Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί – 16/07/2023
Μια βιοψυχοκοινωνική προσέγγιση
«Ένα μεγάλο μέρος κάθε εγκεφαλικού κυκλώματος σε οποιαδήποτε στιγμή της ενήλικης ζωής, είναι ατομικό και μοναδικό, και πραγματικά αντανακλά την ιστορία και τις συνθήκες του συγκεκριμένου οργανισμού» Antonia Damasio
«Το βρέφος που έχει αποκτήσει ήρεμη προσοχή έχει κάνει ένα πρώτο γιγάντιο βήμα στο δρόμο προς την εκπλήρωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων του» (Stanley Greenspan, cited in Mate)
«Αν και σκεφτόμαστε την προσοχή ως συνάρτηση της διάνοιας, οι βαθύτερες ρίζες της βρίσκονται στο υπέδαφος του συναισθήματος». Gabor Mate
Η σημερινή ανάρτηση αφορά ένα βιβλίο του Gabor Mate: Scattered Minds: The Origins and Healing of Attention Deficit Disorder / Σκορπισμένος Νους: Η Προέλευση και η Θεραπεία της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής (2019). Περιλαμβάνει και τρία νέα σχέδια εμπνευσμένα από Ελληνίδες ηθοποιούς του παρελθόντος κι ένα ποίημα τη; ηθοποιού και ποιήτριας Κατερίνα Γώγου.
Κοίτα πως χάνονται οι δρόμοι Κατερίνα Γώγου (1981)
Κοίτα πως χάνονται οι δρόμοι // μες στους ανθρώπους / τα περίπτερα πως κρυώνουνε // απ’ τις βρεγμένες εφημερίδες
ο ουρανός / πως τρυπιέται στα καλώδια / και το τέλος της θάλασσας / από το βάρος των πλοίων
πόσο λυπημένες είναι οι ξεχασμένες ομπρέλες / στο τελευταίο δρομολόγιο
και το λάθος εκείνου που κατέβηκε / στην πιο πριν στάση
τα αφημένα ρούχα στο καθαριστήριο / και τη ντροπή σου /ύστερα από δυο χρόνια που βρήκες λεφτά / πως να τα ζητήσεις
πως τσούκου τσούκου / αργά μεθοδικά / μας αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στη ζωή / από το στυλ της καρέκλας…
Ο Gabor Mate είναι συνταξιούχος γιατρός, συγγραφέας και ομιλητής. Η ανάλυσή του σε αυτό το βιβλίο είναι, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, μια προσπάθεια σύνθεσης των ευρημάτων της νευροεπιστήμης, της αναπτυξιακής ψυχολογίας, της θεωρίας των οικογενειακών συστημάτων, της γενετικής και της ιατρικής επιστήμης, των πολιτισμικών και κοινωνικών τάσεων και της προσωπικής του εμπειρίας ως σύζυγος, γονέας και επιτυχημένος και σεβαστός γιατρός, ο οποίος διαγνώστηκε με ADD / ΔΕΠ [Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής] στα πενήντα του. Τα τρία παιδιά του έχουν επίσης λάβει τη διάγνωση στο παρελθόν. Πριν συνεχίσω, θα ήθελα να πω ότι νομίζω ότι το βιβλίο θα μπορούσε επίσης να διαβαστεί ως παράδειγμα για το πώς να αποφεύγει κανείς απλοϊκές εξηγήσεις και πώς μπορούμε να εφαρμόζουμε μια πιο ολιστική βιολογική και ψυχοκοινωνική προσέγγιση όταν αναλύουμε και εξερευνούμε πτυχές της ανθρώπινης εμπειρίας.
Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου είναι μια εξερεύνηση των αιτιών ή παραγόντων που συμβάλλουν. Στην εισαγωγή ο Mate δηλώνει ότι πιστεύει ότι δεν είναι, όπως λέγεται συχνά, θέμα γονιδίων ή κακής ανατροφής. Ωστόσο, τόσο τα γονίδια όσο και η ανατροφή παίζουν ρόλο. Πιστεύει ότι υπάρχει στην ελλειμματική προσοχή / ADD / ΔΕΠ μια προδιάθεση [καθιστώντας την πιο πιθανή ανάλογα με τις συνθήκες και το περιβάλλον], όχι ένας γενετικός ντετερμινισμός [δηλαδή η προδιάθεση δεν είναι προ καθοριστική]. Δηλώνει ότι όπως και με πολλά άλλα προβλήματα τα γονίδια μπορούν να ενεργοποιηθούν στο κατάλληλο περιβάλλον, αλλά μπορεί να υπάρχουν και προστατευτικοί παράγοντες στο περιβάλλον. Εξηγεί ότι παρόλο που ο διαβήτης, για παράδειγμα, θεωρείται ότι έχει ένα στοιχείο κληρονομικότητας, αυτό δεν μπορεί να εξηγήσει την πανδημία μεταξύ των ιθαγενών του Καναδά και των πληθυσμών της Βόρειας Αμερικής. Συζητά επίσης προβληματικές πτυχές των ερευνητικών ευρημάτων σε μελέτες. διδύμων. Γράφει: «Η νευροεπιστήμη έχει αποδείξει ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν προγραμματίζεται μόνο από τη βιολογική κληρονομικότητα, ότι τα κυκλώματά του διαμορφώνονται από αυτό που συμβαίνει μετά την είσοδο του βρέφους στον κόσμο, ακόμη και όταν βρίσκεται στη μήτρα. Οι συναισθηματικές καταστάσεις των γονιών και ο τρόπος με τον οποίο ζουν τη ζωή τους έχουν σημαντικό αντίκτυπο στον σχηματισμό του εγκεφάλου των παιδιών τους, αν και οι γονείς συχνά δεν μπορούν να γνωρίζουν ή να ελέγξουν διάφορες ανεπαίσθητες ασυνείδητες επιρροές».
Σε γενικές γραμμές, τα κύρια χαρακτηριστικά της ΔΕΠ είναι οι ανεπαρκείς δεξιότητες προσοχής, ο ανεπαρκής έλεγχος των παρορμήσεων και η υπερκινητικότητα. Ο Mate περιγράφει πώς αυτό το υψηλότερο επίπεδο ελλειμματικής προσοχής μπορεί να προάγει χάος και έλλειψη τάξης τόσο στη ζωή όσο και στους φυσικούς χώρους ενός ατόμου. Ωστόσο, διευκρινίζει ότι η αφηρημάδα [και όλες οι άλλες εκδηλώσεις της ΔΕΠ] βρίσκονται στην κλίμακα των φυσιολογικών ανθρώπινων χαρακτηριστικών και η ζωή δεν θα ήταν δυνατή χωρίς να είμαστε σε θέση να αγνοήσουμε / αποκλείσουμε έναν μεγάλο αριθμό ερεθισμάτων. Επίσης, η ΔΕΠ μπορεί να είναι περιστασιακή, κάτι που είναι ενδιαφέρον και σημαντικό να ληφθεί υπόψη, ειδικά για τους μαθητές σε εκπαιδευτικά πλαίσια. Η διάσπαση της προσοχής μπορεί να μην υφίσταται σε όλους τους τομείς ή τα θέματα και μπορεί κάποιος να έχει υπερσυγκεντρωμένη προσοχή όταν πρόκειται για θέματα και δραστηριότητες που τον ενδιαφέρουν ή όταν το περιβάλλον ευνοεί τη μάθηση.
