Ζωγραφική και γραφή: βιβλία και πορτρέτα συγγραφέων

Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί  6/5/2024

«Γιατί να λέμε ιστορίες αν θα φέρουν μόνο έναν νέο γύρο τιμωρίας ή απαξίωσης; Ή αν θα αγνοηθούν σαν να μην είχαν κανένα νόημα; Έτσι λειτουργεί η προληπτική φίμωση. Το να έχεις φωνή σημαίνει όχι μόνο την ικανότητα των ζώων να εκφέρεις ήχους, αλλά και την ικανότητα να συμμετέχεις πλήρως στις συζητήσεις που διαμορφώνουν την κοινωνία σου, τις σχέσεις σου με τους άλλους και τη δική σου ζωή. Υπάρχουν τρία βασικά πράγματα που έχουν σημασία προκειμένου να έχεις φωνή: η ακρόαση, η αξιοπιστία και το αποτέλεσμα». Rebecca Solnit

«Σύνδεσα τις τελείες, είδα μια επιδημία, μίλησα και έγραψα για τα μοτίβα που είδα, περίμενα τρεις δεκαετίες για να γίνει δημόσια συζήτηση…» Rebecca Solnit

«Συχνά θεωρείται ότι ο θυμός οδηγεί μια τέτοια δραστηριότητα, αλλά ο ακτιβισμός καθοδηγείται από την αγάπη…» Rebecca Solnit

Όπως ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση, ένα βασικό υποκείμενο νήμα ή θέμα του βιβλίου της Rebecca Solnit, Recollections of My Non–Existence / Αναμνήσεις της ανυπαρξίας μου, αφορά: το ποιος μπορεί να πει ιστορίες, ποιος τις ακούει, ποιος απαξιώνεται και φιμώνεται, ποιες ιστορίες διαγράφονται και εξαφανίζονται και ποιες ιστορίες λείπουν χωρίς να το γνωρίζουμε.  Η Solnit τοποθετεί τον εαυτό της πολιτισμικά, ιστορικά, γεωγραφικά, και με αυτόν τον τρόπο γίνεται κομμάτι όλων των γυναικών που προσπάθησαν να βρουν τον δρόμο τους και μια φωνή για να πουν ιστορίες που διαφορετικά θα είχαν σιωπήσει. Γράφει: «… η μισή γη είναι στρωμένη με τον φόβο και τον πόνο των γυναικών, ή μάλλον με την άρνηση αυτών, και μέχρι να δουν το φως του ήλιου οι ιστορίες που βρίσκονται θαμμένες, αυτό δεν θα αλλάξει». Τέλος, παρόλο που οι αφηγήσεις της είναι ενσωματωμένες ως επί το πλείστον σε έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, οι ιδέες και τα επιχειρήματα του βιβλίου  αφορούν κι έχουν απήχηση σε πολλούς ανθρώπους, ιδιαίτερα στις γυναίκες, σε πολλά γεωγραφικά και πολιτισμικά πλαίσια.

Αναφερόμενη στα χρόνια της νιότης της, η Solnit γράφει: «Εκείνες τις μέρες, προσπαθούσα να εξαφανιστώ και να εμφανιστώ, προσπαθώντας να είμαι ασφαλής και να είμαι κάποια, και αυτές οι επιδιώξεις ήταν συχνά σε αντίθεση μεταξύ τους. Και παρακολουθούσα τον εαυτό μου για να δω αν μπορούσα να διαβάσω στον καθρέφτη τι θα μπορούσα να είμαι και αν ήμουν αρκετά καλή και αν όλα αυτά που μου είχαν πει για τον εαυτό μου ήταν αληθινά. Το να είσαι νέα γυναίκα σημαίνει να αντιμετωπίζεις τον αφανισμό σου με αμέτρητους τρόπους ή να επιλέγεις τη φυγή από αυτόν ή την γνώση αυτού του αφανισμού,  ή όλα αυτά ταυτόχρονα…….. Προσπαθούσα να μην γίνω το θέμα της ποίησης κάποιου άλλου και να μην με σκοτώσουν. Προσπαθούσα να βρω μια δική μου ποιητική, χωρίς χάρτες, χωρίς οδηγούς, χωρίς πολλά στηρίγματα για να συνεχίσω. Μπορεί αυτά να ήταν εκεί έξω, αλλά δεν τα είχα εντοπίσει ακόμα».

