Βιβλία και τέχνη                                                            Η μετάφραση είναι διαθέσιμη

«Με το σωστό είδος προγραμματισμού, μπορεί κανείς να αρχίσει να φοβάται την εικόνα και τη μυρωδιά του [ενός λουλουδιού]. Ο Άγγλος μυθιστοριογράφος Aldous Huxley απεικονίζει ζωντανά αυτήν την έννοια στο μυθιστόρημά του Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος (1932). Στην ιστορία, μωρά οκτώ μηνών προγραμματίζονται να φοβούνται τα βιβλία και τα ροδοπέταλα». Miguel Farias και Catherine Wikholm

«Σας λέω τι σημαίνει ελευθερία για μένα: κανένα φόβο». Νίνα Σιμόν

Η σημερινή ανάρτηση περιλαμβάνει τέσσερα δικά μου σχέδια εμπνευσμένα από τη ζωή, την παιδική λογοτεχνία, τη μουσική της Nina Simone, το γνωστό θεατρικό έργο του Αντόν Τσέχωφ, Ο Γλάρος, και την προειδοποιητική ιστορία του Aldous Huxley, Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος . Έχω συμπεριλάβει επίσης δύο βιβλία για παιδιά που σχετίζονται με τον ρατσισμό και τη διαφορετικότητα, καθώς και άλλα σημαντικά θέματα όπως η αδικία, η συμπεριληπτικότητα, η φιλία και η πίστη, και πώς οι ιστορίες μπορούν να φέρουν κοντά ανθρώπους ή ζώα, στην περίπτωση της ιστορίας μας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το βιβλίο του Huxley,  Γενναίος Καινούριος Κόσμος,  παρουσιάζει μια φουτουριστική κοινωνία σχεδιασμένη σχολαστικά, στην οποία όλοι είναι συμμορφωμένοι και ικανοποιημένοι, τουλάχιστον με την πρώτη ματιά.. Στο βιβλίο του Huxley, σε αντίθεση με το 1984 του Όργουελ, η τεχνολογική πρόοδος δεν οδηγεί σε μαζική επιτήρηση και καταπίεση. Αντίθετα, ο Huxley ζωγραφίζει ένα μέλλον στο οποίο «όλοι είναι ευτυχισμένοι τώρα», κυρίως χάρη στα ναρκωτικά και το συχνό σεξ χωρίς δέσμευση. Τα μωρά παράγονται σε εργοστάσια, ομαδοποιούνται σε κοινωνικές τάξεις ή κάστες, A, B, C, D, E [[υπάρχει ακόμη και μια σχετική ομοιοκαταληξία: A,B,C,  Bιταμίνη D], και προγραμματίζονται από τη βρεφική τους ηλικία να φοβούνται κάθε είδους πράγματα όπως βιβλία και λουλούδια, και καθώς μεγαλώνουν να αγαπούν τους ρόλους τους και τη θέση τους στον κόσμο να μην αμφισβητούν, να καταναλώνουν,  και να παίρνουν χάπια soma για να εξαφανίζουν τυχόν «αρνητικά» συναισθήματα ή σκέψεις. Ωστόσο, όλη αυτή η επιφανειακή ειρήνη διαταράσσεται όταν ο John, ένας νεαρός λευκός που διαβάζει και απαγγέλλει Σαίξπηρ και έχει μεγαλώσει έξω από τον κόσμο τους με ιθαγενείς Αμερικανούς τον οποίο αποκαλούν «Savage / Βάρβαρο», και η μεσήλικη μητέρα του, πρώην πολίτης του γενναίου καινούριου κόσμου, μπαίνουν στο πλάνο. Εμφανίζονται οι πρώτες ρωγμές σε αυτή την σχολαστικά σχεδιασμένη κοινωνική δομή.

Αν και γράφτηκε το 1932, η δυστοπία του Huxley είναι πολύ επίκαιρη και θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μια πολιτική κριτική και σάτιρα μιας κοινωνίας όπου η ιδιωτικότητα,  η ατομικότητα, τα έντονα συναισθήματα, η ελεύθερη σκέψη, η σκέψη για το παρελθόν και το μέλλον, η γονεικότητα, η γήρανση,  και πολλά άλλα πράγματα είτε αποθαρρύνονται είτε είναι απαγορευμένα, και όπου οι πολίτες μοιάζουν με χαρούμενα ρομπότ που πνίγονται στη εκστατική τους άγνοια. Ως εργαλείο κοινωνικού ελέγχου όταν οι πολίτες βιώνουν έντονα αρνητικά συναισθήματα ή ορισμένα είδη σκέψεων, ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν ένα ελεύθερα διανεμόμενο ναρκωτικό που ονομάζεται soma που δημιουργεί ευχάριστες παραισθήσεις και μια αίσθηση διαχρονικότητας. Κάνουν «διακοπές» για να αποσπάσουν την προσοχή τους και να βιώσουν ευχαρίστηση.