Στο κεφάλαιο 14, η διάσπαση της προσοχής συζητείται σε σχέση με τις φυσικές μας άμυνες και αντιδράσεις όπως μάχη-φυγή-μούδιασα και διάσπαση ‘η διάσχιση και τι συμβαίνει όταν ένα βρέφος λόγω χρόνιου άγχους και μη βέλτιστων εμπειριών αναγκάζεται να καταφεύγει σε αυτές πολύ συχνά. Ο Mate γράφει ότι το βρέφος δεν μπορεί να υπάρχει σε κατάσταση χρόνιας αρνητικής διέγερσης με την αδρεναλίνη και άλλες ορμόνες του στρες να διοχετεύονται διαρκώς στις φλέβες του, πρέπει να μπλοκάρει αυτή τη διαδικασία, αλλά η αξία επιβίωσης αυτών των ψυχολογικών άμυνων είναι βραχύβια. Εάν αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, γίνεται η προεπιλεγμένη ρύθμιση στον εγκεφαλικό μηχανισμό της επίγνωσης. Ο Mate προσθέτει ότι κανείς δεν γεννιέται με «προσοχή» και ότι είναι μια δεξιότητα όπως η γλώσσα ή η κίνηση που αποκτούν τα παιδιά μέσω της σχέσης τους με το περιβάλλον.
Η υπερκινητικότητα είναι η ανεξέλεγκτη υψηλή διέγερση, κατάλληλη για το μικρό νήπιο. Ωστόσο, προορίζεται να είναι ένα στάδιο και όχι μια κατάσταση στην οποία κολλάει το παιδί. Ο Mate ισχυρίζεται ότι σε όλη μας τη ζωή συνεχίζει η υπερκινητικότητα να είναι μια ανθρώπινη απόκριση σε περιόδους υψηλού άγχους, αλλά και πάλι δεν προορίζεται να είναι μια σταθερή κατάσταση. Συνήθως εκφράζεται με την δυσκολία να παραμείνει κανείς ακίνητος, αλλά μπορεί να λάβει και μορφές που δεν είναι προφανείς στον παρατηρητή. Επίσης, δεν αποτελεί απαίτηση για τη διάγνωση ελλειμματικής προσοχής. Λόγου χάρη, μπορεί να απουσιάζει σε μια μειοψηφία περιπτώσεων, και ειδικά στα κορίτσια. Γράφει ότι τα άτομα με ADD βιώνουν το μυαλό τους ως μηχανή αέναης κίνησης. Μπορεί να έχουν έντονη απέχθεια για την πλήξη και υψηλότερα επίπεδα αναβλητικότητας. Άλλες εκδηλώσεις της ADD μπορεί να είναι η γρήγορη ομιλία, η μετάβαση από το ένα θέμα στο άλλο και η δυσκολία να είναι κανείς συνοπτικός και ακριβής όταν εκφράζει μια ιδέα.
Στο κεφάλαιο 5, ο Mate διερευνά ένα άλλο χαρακτηριστικό που μπορεί να υπάρχει, το οποίο είναι ο χρονικός αναλφαβητισμός ή αυτό που άλλοι έχουν αποκαλέσει ως χρονική τύφλωση και που μπορεί να είναι πηγή άγχους / δυσφορίας για άτομα με ΔΕΠ. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει το να καθυστερεί και να βιάζεσαι κανείς συχνά, το να πιστεύει κανείς ότι έχει όλο τον χρόνο στον κόσμο και να μην μπορεί να υπολογίσει τον χρόνο που απαιτείται για μια δραστηριότητα ή να ζει σαν να υπάρχει μόνο το παρόν και τίποτα άλλο δεν χρειάζεται να λαμβάνεται υπόψη, συχνά παραμελώντας να εξετάσει τις συνέπειες των πράξεων του. Το κεφάλαιο εστιάζει επίσης στην δυσκολία συναισθηματικού ελέγχου και ελέγχου των παρορμήσεων και παρουσιάζει τη νευροεπιστήμη πίσω από τη μειωμένη ικανότητα σε αυτούς τους τομείς. Για παράδειγμα, ένα σημαντικό καθήκον του προμετωπιαίου φλοιού μας είναι η αναστολή – η αξιολόγηση και η επιλογή ή η αναστολή των μυριάδων αισθήσεων και παρορμήσεων που φτάνουν σε μας από το περιβάλλον, το σώμα μας και τα κατώτερα κέντρα του εγκεφάλου.