Πολλές φορές στη νεότητα μας μπορεί να έχουμε επίγνωση της ανάγκης να αντισταθούμε, αλλά χωρίς ξεκάθαρη συνειδητοποίηση του τι αψηφούμε  ή εναντίον τίνος παλεύουμε ή με τι συμμορφωνόμαστε από φόβους –  αρθρωμένους και ανομολόγητους.  Τα νεότερα  χρόνια μας και οι μάχες που κερδίσαμε και οι αγώνες που χάσαμε, αφήνουν σημάδια και καθορίζουν πολλά από αυτά που θα ακολουθήσουν και που πρόκειται να γίνουμε.  Η Solnit αναφέρει: «Συχνά αγνοούσα σε τι και γιατί αντιστεκόμουν, κι έτσι η ανυπακοή  μου ήταν θολή, ασυνάρτητη, σπασμωδική. Εκείνα τα χρόνια που δεν υπέκυπτα, ή που υπέκυπτα σαν κάποια που βυθίζεται σε ένα τέλμα και μετά σπαρταρά για να ξεφύγει, ξανά και ξανά, ανασύρονται τώρα καθώς βλέπω νεαρές γυναίκες γύρω μου να δίνουν τις ίδιες μάχες. Ο αγώνας δεν ήταν μόνο για να επιβιώσει κανείς σωματικά, αν και αυτό από μόνο του μπορούσε να είναι αρκετά έντονο, αλλά για να επιβιώσει ως άτομο με δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος συμμετοχής και αξιοπρέπειας και φωνής. Περισσότερο από το να επιβιώσεις, λοιπόν: να ζήσεις».

Η υπόθεση ενηλικίωσης είναι πολύπλοκη και η διαδρομή είναι συχνά διάσπαρτη με εσωτερικά και εξωτερικά εμπόδια κάθε είδους. Επιπλέον, υπονοείται ότι η ενηλικίωση είναι μια συνεκτική και ομοιόμορφη κατηγορία στην οποία θα μπει κανείς απλά φτάνοντας σε μια συγκεκριμένη ηλικία ή πραγματοποιώντας ορισμένα πράγματα, κάτι που απέχει πολύ από την αλήθεια. Πρώτον, η διαδικασία της ενηλικίωσης είναι μια χρονοβόρα διαδικασία και μπορεί να είναι δια βίου. Μπορεί επίσης να φαίνεται διαφορετική για διαφορετικούς ανθρώπους σε διαφορετικούς πολιτισμούς και απαιτεί πολλή ενέργεια, δημιουργικότητα, γνώση, δουλειά και υποστήριξη. Η Solnit γράφει: «Η λέξη ενήλικας υποδηλώνει ότι όλοι οι άνθρωποι που έχουν ενηλικιωθεί σύμφωνα με το νόμο αποτελούν μια συνεκτική κατηγορία, αλλά είμαστε ταξιδιώτες που αλλάζουν και διασχίζουν μια μεταβαλλόμενη χώρα καθώς προχωράμε. Ο δρόμος είναι ραγισμένος και ελαστικός…… Δεν είναι μόνο ότι είσαι έφηβος στο τέλος της εφηβείας σου, αλλά ότι η ενηλικίωση, μια κατηγορία στην οποία βάζουμε όλους όσους δεν είναι παιδιά, είναι μια διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση………  Δημιουργείς κάτι, μια ζωή, έναν εαυτό, και είναι ένα έργο έντονα δημιουργικό καθώς κι ένα έργο στο οποίο είναι πιθανόν να αποτύχεις, λίγο, πολύ, τραγικά, μοιραία. Η νιότη είναι ένα εγχείρημα υψηλού κινδύνου».

