες:
«Η αγριότητα είναι πολλές φορές κάτω από το δέρμα, είναι υποδόρια. Εάν περιηγηθείτε αυτή τη στιγμή στο διαδίκτυο. Θα δείτε παντού, θα σκοντάψετε πάνω σε θύλακες μισαλλοδοξίας. Η μισαλλοδοξία είναι μια τόσο όμορφη ελληνική λέξη για να αποτυπώσει κάτι τόσο αποκρουστικό: το μίσος για τον αλλόδοξο, το μίσος για την δόξα του άλλου, το μίσος για την πίστη του άλλου. Βρίθει αυτή τη στιγμή το διαδίκτυο από φονταμενταλιστές κάθε είδους. Δεν έχει σημασία αν είναι χριστιανοί, αν είναι μουσουλμάνοι ή αν είναι εβραίοι. Είναι διαχειριστές οργής, μίσους και αυτοί οι άνθρωποι ψάχνουν, πέρα από το να οικοδομούν, να χαλκεύουν ολόκληρες συκοφαντικές κατηγορίες για ομάδες ανθρώπων με τις οποίες δεν συμφωνούν, προσπαθούν να βρουν κάθε χαραμάδα στο νομοθετικό πλαίσιο, ώστε από εκεί να μπορέσει να περάσει η μισαλλοδοξία…… Τελειώνω με μια παρατήρηση. Η Πολιτεία δεν μπορεί και δεν πρέπει να συμμετάσχει σ’ αυτό το παιχνίδι της μισαλλοδοξίας από οποιαδήποτε πλευρά (σελ. 101).
Το παρακάτω απόσπασμα που αναφέρεται στον διαφωτισμό το αφιερώνω στον Δ.Λ.
«Οι επίγονοι των διαφωτιστών» έγραφα στα Νέα τον Οκτώβριο του 2020……… καγχάζουν ότι το κίνημα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, που εκδηλώθηκε στη Γαλλία κατά τα μέσα του 18ου αιώνα – με κύριους εκφραστές τους περίφημους ‘Εγκυκλοπαιδιστές’ -από τη δύσμοιρη τη σκλαβωμένη Ελλάδα ‘πέρασε και δεν ακούμπησε’. Εάν κρίνουμε εκ του αποτελέσματος, οι επίγονοι των διαφωτιστών έχουν δίκιο: αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στους πηχυαίους τίτλους ενός αξιοθρήνητου μεγάλου μέρους των εντύπων και ηλεκτρονικών Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας προκειμένου να διαπιστώσουμε ότι σε επίπεδο, ποιότητα κι επιχειρηματολογία πνευματικού διαλόγου, λίγα πράγματα έχουν αλλάξει από τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Εάν σταθούμε όμως στα ιστορικά γεγονότα, θα δούμε ότι οι έλληνες διαφωτιστές δεν παραδόθηκαν αμαχητί. Έδωσαν μια λυσσασμένη μάχη εναντίον των σκοταδιστών και, εάν τελικά την έχασαν, δεν την έχασαν στο πεδίο των ιδεών (εκεί κανένας στις μέρες μας, με στοιχειωδώς σώας τας φρένας, δεν αμφισβητεί την απόλυτη επικράτηση τους). Την έχασαν στο πεδίο της εξουσίας – συνεπακόλουθα της γενικής παιδείας και της κοινωνίας» (σελ. 285).