Ο Mate ισχυρίζεται ότι στην ΔΕΠ ο φλοιός λειτουργεί σε ημιαδρανές επίπεδο, γεγονός που εξηγεί τη χορήγηση διεγερτικών φαρμάκων. Διευκρινίζει επίσης ότι μια περίπλοκη κατάσταση όπως η ΔΕΠ δεν μπορεί να εντοπιστεί σε ένα μέρος του εγκεφάλου και σε επόμενο κεφάλαιο συζητά την εμπλοκή συγκεκριμένων περιοχών όπως ο τροχιακός προμετωπιαίος φλοιός (OPC), ο οποίος μεταξύ άλλων είναι το κέντρο της ανταμοιβής του εγκεφάλου και κινητοποίησης και συνδέεται επίσης με τα κέντρα όρασης του φλοιού που παίζουν ρόλο στον οπτικό χωρικό προσανατολισμό. Περιγράφει και τη δική του δυσκολία να αντιληφθεί σε τρεις διαστάσεις ή να μαντέψει τη χωρική σχέση των πραγμάτων. Το OΡC αποθηκεύει επίσης τις συναισθηματικές επιρροές των εμπειριών, και πρώτα απ’ όλα, την αλληλεπίδραση του βρέφους με τους κύριους φροντιστές του, που γίνονται ένα ασυνείδητο μοντέλο για όλες τις μεταγενέστερες συναισθηματικές μας αλληλεπιδράσεις, καλώς ή κακώς, μέχρι να αποκτήσουμε επίγνωση και να διαταράξουμε τα πρότυπα.
Παραδείγματα από ασθενείς, φίλους και την εμπειρία του ίδιου του συγγραφέα χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τι μπορεί να αισθάνεται ή πως μπορεί να μοιάζει η ζωή με ΔΕΠ για διαφορετικούς ανθρώπους. Καθώς διάβαζα το βιβλίο, δεν μπορούσα να μην σκεφτώ ότι υπήρχε επικάλυψη μεταξύ όσων αναλύονταν εδώ και άλλων διαγνώσεων όπως του μετά-τραυματικού στρες ή άλλων εμπειριών, και ότι ίσως τελικά, η προτεραιότητά μας θα πρέπει να είναι η επούλωση ή η επίλυση ή η διαχείριση οποιασδήποτε εμπειρίας ή ομάδας χαρακτηριστικών που παρουσιάζουν οι άνθρωποι που τους προκαλούν προβλήματα, δυσφορία ή δυσκολία να ζήσουν καλύτερα, ειδικά στις σύγχρονες κοινωνίες μας. Όπως ανέφερα παραπάνω, πολλά από αυτά που συζητούνται στο βιβλίο υπερβαίνουν την ΔΕΠ και παρέχουν ένα παράδειγμα ολιστικής προσέγγισης, εξέτασης ή θεώρησης της ανθρώπινης εμπειρίας.