Η Solnit γράφει για τόπους, σπίτια και το εσωτερικό τους, και για το πώς η γεωγραφία και οι χώροι που κατοικούμε γίνονται μέρος του εαυτού μας και επιτρέπουν την ανάπτυξη και πραγμάτωση μας ή καταπνίγουν τη διαδικασία, κι ακόμη πώς εμείς και οι τόποι και οι κατοικίες γινόμαστε ένα. Πάντα με ενδιέφερε το πώς ο τόπος και ο χώρος διαμορφώνουν, καθορίζουν και χρωματίζουν την αντίληψή μας, και συχνά έχω επιστρέψει σε αυτό το θέμα και στη σχετική βιβλιογραφία, ακόμη και σε πιο πρόσφατες αναρτήσεις. Η Solnit γράφει σχετικά με ένα διαμέρισμα που κατοικούσε για δεκαετίες  και που κατά κάποιο τρόπο έγινε τατουάζ στον ψυχισμό της: «Έζησα τόσο καιρό εκεί στο μικρό διαμέρισμα και εισχωρήσαμε ο ένας στον άλλο… Όταν ήταν ακόμα το σπίτι μου, ονειρευόμουν πολλές φορές ότι έβρισκα ένα άλλο δωμάτιο σε αυτό, μια άλλη πόρτα. Κατά κάποιο τρόπο ήμουν εγώ και ήμουν αυτό το σπίτι, κι έτσι αυτές οι ανακαλύψεις ήταν, φυσικά, άλλα μέρη του εαυτού μου».

Η Solnit μιλά επίσης για την ελευθερία μετακίνησης μέσα στο δημόσιο χώρο και στη φύση. Γράφει για το περπάτημα και την κατοίκηση δημοσίων χώρων, περιγράφοντας λεπτομερώς τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες όταν βγαίνουν έξω στον κόσμο, τη διακριτική και όχι τόσο διακριτική παρενόχληση, την καταδίωξη ή άλλες δυσάρεστες ή απειλητικές συμπεριφορές που συχνά αντιμετωπίζουν νεαρά κορίτσια, αλλά  και γυναίκες όλων των ηλικιών. Παρέχει αφηγήσεις της δικής της εμπειρίας και άλλων γυναικών. Μερικές ιστορίες ήταν τόσο οικείες, σχεδόν πανομοιότυπες με τις δικές μου , παρόλο που έχω ζήσει και κινηθεί σε πολύ διαφορετικούς γεωγραφικούς χώρους.  Επίσης αναγνώρισα την αγάπη της για το περπάτημα και τους ανοιχτούς χώρους, τη φύση. Αναλογίστηκα  αν θα ήθελα να αναφερθώ σε κάποιες από τις δικές μου εμπειρίες εκφοβισμού και παρενόχλησης διαφόρων βαθμών έντασης: στα μέσα μεταφοράς. στο δρόμο, σε δημόσιους χώρους και κτίρια και σε άλλα πλαίσια. Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερα περιστατικά έρχονταν στο νου μου, και καθώς προχωρούσε η ανάγνωση του βιβλίου ήρθε στη μνήμη μου ένα μοτίβο από παρόμοιες εμπειρίες σε βάθος χρόνου.

Η Solnit γράφει:

«Το περπάτημα ήταν η ελευθερία μου, η χαρά μου, η προσιτή μεταφορά μου, η μέθοδος μου να μάθω να καταλαβαίνω τόπους, το πώς είμαι στον κόσμο,  το πώς σκέφτομαι τη ζωή μου και το γράψιμό μου, και το πώς προσανατολίζομαι. Το ότι μπορεί να ήταν πολύ επικίνδυνο να το κάνω ήταν κάτι που δεν ήμουν διατεθειμένη να δεχτώ, αν και όλοι οι άλλοι ήταν περισσότερο από πρόθυμοι να το δεχτούν για λογαριασμό μου. Γίνε φυλακισμένη, παρότρυναν χαρούμενα. αποδέξου την ακινησία σου, οχύρωσε τον εαυτό σου σαν αγκυροβόλιο…» και αλλού γράφει: «….κάποιες φορές φαινόταν σαν να ήταν όλα προορισμένα να με κλείσουν μόνη στο σπίτι σαν ένα άτομο πρόωρα στο φέρετρό της».