Σε σχέση με την τέχνη στο βιβλίο του Aldοus Huxley, οι πολίτες στερούνται την τέχνη σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί μια μορφή ληθαργικής ικανοποίησης, υποδηλώνοντας ότι η τέχνη οδηγεί σε κοινωνική αστάθεια κι αναταραχή. Ο Μουσταφά, ο επικεφαλής προγραμματιστής με τη βαθιά φωνή, πιστεύει ότι μια κοινωνική δομή που δημιουργεί τέχνη και λογοτεχνία είναι επικίνδυνη. Λέει: «Δεν μπορείς να κάνεις τραγωδίες χωρίς κοινωνική αστάθεια. Ο κόσμος είναι σταθερός τώρα. Οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι. παίρνουν αυτό που θέλουν και ποτέ δεν θέλουν αυτό που δεν μπορούν να πάρουν». Εξηγεί επίσης ότι οι άνθρωποι είναι απίθανο να εκτιμήσουν την τέχνη, ούτως ή άλλως, επειδή η πλύση εγκεφάλου τους έχει αποξενώσει επιτυχώς από τις ανθρώπινες εμπειρίες, όπως ο θάνατος, η αγάπη και ο πόνος που η τέχνη μπορεί να αποκαλύψει ή να εκφράσει. Επίσης, η τέχνη έχει τη δυνατότητα να διαφωτίσει τους ανθρώπους σχετικά με την καταπίεσή τους και να τους κάνει να αισθάνονται δυσαρέσκεια, κάτι που είναι κακό για την παραγωγή, κι επιπλέον, εάν οι πολίτες ευαισθητοποιηθούν σχετικά με την ανθρωπιά τους και εμπνευστούν να αμφισβητήσουν το νόημα της ύπαρξής τους ή τον τρόπο λειτουργίας των πραγμάτων, τότε ο γενναίος καινούριος κόσμος θα έπαυε να υπάρχει στη σημερινή του μορφή. Ο Μουσταφά ισχυρίζεται ότι «Η καθολική ευτυχία επιτρέπει στους τροχούς να γυρίζουν σταθερά. η αλήθεια και η ομορφιά δεν μπορούν….».

Καθώς σκεφτόμουν αυτήν την ανάρτηση, αναλογιζόμουν πώς φέρνουμε ο καθένας τη δική του υποκειμενικότητα, ιδέες, προσωπικότητα και εμπειρία καθώς ερχόμαστε σε επαφή με προϊόντα τέχνης και ιστορίες διαφόρων ειδών που δημιουργούνται από άλλους. Θα επεκταθώ λίγο χρησιμοποιώντας ένα παράδειγμα σχετικά με έναν ζωγραφικό πίνακα που βρήκα, ενός παλιού γνωστού εικαστικού,  ενώ έψαχνα για κάτι στο διαδίκτυο. Λαμβάνοντας υπόψη την ασυνήθιστη εμπειρία που είχα σήμερα το πρωί, με έναν νεαρό κόκορα ή ίσως μια νεαρή κότα, δεν ήταν περίεργο που ανασύρθηκε στη μνήμη αυτό το συγκεκριμένο έργο τέχνης.

Είχε λιακάδα σήμερα το πρωί και σκέφτηκα ότι θα ήταν ωραία να πεζοπορήσω στην πόλη. Καθώς είχα αδειάσει τα καλάθια απορριμμάτων πήρα και τα σκουπίδια μαζί μου και τα πέταξα στον πρώτο κάδο στο δρόμο  προς την πόλη και τότε άκουσα έναν ήχο που έμοιαζε με κακάρισμα κότας. Κι όντως ένα πουλί βρισκόταν στον πάτο του κάδου παγιδευμένο κάτω από την ελαφριά σακούλα που είχα πετάξει μέσα. Έβγαζε ήχους δυσφορίας γιατί δεν μπορούσε να απελευθερωθεί από το πράγμα που είχε προσγειωθεί πάνω του κι εγώ δεν μπορούσα να φτάσω ούτε το πουλί ούτε τη σακούλα. Τότε το μάτι μου πήρε έναν νεαρό άνδρα σε ένα αυτοκίνητο που ήταν σταθμευμένο λίγα μέτρα πιο πέρα. Του ζήτησα να με βοηθήσει να απελευθερώσω το πουλί και ήρθε πρόθυμα.. Μαζί εγείραμε τον κάδο και κατάφερε να ελευθερώσει το νεαρό πουλί που φαινόταν ζαλισμένο. Το άφησε στο χωράφι δίπλα στο δρόμο.  Συνέχισα τη βόλτα μου κι  ελπίζω ότι ο μικρός κόκορας ή η μικρή κοτούλα να είναι εντάξει τώρα.