Από νωρίς στο βιβλίο, ο Mate κριτικάρει το DSM, εγχειρίδιο διάγνωσης, σχετικά με τον ορισμό της ΔΕΠ σύμφωνα με εξωτερικά χαρακτηριστικά, τα οποία μάλιστα αναφέρονται ως συμπτώματα, χωρίς να περιλαμβάνεται το συναισθηματικό νόημα αυτών στη ζωή όσων τα βιώνουν επειδή όπως σημειώνει «Το DSM ασχολείται με κατηγορίες όχι με πόνο ” (Dan Siegel). Γράφει επίσης ότι αυτό που ξεκινά ως πρόβλημα της κοινωνίας και της ανθρώπινης ανάπτυξης έχει οριστεί σχεδόν αποκλειστικά ως ιατρική πάθηση. Επισημαίνει ότι ακόμα κι αν σε πολλές περιπτώσεις η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να βοηθήσει, ειδικά για μια ορισμένη περίοδο, η θεραπεία που απαιτεί η εμπειρία της ΔΕΠ δεν είναι μια διαδικασία ανάρρωσης από κάποια ασθένεια. Προτείνει ότι «Η ΔΕΠ αψηφά κατηγορίες κανονικότητας και μη. Αν ήταν καθένας που εμφανίζει κάποιο χαρακτηριστικό της ΔΕΠ να αποκτούσε και τη διάγνωση, θα μπορούσαμε κάλλιστα να βάλουμε Ritalin (φάρμακο) στο πόσιμο νερό…» και ότι η γνώση των ψυχολογικών και βιολογικών μηχανισμών της ΔΕΠ μας δίνει μόνο έναν χάρτη του εαυτού, αλλά ο χάρτης δεν θα πρέπει να συγχέεται με το ταξίδι. Στόχος μας πρέπει να είναι μόλις αναγνωρίσουμε αυτόν τον χάρτη να υποστηρίξουμε το παιδί, για παράδειγμα, να εκπληρώσει τις δυνατότητές του.
Στο κεφάλαιο 3, ο Mate αναφέρεται στον σκεπτικισμό σχετικά με την ΔΕΠ και την πραγματική συχνότητα εμφάνισης της επειδή όλα τα χαρακτηριστικά της ΔΕΠ συναντώνται στον έναν ή τον άλλον βαθμό στον πληθυσμό χωρίς ΔΕΠ και ότι η συγκέντρωση μιας ομάδας χαρακτηριστικών προσωπικότητας σε ένα ψυχιατρικό εγχειρίδιο δεν καθιερώνει παθολογία . Παραθέτει ένα απόφθεγμα τυν L.J. Davis που γράφει σε σχέση με τα τρέχοντα ψυχιατρικά διαγνωστικά και εγχειρίδια ότι «κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής (εκτός φυσικά από την πρακτική της ψυχιατρικής) μπορεί να διαβαστεί ως παθολογία». Σε σχέση με τη διάγνωση της ΔΕΠ «η εξάπλωση σαν πυρκαγιά» ως επί το πλείστον σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Βόρεια Αμερική και το Ηνωμένο Βασίλειο, ή και άλλες βιομηχανικές χώρες, ο Mate θέτει το ερώτημα: Μήπως χορηγούμε φάρμακα στα παιδιά για να διευκολύνουμε την άνεση των ενηλίκων;
Γράφει; «Ακόμη και για εκείνους, όπως εγώ, που αναγνωρίζουν την ύπαρξη των νευροφυσιολογικών και ψυχολογικών δυσκολιών που η ταυτόχρονη εμφάνιση τους ονομάζεται Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής / ΔΕΠ, υπάρχουν εύλογα ερωτήματα που πρέπει να τεθούν σχετικά με τον τρόπο διάγνωσης, πώς πρέπει κατανόησης και αντιμετώπισης, καθώς και την γενικότερη τάση που υπάρχει να θάβουμε πολλά προβλήματα κάτω από τόνους φαρμάκων, προτιμώντας να αγνοούμε τις κοινωνικές και πολιτισμικές αιτίες που προκαλούν αγχώδης ψυχικές καταστάσεις στους ανθρώπους, και να ρίχνουμε την ευθύνη για τυχόν ελλείψεις ή προβληματικές εμπειρίες στη βιολογία και τις χημικές ανισορροπίες. Επομένως, είναι σημαντικό να αναρωτηθούμε για τους λόγους που συνηθίζεται να δίνεται τόση έμφαση σε βιολογικές εξηγήσεις και σε υπεραπλούστευση πολύπλοκων διαδικασιών, και επίσης, να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να ξεχωρίσουμε στρώματα αιτιότητας και να σκάψουμε κάτω από την παρουσιαζόμενη νευροχημεία, για παράδειγμα. Ο Mate αναφέρει τον Dan Siegel ο οποίος έχει αναφέρει ότι «Ακούμε να λένε παντού αυτές τις μέρες ότι η εμπειρία των ανθρώπινων όντων προέρχεται από τη χημεία τους».