Κι αργότερα αναφέρει: «Μια μέρα, όταν περνούσα από ένα μικρό πάρκο ακριβώς ανατολικά της γειτονιάς, ένας περαστικός που δεν είχα ξαναδεί με έφτυσε στο πρόσωπο χωρίς να σταματήσει. Ακόμα και με άλλους ανθρώπους τριγύρω, ήμουν μόνη: με παρενόχλησαν περισσότερες από μία φορές στο λεωφορείο για το σπίτι ενώ όλοι προσποιούνταν ότι δεν συνέβαινε τίποτα, ίσως επειδή ένας εξαγριωμένος άνδρας τους φόβιζε, ίσως επειδή εκείνη την εποχή συχνά οι άνθρωποι δεν το θεωρούσαν δική τους υπόθεση,  ή κατηγορούσαν τη γυναίκα». Μια φορά, μετά από ένα περιστατικό που μου συνέβη σε ένα λεωφορείο, μια σχολική φίλη που είχε δει τα σιωπηλά δρώμενα, μου είπε ότι τέτοια πράγματα δεν της συνέβαιναν ποτέ, κάτι που ήταν ένα αποτελεσματικό μέσο φίμωσης κι αποδοχής  των πραγμάτων. Σύντομα μάθαινε κανείς να μην μιλάει για ορισμένα πράγματα και να τα προσπερνά όσο πιο αθόρυβα μπορεί. Η Solnit σχολιάζει: «Συχνά λέμε σιωπηλή, κάτι που προϋποθέτει ότι κάποια προσπάθησε να μιλήσει. Στην περίπτωσή μου, δεν ήταν φίμωση επειδή δεν σταμάτησαν καμία ομιλία . δεν ξεκίνησε ποτέ ή είχε σταματήσει τόσο παλιά, δεν θυμάμαι πώς συνέβη».

Μια άλλη φορά στα τέλη της εφηβείας μου, ένας άντρας, ίσως γύρω στα τριάντα, με ακολούθησε μέχρι το σπίτι. Κάποια στιγμή του ζήτησα ευγενικά να με αφήσει ήσυχη. Γέλασε και σαν σκιά με ακολούθησε μέχρι την πόρτα της πολυκατοικίας όπου μέναμε τότε και μετά κράτησε την εξώπορτα ανοιχτή. Μπήκε στην είσοδο της πολυκατοικίας και μετά στο ασανσέρ μαζί μου. Θυμάμαι έντονα ότι κάποια στιγμή ο φόβος μου μετατράπηκε σε κατάπληξη για το απίστευτο θράσος του.  Η Solnit γράφει: «Ήταν η κουλτούρα, ήταν συγκεκριμένοι άνθρωποι κι ένα σύστημα που τους έδινε περιθώριο, κοίταζε από την άλλη ……  Η αλλαγή αυτής της κουλτούρας και αυτών των συνθηκών φαινόταν να είναι η μόνη επαρκής απάντηση. Το ίδιο ισχύει και σήμερα.”

Και η ειρωνεία ήταν ότι ένιωθε κανείς ότι ο μόνος τρόπος για να είναι ασφαλής ή να αποφύγει την κλιμάκωση ήταν να σιωπήσει, να προσπαθήσει να εξαφανιστεί, ακόμη και σωματικά. Η Solnit σχολιάζει την λεπτότητα και την αδυναμία και το να μην πιάνει κανείς πολύ χώρο. Γράφει: «Δεν είναι περίεργο που ήμουν αδύνατη, δεν είναι περίεργο που οι γυναίκες επαινούνταν τόσο για το ότι ήταν αδύνατες, για το ότι έπιαναν όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο, που αιωρούνταν στο χείλος της εξαφάνισης, δεν είναι περίεργο που μερικές από εμάς εξαφανίστηκαν λόγω της υποφαγίας σαν χώρα που παραχωρεί εδάφη, ένας στρατός που υποχωρούσε μέχρι που έπαψε να υπάρχει».

Η Solnit αναφέρεται στις πολιτισμικές αιτίες και κοινωνικούς παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτήν την πραγματικότητα, παράγοντες όπως η «φυλή», η τάξη, η οικονομική κατάσταση, το φύλο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η αναπηρία, η εθνικότητα, η χρόνια βία και το τραύμα, αλλά και η πεποίθηση ή η πίστη στον εαυτό…. «Πίστη στον εαυτό σου και στα δικαιώματά σου. Πίστη στις δικές σου εκδοχές και αλήθεια και στις δικές σου απαντήσεις και ανάγκες. Πίστη ότι εκεί που στέκεσαι είναι η θέση σου. Πίστη ότι είσαι σημαντική.” Αναφέρεται επίσης στην υπονομευτική διαδικασία άρνησης στους ανθρώπους της αλήθειας τους, άρνησης των γεγονότων των εμπειριών τους. Γράφει: «Ένα πράγμα που κάνει τους ανθρώπους να τρελαίνονται είναι να τους  λένε ότι οι εμπειρίες που έχουν βιώσει δεν συνέβησαν στην πραγματικότητα, ότι οι περιστάσεις που τους περιβάλλουν είναι φανταστικές, ότι τα προβλήματα είναι όλα στο κεφάλι τους και ότι αν είναι στενοχωρημένοι είναι ένα σημάδι της αποτυχίας τους, όταν επιτυχία θα ήταν να σιωπήσουν ή να πάψουν να γνωρίζουν αυτά που ξέρουν. ”