Καθώς λοιπόν κάθισα να γράψω αυτό το κείμενο και με το πρωινό συμβάν στο μυαλό μου ήταν σχεδόν αναπόφευκτο να ανασυρθεί στη μνήμη μου ο συγκεκριμένος πίνακας. Είναι μια αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη σε γκρι τόνους κυρίως και η λέξη KOTA είναι γραμμένη με έντονα μαύρα γράμματα στο πάνω μέρος του κεφαλιού και του καμβά.  ΚΟΤΑ στα ελληνικά είναι ένα είδος πουλερικού, αλλά στην αργκό μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα όπως δειλός ή αργόσυρτος, κι όταν αναφέρεται σε γυναίκες κυρίως, μπορεί να σημαίνει επιπόλαια ή ηλίθια ή και χειρότερα. Ίσως να υπάρχουν κι άλλες έννοιες στην αργκό που μου διαφεύγουν. Σε κάθε περίπτωση, όπως προανέφερα, το βίωμα και η νοηματοδότηση ενός έργου τέχνης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από όσα φέρει ήδη ο θεατής στο τραπέζι ή στη συνάντηση.  Όταν είδα τον πίνακα αναρωτήθηκα αν ο καλλιτέχνης αναδημιουργούσε ή επεξεργαζόταν μια ιδιωτική εμπειρία ή αν κατηγορούσε, ή ακόμη αν προκαλούσε το κοινό να νιώσει, να σκεφτεί ή να αναλογιστεί κάτι. Μπορεί να μην μάθουμε ποτέ τι είχε στο νου του ο καλλιτέχνης και δεν έχει σημασία, γιατί αυτό που είναι σημαντικό είναι τι νόημα δίνει ο θεατής και τι έχει προκύψει μέσα του. Όταν ερχόμαστε σε επαφή με ένα αντικείμενο ή μια διαδικασία τέχνης, γίνεται, τουλάχιστον στιγμιαία, κομμάτι δικό μας. Έχουμε την ευκαιρία να σκεφτούμε, να νιώσουμε αισθήσεις ή συναισθήματα, να κάνουμε ελεύθερους συνειρμούς αν το επιλέξουμε. Μπορεί να συγκρίνουμε, να θυμηθούμε, να διαλογιστούμε, να αναλογιστούμε τον συμβολισμό ή το σιωπηρό μήνυμά του έργου, να το εκτιμήσουμε ή να το αφήσουμε να φύγει, αλλά η τέχνη όπως και να ‘χει μένει για λίγο μαζί μας.

Δύο εικονογραφημένα βιβλία για παιδιά:

Ο φίλος μου ο Τζιμ από την Kitty Crowther για μικρότερα παιδιά

Ο Τζακ, ένας κότσυφας που ζει στο δάσος λαχταρά να εξερευνήσει τον ωκεανό. Πηγαίνει στην παραλία όπου συναντά τον Τζιμ, ένα λευκό γλάρο. Γίνονται φίλοι και ο Τζιμ προσκαλεί τον Τζακ στο σπίτι και το χωριό του, αλλά ο Τζακ νιώθει άβολα με την εχθρότητα των άλλων γλάρων και νιώθει λυπημένος γιατί δεν φαίνεται να τον συμπαθούν ή να τον αποδέχονται. Ωστόσο, ο Τζιμ παραμένει πιστός στον Τζακ, ο οποίος τελικά κερδίζει την αποδοχή επιδεικνύοντας μια δεξιότητα που λείπει από τους γλάρους: την ικανότητα της ανάγνωσης. Η ανάγνωση ιστοριών  θα τους ενώνει πέρα από τις διαφορές τους.

ΝΙΝΑ: Η ιστορία της Νίνα Σιμόν γραμμένη από την Traci Todd και εικονογραφημένη από τον Christian Robinson για παιδιά και εφήβους

Είναι ένα εικονογραφημένο βιβλίο βιογραφίας της Nina Simone που γεννήθηκε ως Eunice Waymon στην επαρχία της Βόρειας Καρολίνας το 1933. Η Nina ήταν παιδί θαύμα, πιανίστρια, τραγουδίστρια και συνθέτης. Με την υποστήριξη της οικογένειάς της και της κοινότητάς της, έλαβε μαθήματα μουσικής που τη μύησαν σε κλασικούς συνθέτες όπως ο Μπαχ, που επηρέασαν τη μουσική της σε όλη της τη ζωή. Μετά το γυμνάσιο άφησε τη Βόρεια Καρολίνα για τη Νέα Υόρκη και τη Σχολή Τζούλιαρντ. Μετά από αρκετές απογοητεύσεις, αδικίες και ταπεινώσεις άρχισε να εμφανίζεται  σε ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης και η αυξανόμενη φήμη της την οδήγησε να αλλάξει το όνομά της σε Nina Simone για να κρύψει την «ανίερη» μουσική της από τη μητέρα της. Εν τω μεταξύ, η δυναμική του συνεχιζόμενου κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα αποδείχθηκε αδύνατο να αγνοηθεί από την Νίνα. Ένιωσε εσωτερική και εξωτερική πίεση να μιλήσει ενάντια στον ρατσισμό. Η συγγραφέας τελειώνει την ιστορία της με την φράση: «Και όταν τραγούδησε για τα μαύρα παιδιά — όμορφα, πολύτιμα όνειρα — η φωνή της ακουγόταν σαν ελπίδα».

Comments are closed.