Όπως ανέφερα, ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στην εξερεύνηση των αιτιών που μπορούν να συμβάλουν ή να ενεργοποιήσουν οποιαδήποτε κληρονομική προδιάθεση για ΔΕΠ. Μέσα από την προσωπική του αφήγηση, ο Mate επισημαίνει τις περιβαλλοντικές ρίζες των ελλειμμάτων προσοχής και το γεγονός ότι η αγάπη δεν είναι αρκετή κατά την ανατροφή των παιδιών. Στο κεφάλαιο 4 γράφει για το πώς η ανέκφραστη συναισθηματική σύγκρουση και η ανεπίλυτη θλίψη και άγνοια μπορούν να οδηγήσουν σε ακούσια μετάδοση από γενιά σε γενιά των λιγότερο θετικών εμπειριών. Είναι ειλικρινής σχετικά με τη δική του εργασιομανία, την απόσπαση προσοχής, το αίσθημα καθήκοντος απέναντι σε όλο τον κόσμο, την έντονη ανάγκη του να είναι αρεστός, που του παρείχαν μια συνεχή έκρηξη αδρεναλίνης, αλλά είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην οικογένειά του. Τοποθετείται σε σχέση με τη δυναμική του γάμου και της οικογενειακής ζωής του, για να δείξει πώς, παρά την αγάπη, τα άλυτα τραύματα και οι συγκρούσεις των γονιών μπορούν να έχουν λιγότερο από βέλτιστο αντίκτυπο στα παιδιά τους, καθώς και πώς μέσα από πολλή δουλειά και νέα συνειδητοποίηση η οικογένειά του βρίσκεται σε ένα πολύ διαφορετικό μέρος σήμερα.
Επίσης, μια σημαντική οπτική γωνία που παρουσιάζεται από τον Mate στο βιβλίο είναι η σημασία της προσέγγισης της εμπειρίας της ΔΕΠ μέσω του αναπτυξιακού φακού, επειδή, όπως ισχυρίζεται, μόλις αναγνωρίσουμε τη ΔΕΠ ως πρόβλημα ανάπτυξης (ως εγκλωβισμό σε νεότερους τρόπους λειτουργίας) και όχι ως παθολογία, οδηγούμαστε σε διαφορετική κατεύθυνση από το μοντέλο της ασθένειας. Για παράδειγμα, η υπερκινητικότητα είναι ένα φυσιολογικό στάδιο ωρίμανσης ενός παιδιού, αλλά στη ΔΕΠ γίνεται μόνιμη κατάσταση. Όταν αναγνωρίσουμε ότι η αίσθηση του χρόνου, η αυτορρύθμιση και η δυνατότητα κινητοποίησης μας, για παράδειγμα, είναι αναπτυξιακά καθήκοντα που καθοδηγούνται από τη φύση, μπορούμε να κάνουμε πιο κατάλληλες ερωτήσεις όπως:
Ποιες συνθήκες χρειάζονται για την ανθρώπινη ψυχολογική και φυσιολογική ωρίμανση και ποιες συνθήκες θα μπορούσαν να αναστείλουν ή να επηρεάσουν αυτή τη διαδικασία ανάπτυξης;
Ο Mate αναφέρει τον παιδοψυχίατρο Stanley Greenspan, ο οποίος λέει «Τόσα λίγα παιδιά μεγαλώνουν σε πραγματικά βέλτιστες συνθήκες που δεν έχουμε ιδέα για το ποιες είναι πραγματικά οι παράμετροι της ανάπτυξης». Η συγκέντρωση αναπτυξιακών προβλημάτων μπορεί να οφείλεται τόσο στις περιστάσεις όσο και στο γεγονός ότι οι άνθρωποι επηρεάζονται διαφορετικά από παρόμοιες καταστάσεις ανάλογα με το επίπεδο ευαισθησίας και την ιδιοσυγκρασία τους. Επίσης, μας υπενθυμίζει ότι ποτέ κατ’ ουσία δεν μεγαλώνουν δύο αδέρφια στο ίδιο περιβάλλον αφού οι συνθήκες και οι γονείς αλλάζουν. Επιπλέον, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι συχνά οι γονείς έχουν διαφορετική ασυνείδητη στάση απέναντι στο καθένα από τα παιδιά τους και ότι τα αδέρφια βιώνουν τους γονείς τους διαφορετικά.
