Συνέχεια από την ανάρτηση της 30/9/2021
Λανθασμένες αντιλήψεις και η δυνατότητα αλλαγής
«Το να υπάρχεις σημαίνει να αλλάζεις, να αλλάζεις σημαίνει να ωριμάζεις, να ωριμάζεις σημαίνει να συνεχίζεις ασταμάτητα να δημιουργείς τον εαυτό σου» Henri Bergson
«Η πρόοδος είναι αδύνατη χωρίς αλλαγή, και όσοι δεν μπορούν να αλλάξουν γνώμη δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτα» George Bernard Shaw
«Καθώς κάθε αλλαγή πρέπει να ξεκινήσει κάπου, το άτομο είναι αυτό που θα την βιώσει και θα την φέρει εις πέρας. Η αλλαγή πρέπει πράγματι να ξεκινήσει από ένα άτομο. μπορεί να είναι κάποιος από εμάς. Κανείς δεν έχει την πολυτέλεια να κοιτάξει γύρω και να περιμένει κάποιος άλλος να κάνει αυτό που δεν θέλει να κάνει ο ίδιος. Αλλά επειδή φαίνεται ότι κανείς δεν ξέρει τι να κάνει, αξίζει τον κόπο, για τον καθένα από εμάς, να αναρωτηθεί αν τυχόν το ασυνείδητό του / της μπορεί να γνωρίζει κάτι που θα μας βοηθήσει … » (Από το βιβλίο Ο Άνθρωπος και τα Σύμβολά του – Carl Gustav Jung, 2012)
Μια ακόμη εσφαλμένη αντίληψη αφορά την δυνατότητα ή μη των ανθρώπων ν’ αλλάξουν στην ενήλικη ζωή. Η δυνατότητα μεταμόρφωσης και αλλαγής είναι συνήθως εκεί και το πιο σημαντικό ερώτημα που πρέπει να μας απασχολεί είναι πώς μπορούμε να υποστηρίξουμε αυτήν τη δυνατότητα στον εαυτό μας και στους άλλους. Έρευνες έχουν δείξει ότι μέσω διαφόρων πρακτικών και διαδικασιών οι άνθρωποι μπορούν να θεραπευτούν από τραύματα ή να μειώσουν τις μετά-τραυματικές επιδράσεις και / ή να υιοθετήσουν νέες συμπεριφορές και τρόπους σκέψης και ύπαρξης. Μέσω περιβαλλοντικών αλλαγών, συγκεκριμένων παρεμβάσεων και εσωτερίκευσης θετικών εμπειριών μπορούν να λάβουν χώρα μέσα μας πιο διαρκείς αλλαγές καθώς ιδιότητες όπως η ανθεκτικότητα κι άλλες θετικές ψυχολογικές καταστάσεις μπορούν να γίνουν πιο μόνιμα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μας.
Γνωρίζουμε επίσης τώρα ότι η νευροπλαστικότητα που είναι η ικανότητα του εγκεφάλου να μεταμορφώνει τη φυσιολογία του, συνεχίζεται καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής μας και δεν σταματά μετά την εφηβεία, όπως πιστεύαμε. Αυτό επιτρέπει την πραγματοποίηση αλλαγών καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Η πρώιμη έρευνα του Paul Bach-y-Rita έδειξε ότι σε περιπτώσεις εγκεφαλικής βλάβης ή απώλειας ικανοτήτων ο εγκέφαλος μπορεί να αναδιοργανωθεί. Έκτοτε διαπιστώθηκε ότι ο εγκέφαλος είναι ικανός για μαζική επανακαλωδίωση ως απόκριση σε τραυματικές εμπειρίες και όχι μόνο. Μια πολύ γνωστή μελέτη που διεξήχθη από τη νευροεπιστήμονα, Eleanor Mcguire, η οποία μέτρησε τη φαιά ουσία των οδηγών ταξί του Λονδίνου πριν και μετά τις εξετάσεις απόκτησης επαγγελματικής άδειας, διαπίστωσε ότι ο ιππόκαμπος τους είχε αυξηθεί σημαντικά αφού πλέον είχαν μάθει να περιηγούνται τους χιλιάδες δρόμους του Λονδίνου. Οι επιστήμονες έχουν επίσης διαπιστώσει ότι μπορούμε να καλλιεργήσουμε επιθυμητά χαρακτηριστικά. Επίσης, έχει πλέον διαπιστωθεί ότι οι πρακτικές διαλογισμού δημιουργούν θετικές αλλαγές στον εγκέφαλο. Η Sara Lazar, καθηγήτρια και ερευνήτρια, για παράδειγμα, μέτρησε τον όγκο των εγκεφαλικών κυττάρων της αμυγδαλής των συμμετεχόντων σε έρευνα της πριν και μετά από ένα δίμηνο μάθημα διαλογισμού και ανακάλυψε ότι είχε μειωθεί σε μέγεθος, γεγονός που συσχετίζεται με τις αναφορές μείωσης άγχους από τους συμμετέχοντες. Σε