Το βιβλίο περιέχει πολλά ακόμη  θέματα και νήματα μιας μεγαλύτερης ταπισερί, και φυσικά ένα είναι η αγάπη για τα βιβλία και το διάβασμα. Νομίζω ότι οι ιδέες και τα συμπεράσματα της μπορεί να είναι οικεία και να τα  νιώθουν αληθινά  όσοι έλκονται από τα βιβλία και το διάβασμα ή το γράψιμο, τουλάχιστον στον ένα ή στον άλλο βαθμό. Κάποτε είχα επαναλαμβανόμενες εκδοχές του ίδιου ονείρου, στο οποίο όλα τα βιβλία που είχα διαβάσει ήταν τα δομικά στοιχεία ενός σπιτιού, άλλοτε το σπίτι έκλεινε απειλητικά πάνω μου και άλλοτε άνοιγε σε μια όμορφη θέα. Η Solnit περιγράφει ένα βιβλίο ως τούβλο και ως πουλί: Γράφει: «Κλειστό, ένα βιβλίο είναι ένα ορθογώνιο, λεπτό σαν γράμμα ή χοντρό και συμπαγές σαν κουτί ή τούβλο. Ανοιχτό, είναι δύο τόξα χαρτιού που φαίνονται από πάνω ή κάτω όταν το βιβλίο είναι ορθάνοιχτο, όπως το φαρδύ V των πουλιών που πετούν. Σκέφτομαι αυτό και μετά τις γυναίκες που μετατρέπονται σε πουλιά και μετά τη Φιλομήλα, που στον ελληνικό μύθο μετατρέπεται σε αηδόνι……» Περιγράφοντας το εσωτερικό του διαμερίσματός της και του νου της, σε σχέση με τα βιβλία που συσσωρεύονται, η Solnit προσθέτει : «Τα πουλιά μου συνέρρεαν και τελικά μια μεγάλη σειρά από ράφια στένεψε το διάδρομο και γέμισε κατά το ήμισυ το κύριο δωμάτιο και συσσωρεύτηκε σε ασταθείς στοίβες στο γραφείο μου και σε άλλες επιφάνειες. Εξοπλίζεις το νου σου με αναγνώσματα με τον τρόπο που επιπλώνεις ένα σπίτι με βιβλία, ή μάλλον τα φυσικά βιβλία μπαίνουν στη μνήμη σου και γίνονται μέρος του εξοπλισμού της φαντασίας σου».

Σε σχέση με την ανάγνωση, μιλάει για την αναστολή του χρόνου και του τόπου για να ταξιδεύσει κανείς στο νου του συγγραφέα, και μέσα από αυτή την ενασχόληση / σχ’εση με το νου του συγγραφέα προκύπτει κάτι ανάμεσα στο νου του αναγνώστη και του συγγραφέα.  Η Solnit μας λέει: «Μεταφράζεις τις λέξεις σε δικές σου εικόνες, πρόσωπα, μέρη, φως και σκιά και ήχο και συναίσθημα. Ένας κόσμος αναδύεται στο κεφάλι σου που έχεις φτιάξει με εντολή του συγγραφέα και όταν είσαι παρούσα σε αυτόν τον κόσμο, είσαι απούσα από τον δικό σου. Είσαι ένα φάντασμα και στους δύο κόσμους και ένα είδους θεού στον κόσμο που δεν είναι ακριβώς αυτός που έγραψε η συγγραφέας, αλλά ένα υβρίδιο της φαντασίας της και της δικής σου. Οι λέξεις είναι οδηγίες, το βιβλίο ένα κιτ, η πλήρης ύπαρξη του βιβλίου είναι κάτι άυλο, εσωτερικό, ένα γεγονός παρά ένα αντικείμενο, και μετά μια επιρροή και μια ανάμνηση. Ο αναγνώστης είναι αυτός που ζωντανεύει το βιβλίο».