Υπάρχει ένα κεφάλαιο στο βιβλίο για την ευαισθησία, στο οποίο ο Mate εξηγεί ότι αυτό που μεταδίδεται γενετικά δεν είναι η ΔΕΠ, αλλά η ευαισθησία και ότι η ύπαρξη ευαίσθητων ανθρώπων αποτελεί πλεονέκτημα για την ανθρωπότητα, επειδή αυτή η ομάδα είναι που εκφράζει καλύτερα τις δημιουργικές ορμές και ανάγκες της ανθρωπότητας. Ο Mate ισχυρίζεται ότι θα υπήρχαν έγκυροι και ισχυροί εξελικτικοί λόγοι για την επιβίωση του γενετικού υλικού που κωδικοποιεί την ευαισθησία, και ως εκ τούτου, δεν είναι μια αδυναμία ή ασθένεια που κληρονομείται, αλλά ένα χαρακτηριστικό με εγγενή αξία για την επιβίωση στα ανθρώπινα όντα. Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί ότι τα άτομα που βρίσκονται στην κλίμακα ΔΕΠ μπορούν να έχουν δυνατότητες όπως: δημιουργικότητα, περιέργεια, δεξιότητες λόγου / συνομιλίας, υψηλή ενέργεια, υπερσυγκέντρωση, αυθορμητισμό, αντικομφορμισμό, ανθεκτικότητα, κ.λ.π. Μεταξύ άλλων μπορούν να είναι ευφάνταστοι, εφευρετικοί και πολυμήχανοι.
Στο κεφάλαιο 8, ο Mate αναλύει πώς βασικά σχηματίζεται το μικροκύκλωμα του εγκεφάλου από επιρροές κατά τα πρώτα χρόνια μας και ότι ακόμη και οι εγκέφαλοι πανομοιότυπων διδύμων θα διαφέρουν ως προς το σχήμα των νευρικών τους κυττάρων ή τον αριθμό και τις διαμορφώσεις των συνάψεών τους. Εξηγεί πώς το γενετικό μας δυναμικό για την ανάπτυξη του εγκεφάλου μπορεί να βρει την πλήρη έκφρασή του μόνο εάν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές. Περιγράφει τι μπορεί να είναι ένα ευνοϊκό περιβάλλον για ένα βρέφος. Εκτός από τις διατροφικές ανάγκες και τις απαιτήσεις καταφυγίου, είναι επίσης απαραίτητη μια ασφαλής, σταθερή και όχι πολύ πιεσμένη συναισθηματική ατμόσφαιρα [συνθήκη που είναι πολύ πιθανόν να διαταραχθεί στις δυτικές / βιομηχανικές κοινωνίες] προκειμένου να λάβει χώρα η ωρίμανση του ανθρώπινου εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Γράφει ότι ένας σημαντικός λόγος για τον ανησυχητικά υψηλό επιπολασμό των καταστάσεων ΔΕΠ στις δυτικές χώρες, ειδικά στη Βόρεια Αμερική, είναι η σταδιακή καταστροφή της οικογένειας από οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις. Επίσης, κάνει αναφορά στους Hallowell και Ratey για να υποστηρίξει ότι η κουλτούρα μπορεί να τροφοδοτήσει και να ενισχύσει την ΔΕΠ και να κάνει συμπεριφορές τύπου ΔΕΠ να φαίνονται επιθυμητές και επιβραβευτικές / αποδοτικές.