σχέση με τις κακές συνήθειες και τους εθισμούς, ο Dr Judson Brewer, ψυχίατρος και νευροεπιστήμονας, προτείνει ότι η ενσυνειδητότητα (practice of mindfulness) μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να κατανοήσουν τους μηχανισμούς των συνηθειών και εθισμών και να τους διακόψουν. Ο εγκέφαλός μας είναι καλωδιωμένος ν’ απομακρύνεται από δυσάρεστες αισθήσεις και συναισθήματα και να αναζητά αντιπερισπασμούς με τη μορφή ουσιών, τροφής, σχέσεων και δραστηριοτήτων. Πολύ συχνά έχουμε επιζήμιες συνήθειες για τον εαυτό μας και τους άλλους, όπως το κάπνισμα, το υπερβολικό φαγητό, το ποτό, την κατάχρηση ουσιών, τα τυχερά παιχνίδια ή κακοποιητικές ή δυσλειτουργικές συμπεριφορές, κλπ, χωρίς κατ’ ουσίαν να έχουμε πλήρη επίγνωση των κινητήριων ή υποκείμενων υποσυνείδητων δυνάμεων που μας ωθούν σε αυτές. Καλλιεργώντας το ενδιαφέρον και την περιέργεια μέσω της ενσυνειδητότητας, μπορούμε να διευκολύνουμε την διαδικασία αντιμετώπισης εθισμών ή απελευθέρωσης από κακές συνήθειες.
Μιαν άλλη λανθασμένη αντίληψη που συναντά κανείς συχνά είναι ότι χωρίς πόνο δεν μπορούμε να μάθουμε ή να αναπτυχθούμε. Ωστόσο, αυτή η επικρατούσα θεωρία που υποστηρίζει ότι χωρίς πόνο δεν υπάρχει κέρδος ή ανάπτυξη (theory of no pain, no gain) συχνά δικαιολογεί τα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά συστήματα που νομιμοποιούν ή υποθάλπουν τον επιθετικό ανταγωνισμό, τη δυστυχία και την αδικία και μεταθέτουν την ευθύνη στο προσωπικό πεδίο μόνο, και κατά κάποιον τρόπο απενοχοποιούν κακοποιητικές και τοξικές συμπεριφορές σε κοινωνικά πλαίσια. Και πιθανότατα θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε τις ρίζες αυτής της εσφαλμένης αντίληψης σε διαφορετικές πολιτισμικές και θρησκευτικές παραδόσεις. Στο podcast, ο Forrest Hanson λέει ότι είναι σοφό όταν συναντάμε ανάλογες δηλώσεις ή θεωρίες να εμβαθύνουμε στις πολιτισμικές αφηγήσεις ή ατζέντες που η άποψη αυτή προωθεί για να καταλάβουμε αυτό που έμμεσα και σιωπηρά υποστηρίζεται. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να πω ότι σαφώς μπορεί να υπάρξει μετά-τραυματική ανάπτυξη και ίσως υπάρχουν ορισμένες περιοχές ή επίπεδα επίγνωσης που μπορεί να μην είναι εύκολο να προσεγγίσουμε χωρίς την εμπειρία βαθιάς απώλειας, όπως το να γνωρίσουμε τα βάθη της ανθεκτικότητάς μας ή τις πιο μύχιες περιοχές του ψυχικού μας κόσμου. Όμως αυτού του είδους η ωρίμανση και ανάπτυξη πάντοτε έρχεται μετά την επεξεργασία της απώλειας και του πόνου και την έξοδο στην άλλη πλευρά της αντιξοότητας. Στην πραγματικότητα είναι το αποτέλεσμα της διερεύνησης, της επούλωσης και της δημιουργίας νοήματος και όχι του τραύματος ή της απώλειας καθ’ εαυτό. Η μετά-τραυματική ανάπτυξη προκύπτει μόνο μετά τη συμμετοχή μας σε αυτήν τη διαδικασία. Ωστόσο, ο Rick Hanson, PhD, σημειώνει ότι ένα ερώτημα που πρέπει πάντα να θέτουμε είναι αν θα μπορούσαμε να έχουμε αναπτυχθεί ψυχολογικά, να γίνουμε σοφότεροι ή να απελευθερώσουμε τις ανθρώπινες δυνατότητες μας και χωρίς τραύμα, πόνο ή τιμωρία. Για παράδειγμα, η τιμωρία στην παιδική ηλικία μπορεί να δημιουργήσει μια συγκεκριμένη επιθυμητή συμπεριφορά, αλλά με ποιο κόστος; Η έρευνες έχουν δείξει ότι η σωματική τιμωρία, για παράδειγμα, στην παιδική ηλικία έχει παρόμοια αποτελέσματα με άλλες δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας (adverse childhood experiences /ACEs).