Τα σχέδια που συνοδεύουν ή συμπληρώνουν το σημερινό κομμάτι είναι πορτρέτα συγγραφέων των οποίων τα βιβλία έχω κατοικήσει στο μακρινό παρελθόν, και πιο πρόσφατα καθώς άκουγα μερικά από τα έργα τους ενώ έφτιαχνα τα πορτρέτα τους.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Καθώς αυτή τη στιγμή διαβάζω ένα άλλο βιβλίο της Solnit, The Faraway Nearby  /  Το Μακρινό κοντινό, μπορεί να επιστρέψω στη δουλειά της σε μελλοντικές αναρτήσεις. Σε αυτό το βιβλίο γράφει για την απώλεια και τη θλίψη και για την ανάγνωση και τα βιβλία ως πύλες και πόρτες που ανοίγουν σε άλλους κόσμους όπως στα παιδικά βιβλία. Στο μεταξύ, σε στο βιβλίο που παρουσιάζω στο σημερινό κείμενο η συγγραφέας θέτει ερωτήματα που έχει συλλογιστεί και αναλύσει και ερωτήσεις που οι αναγνώστες μπορούν να αναλογιστούν.

Σε σχέση με την επιθετικότητα, τη βία και τον φόβο, ρωτά:

Πόσα από όλα αυτά εισέρχονται στη συνείδηση σου πριν αλλάξει η συνείδηση σου; Τι κάνει αυτό σε όλες τις γυναίκες που έχουν μια σταγόνα ή ένα κουταλάκι του γλυκού ή ένα ποτάμι αίμα στις σκέψεις τους; Τι γίνεται αν είναι μια σταγόνα κάθε μέρα; Τι γίνεται αν περιμένεις να γίνει κόκκινο το καθαρό νερό; Τι σου  προκαλεί να βλέπεις ανθρώπους σαν εσένα να βασανίζονται; Ποια ζωτικότητα και ηρεμία ή ικανότητα να σκέφτεσαι άλλα πράγματα, πόσο μάλλον να τα κάνεις, χάνεται, και πώς θα ήταν να ήταν πάλι δικά σου;

Τι είναι δικό σου; Πού είσαι ευπρόσδεκτη, που επιτρέπεται να υπάρχεις; Πόσος χώρος υπάρχει για σένα; που σε εμποδίζουν να βαδίσεις στο δρόμο ή στο επάγγελμα ή στη συζήτηση;

Πού στέκεσαι; Που ανήκεις; Αυτές είναι συχνά ερωτήσεις σχετικά με πολιτικές θέσεις ή αξίες, αλλά μερικές φορές το ερώτημα είναι προσωπικό: Νιώθεις ότι έχεις τόπο να σταθείς; Είναι δικαιολογημένη η ύπαρξή σου στα δικά σου μάτια, αρκετά ώστε να μην χρειαστεί να υποχωρήσεις ή να επιτεθείς; Έχεις δικαίωμα να είσαι εκεί, να συμμετέχεις, να πιάνεις χώρο στον κόσμο, στην αίθουσα, στη συζήτηση, στο ιστορικό αρχείο, στα όργανα λήψης αποφάσεων, να έχεις ανάγκες, θέλω, δικαιώματα; Νιώθεις υποχρεωμένη να δικαιολογηθείς ή να ζητήσεις συγγνώμη ή να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου στους άλλους; Φοβάσαι μην τραβηχτεί το χαλί κάτω από τα πόδια σου, μην κλείσουν δυνατά  την πόρτα στο πρόσωπό σου; Δεν απαιτείς κάτι εξ αρχής, επειδή έχεις ήδη ηττηθεί ή περιμένεις να ηττηθείς αν εμφανιστείς; Μπορείς να δηλώσεις τι θέλεις ή χρειάζεσαι χωρίς αυτό να θεωρείται, από τον εαυτό σου ή από αυτούς που απευθύνεσαι, ως επιθετικότητα ή επιβολή; Τι σημαίνει ούτε να προχωράς, όπως ένας στρατιώτης που κάνει πόλεμο, ούτε να υποχωρείς; Τι σημαίνει να σου ανήκει χώρος και να νιώθεις ότι είναι δικός σου μέχρι τα βαθύτερα αντανακλαστικά και συναισθήματα σου; Τι σημαίνει να μην ζεις σε καιρό πολέμου, να μην χρειάζεται να είσαι έτοιμη για πόλεμο;

Comments are closed.