Αυτό το κεφάλαιο οδηγεί στο επόμενο σχετικά με τον εναρμονισμό, ο οποίος είναι το συστατικό μιας ευρύτερης διαδικασίας που ονομάζεται προσκόλληση, η οποία είναι απαραίτητη για την επιβίωση. Η ορμή για προσκόλληση είναι μέρος της ίδιας της φύσης των θερμόαιμων ζώων στη βρεφική ηλικία, ειδικά των θηλαστικών. Ο Mate σημειώνει με χιούμορ ίσως ότι η ΔΕΠ θα μπορούσε εξίσου να σημαίνει “Διαταραχή Ελλειμματικής Προσκόλλησης / Εναρμόνισης” και ότι «η προσκόλληση προάγει την προσοχή, [ενώ] το άγχος την υπονομεύει». Υπογραμμίζει το γεγονός ότι η ένας προς έναν εναρμονισμένη γονική μέριμνα είναι η ιδανική κατάσταση για την ανάπτυξη του παιδιού στα πρώτα χρόνια, κάτι που δεν υποστηρίζεται στις περισσότερες βιομηχανοποιημένες (δυτικές) κοινωνίες. Διευκρινίζει ότι η ανάγκη του μικρού παιδιού για στενή γονική επαφή δεν σημαίνει βέβαια την γκετοποίηση των γυναικών στο σπίτι. Περιγράφει επίσης πώς έχει κατανοήσει τα δικά του χαρακτηριστικά της ΔΕΠ υπό το πρίσμα των πρώτων χρόνων του και πώς ο χωρισμός από τη μητέρα του για σύντομο χρονικό διάστημα ως νεογέννητο κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου επηρέασε τόσο τον ίδιο όσο και τη μητέρα του. Προσθέτει ότι δεν χρειαζόμαστε πόλεμο και γενοκτονία για να αγχώνονται οι μητέρες και να είναι απόντες οι πατέρες ή οι γυναίκες να επιβαρύνονται με την πλήρη ευθύνη για τη συναισθηματική ευημερία της οικογένειας ή για να προκληθεί και να βιωθεί τραύμα.
“Οι γενιές είναι κουτιά μέσα σε κουτιά…”
Το κεφάλαιο δώδεκα εμβαθύνει στη δυναμική μεταξύ των γενεών και στο πώς θετικές και αρνητικές εμπειρίες μεταβιβάζονται από τη μια γενιά στην άλλη. Γράφει: Η οικογένεια ως θεσμός έχει υποστεί τεράστια πίεση από εξαιρετικά ισχυρές δυνάμεις στην κοινωνία και τον πολιτισμό μας. Αν θέλουμε να βρούμε την πηγή της ΔΕΠ, εκεί πρέπει να ψάξουμε, αλλά η οικογένεια είναι το πιο άμεσο περιβάλλον που επιδρά πάνω μας…. Συμπεραίνει ότι για να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και την παιδική μας ηλικία, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις θετικές και αρνητικές επιπτώσεις που είχαν στους γονείς μας οι ασυνείδητες διαδικασίες, οι στάσεις, οι συμπεριφορές και οι περιστάσεις των παππούδων μας. Όταν το κάνουμε αυτό, τελικά συνειδητοποιούμε ότι η ενοχή δεν έχει νόημα και αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι η κατανόηση των εμπειριών μας και η διατάραξη των προτύπων.
Φθάνοντας στο τέλος, θα ήθελα να αναφέρω ότι το δεύτερο μέρος του βιβλίου επικεντρώνεται στις δυνατότητες θεραπείας ή αλλιώς ξεπεράσματος της ΔΕΠ. Ωστόσο, θα ολοκληρώσω την σημερινή ανάρτηση σε αυτό το σημείο γιατί έχει ήδη εξελιχθεί σε αρκετά μακροσκελή αφήγηση.