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για τους περισσότερους ανθρώπους στον πλανήτη πολλοί πόνοι, τραύματα, αδικίες και απώλειες δεν θα φέρουν κανένα όφελος ούτε θα έχουν την ευκαιρία να λάβουν μέρος σε θεραπευτικές διαδικασίες που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη και τον μετασχηματισμό ή εξάχνωση (sublimation) του πόνου σε κάτι θετικό. Στην περίπτωση αυτή η εξάχνωση μπορεί να είναι απλά η επιμονή του ατόμου να επιβιώσει και να συνεχίσει παρά τις δυσκολίες. Είμαστε ως είδος εγγενώς ευάλωτοι, αρρωσταίνουμε, χάνουμε ανθρώπους και πράγματα, μας κακομεταχειρίζονται και μας καταπιέζουν, γερνάμε και τελικά πεθαίνουμε. Και ο κόσμος δεν είναι ένας κήπος με τριαντάφυλλα. Υπάρχει πολλή αδικία, σκληρότητα, επιθετικότητα και καταπιεσμένη δημιουργικότητα και αυθεντικότητα, αλλά το να είναι κανείς ανθεκτικός και το να έχει υποστηρικτικά πλαίσια και πόρους μπορεί να συμβάλλουν στην ικανότητα κάποιου να βρει ή να αγωνιστεί για δικαιοσύνη, καλοσύνη, ειρήνη, συμπόνια, δημιουργία και μια καλύτερη ζωή. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι καλά υποστηρικτικά εκπαιδευτικά και θεραπευτικά πλαίσια είναι εκείνα που εξοπλίζουν τους ανθρώπους με την εμπιστοσύνη και τα εργαλεία για να αναζητήσουν και να δημιουργήσουν το καλό σ’ έναν ατελή κόσμο και να ανακάμψουν από τις αντιξοότητες. Η Joanne Greenberg σχετικά με αυτήν την υποστήριξη γράφει στο μυθιστόρημα της Ποτέ δεν σου υποσχέθηκα έναν κήπο με τριαντάφυλλα, «Ποτέ δεν υποσχέθηκα έναν κήπο με τριαντάφυλλα. Ποτέ δεν υποσχέθηκα τέλεια δικαιοσύνη […] και ποτέ δεν σας υποσχέθηκα ειρήνη ή ευτυχία. Η βοήθειά μου είναι ώστε να είστε ελεύθεροι να πολεμήσετε για όλα αυτά τα πράγματα».
Γνωρίζουμε επίσης ότι η ανάπτυξη ψυχολογικών δυνάμεων επιτυγχάνεται κυρίως μέσω συχνών θετικών και επιβραβευτικών εμπειριών. Ο Rick Hanson προτείνει ότι ο πρωταρχικός δρόμος για την ανάπτυξη είναι να έχουμε θετικές και ουσιαστικές εμπειρίες των ιδιοτήτων που θέλουμε να αναπτύξουμε. Πολλοί από εμάς δεν θα διανοούμαστε να προκαλέσουμε πόνο στα παιδιά μας προκειμένου να καλλιεργήσουμε ανθεκτικότητα κι άλλες θετικές ιδιότητες ούτε θα κλειδώναμε τις δυνατότητές τους μέσω τραυματισμών κι αρνητικών μηνυμάτων, ώστε να δημιουργήσουμε ευκαιρίες για ανάπτυξη μέσω του πόνου αργότερα. Η καλλιέργεια της αυθεντικότητας και η τακτική της θετικής ενίσχυσης (positive reinforcement) φαίνεται να είναι πιο παραγωγικές και λιγότερο τραυματικές τακτικές. Και σε κάθε περίπτωση η ζωή δεν αφήνει κανέναν αλώβητο και περιλαμβάνει δυσκολίες και αβεβαιότητα και απώλεια σε κάποιο βαθμό για όλους, οπότε δεν χρειάζεται να υποστηρίξουμε θεωρίες όπως χωρίς πόνο δεν έχουμε όφελος ή ότι οι ισχυροί άνθρωποι θεραπεύονται κι αναρρώνουν μόνοι τους. Μια από τις αγαπημένες μου ηθοποιούς, η Λιβ Ούλμαν, λέει «Κανείς δεν είναι ένα συμπαγές κομμάτι αρμονίας. Όλοι φοβόμαστε κάτι ή αισθανόμαστε περιορισμένοι σε κάτι. Όλοι χρειαζόμαστε κάποιον για να μιλήσουμε. Θα ήταν καλό να μιλούσαμε μεταξύ μας, όχι απλώς ψιλοκουβέντες (άλλα ντ’ άλλων), αλλά πραγματική κουβέντα. Δεν πρέπει να φοβόμαστε, γιατί στους περισσότερους ανθρώπους αρέσει πολύ αυτή η επαφή που δείχνεις ότι είσαι ευάλωτος, τους κάνει ελεύθερους να είναι και οι ίδιοι ευάλωτοι. Είναι πολύ πιο εύκολο να είμαστε μαζί όταν πετάμε τις μάσκες μας». Ένας εναρμονισμένος άλλος που έχει την ικανότητα να ακούει βαθιά, χωρίς κρυφές ατζέντες, εκτός από τη διευκόλυνση της ανάπτυξης του άλλου, μπορεί να κάνει τη διαφορά, να βοηθήσει στην ανάκαμψη και στην ανάπτυξη, και επίσης, να επιταχύνει το ταξίδι ή την διαδικασία μέσω της παροχής καθοδήγησης, εργαλείων και γνώσεων. Μέσα από θεραπευτικές διαδικασίες μπορούμε να αποφορτιστούμε από τις αποσκευές που διαφορετικά θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε ως τους τάφους μας με όλες τις συνοδευτικές δυσκολίες και ταλαιπωρίες. Αν ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στην συλλογική ανθρώπινη ιστορία μας θα βρούμε μια δεξαμενή συλλογικού παραλογισμού, βίας και τραύματος σε βάθος χρόνου. Μια αιτία αυτής της συνεχιζόμενης βίας και παραλογισμού από γενιά σε γενιά είναι ότι αυτό που δεν αντιμετωπίζουμε ή δεν θεραπεύουμε συχνά το προβάλλουμε και το επιβάλλουμε στους άλλους.
Οπότε ας έρθουμε και στο θέμα της καλής θεραπείας, στα πρώτα podcasts ο Rick Hanson προτείνει ότι «μερικές φορές είναι χρήσιμο να πάμε σε κάποιον που δεν έχει συμφέρον για κάποιο συγκεκριμένο αποτέλεσμα, ο οποίος περιορίζεται από πολλούς, πολλούς επαγγελματικούς κανονισμούς και πρότυπα, και επίσης έχει εκπαιδευτεί σε μια ποικιλία δεξιοτήτων». Θα προσθέσω επίσης ότι είναι σημαντικό για τους παρόχους θεραπευτικών υπηρεσιών να έχουν επίσης κάνει τη δική τους εσωτερική εργασία και θεραπεία, προκειμένου να έχουν επίγνωση των δικών τους αποσκευών, τυφλών σημείων και σημείων ενεργοποίησης (trigger points), και να είναι σε θέση να διακρίνουν καλύτερα πότε βρίσκονται στο παρόν και πότε μπορεί να έχουν παρασυρθεί (hijacked) από τη δική τους παρελθοντική εμπειρία, τυχόν συμφέροντα και προκαταλήψεις. Επίσης, τα περισσότερα εκπαιδευτικά πλαίσια και προγράμματα κατάρτισης απαιτούν ολοκλήρωση ορισμένης ποσότητας θεραπείας. Τα θεραπευτικά επαγγέλματα είναι ένας από τους τομείς εργασίας όπου ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία που έχει κανείς στη διάθεσή του είναι η δική του αυτογνωσία. Η ακεραιότητα είναι ένας άλλος μεγάλος παράγοντας, καθώς και το να είναι κανείς ανοιχτός σε νέα μάθηση και νέους τρόπους ανάγνωσης και διαχείρισης θεμάτων. Τα καλά θεραπευτικά πλαίσια πρέπει να περιλαμβάνουν ψυχο-εκπαίδευση, να υπάρχει ενημέρωση για τις δυναμικές του τραύματος (be trauma informed), να διευκολύνουν τις μικρές αφυπνίσεις των συμμετεχόντων και να μην γίνονται διαδικασίες περαιτέρω ταφής υλικού ή επανατραυματισμού. Θα πρέπει πάνω από όλα να είναι μια συν-εποικοδομητική εμπειρία ανάπτυξης μέσα σε ασφαλή πλαίσια.
Επίσης, προτείνεται στο podcast ότι στα καλά θεραπευτικά πλαίσια δεν ξεριζώνουμε «το κάκαρο από την πληγή» και ότι η αρχική φάση θα πρέπει να περιλαμβάνει την εκτίμηση της αξίας των αμυντικών ψυχολογικών προσαρμογών που μπορεί να έχει χρησιμοποιήσει ένα άτομο μέχρι τώρα. Στη συνέχεια, μπορεί κανείς να προχωρήσει στην εξερεύνηση του κόστους αυτών των προσαρμογών και αμυνών και καλύτερων τρόπων επίλυσης και διαχείρισης ζητημάτων. Ο Rick Hanson ισχυρίζεται ότι η καλή θεραπεία ενδυναμώνει τους ανθρώπους πρώτα, πριν αρχίσουν, λίγο-λίγο κάθε φορά, να ρίχνουν μια ματιά στο τι μπορεί να βρίσκεται πίσω από μια συγκεκριμένη πόρτα ή στο υπόγειο του νου, και ότι το να ξεριζώσουμε απότομα το κάκαρο / ξηραμένο δέρμα από την πληγή θα ήταν σαν να πήγαινε κάποιος σε έναν φυσιοθεραπευτή ή μασέρ που πήγε πολύ βαθιά, πολύ γρήγορα. Αυτό θα ήταν ανόητο και αντιπαραγωγικό. Ένα ανάλογο παράδειγμα που έρχεται στο μυαλό είναι σαν να κάνει κάποιος εξαγωγή δοντιού χωρίς την κατάλληλη αναισθησία. Όταν δουλεύουμε με τραύματα χρειάζεται πρώτα να εστιάσουμε στην οικοδόμηση της ανθεκτικότητας και στη συνέχεια να πηγαίνουμε εμπρός -πίσω μεταξύ καταστάσεων συστολής (π.χ. θυμός, πόνος) και διαστολής (π.χ. ηρεμία), όπως όταν κολυμπάμε κάτω από το νερό κι ανεβαίνουμε κάθε τόσο για να πάρουμε αέρα.
Στο βιβλίο του, In an Unspoken Voice, ο Peter Levine, PhD, περιγράφει την διαδικασία του εκκρεμούς (the process of pendulation), μια κίνηση «πέρα-δώθε ή μπρος-πίσω» μεταξύ των δύο διαφορετικών καταστάσεων της συστολής και της διαστολής. Συνοπτικά, η διαδικασία του εκκρεμούς περιλαμβάνει την εύρεση μιας «αντίθετης» αίσθησης που βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη περιοχή του σώματος ή μια στάση ή μικρή κίνηση, που ο Levine αποκαλεί «μικρά νησιά ασφάλειας» και που συνδέονται περισσότερο με την αίσθηση που έχει κανείς όταν νιώθει δυνατός και ρευστός παρά μουδιασμένος ή ανήμπορος. Ο Levine γράφει: «Όταν αρκετά από αυτά τα μικρά νησιά βρεθούν και γίνουν αισθητά, μπορούν ν’ αποτελέσουν μιαν αυξανόμενη ξηρά, ικανή να αντέξει τις μανιασμένες καταιγίδες των τραυμάτων. Με αυτήν την αυξανόμενη σταθερότητα καθώς δημιουργούνται και ενισχύονται νέες συναπτικές συνδέσεις [στον εγκέφαλο] η δυνατότητα επιλογών κι ακόμη κι ευχαρίστησης γίνεται πιθανότητα. Σταδιακά μαθαίνει κανείς να εναλλάσσει την επίγνωση και αντίληψη του ανάμεσα σε περιοχές σχετικής ευκολίας και σε περιοχές δυσφορίας και αγωνίας. Αυτή η εναλλαγή προκαλεί μία από τις σημαντικότερες επανασυνδέσεις με την έμφυτη σοφία του σώματος: την εμπειρία του εκκρεμούς, τον φυσικό ρυθμό συστολής και διαστολής του σώματος που μας λέει ότι ό, τι αισθανόμαστε είναι χρονικά περιορισμένο… Αυτή η διαδικασία του εκκρεμούς υποστηρίζει όλα τα ζωντανά πλάσματα στις δύσκολες σωματικές αισθήσεις και συναισθήματα. Επιπλέον, δεν απαιτεί καμία προσπάθεια. είναι εντελώς έμφυτη …… Κι ενώ το τραύμα έχει σχέση με μια κατάσταση μουδιάσματος και εγκλωβισμού, η διαδικασία του εκκρεμούς αφορά τον έμφυτο οργανικό ρυθμό συστολής και διαστολής».