Τόποι IV
«Το πραγματικό ταξίδι της ανακάλυψης δεν συνίσταται στο να βλέπεις νέους τόπους αλλά να βλέπεις με νέα μάτια». Μαρσέλ Προυστ
Στη σημερινή ανάρτηση εκτός από σχέδια θα συμπεριλάβω και μια σύντομη αναφορά σε ένα βιβλίο που διάβασα αυτές τις μέρες.
Το Τηλεφώνημα που δεν έγινε του Απόστολου Δοξιάδη είναι αυτοβιογραφικό με στοιχεία μυθοπλασίας και επιχειρεί με επίκεντρο μια ταινία, με τίτλο Το τηλεφώνημα, που ο έφηβος Δοξιάδης έφτιαξε όταν ήταν δεκατεσσάρων χρονών, να διερευνήσει μεταξύ άλλων το νόημα που είχε δώσει σε αυτό το έργο ο έφηβος εαυτός του και πως το νοηματοδοτεί ο ενήλικας μετά από πάρα πολλές δεκαετίες, Σε αυτήν την ασπρόμαυρη δεκάλεπτη ταινία ένας άστεγος αλήτης βρίσκει ένα κέρμα και τρέχει σε ένα θάλαμο να τηλεφωνήσει, μα μένει μετέωρος και άπραγος. Δεν τηλεφωνεί. Είναι ένα ανοικτό τέλος; Το νόημα αυτού του ερωτηματικού καλείται ο ενήλικας πλέον Δοξιάδης να επανανοηματοδοτήσει στην έκτη δεκαετία της ζωής του.
Ο νεαρός Απόστολος είχε γράψει το σενάριο και είχε σκηνοθετήσει την ταινία την χρονιά που ήταν οικότροφος σε ένα σχολείο στην Ουάσιγκτον, όπου ένιωθε ξένος και μόνος, βρίσκοντας διαφυγή στον κινηματογράφο και στη λογοτεχνία. Η ταινία είχε τότε κερδίσει το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ της Νέας Υόρκης για ταινίες μικρού μήκους που έκαναν μαθητές και μια συνέντευξη στην Ουάσινγκτον Ποστ. Μια αδιάφορη κηδεία ενός σκηνοθέτη που εγκατέλειψε την τέχνη μετά την πρώτη του ταινία πυροδοτεί το ταξίδι αυτογνωσίας του Δοξιάδη εφόσον και ο ίδιος για πολλά χρόνια είχε εγκαταλείψει τον εαυτό-καλλιτέχνη.
Η ταινία στην ιστορία που μας αφηγείται ο συγγραφέας είναι το αντικείμενο ή το σημείο από το οποίο ξεπηδούν περιμετρικοί κύκλοι από ερωτήματα, συναισθήματα, αμφιβολίες και νοήματα, φέρνοντας στο τέλος βαθύτερη επίγνωση. Ο τρόπος που ο συγγραφέας αφηγείται την ιστορία είναι μάλλον συνειρμικός κι αυτό επιτρέπει την διερεύνηση του ψυχισμού του καθώς ξεφλουδίζει τις διάφορες στρώσεις από γεγονότα, ψυχολογικές άμυνες και αντιστάσεις, τον φόβο του θανάτου, τραύματα και αλήθειες. Ο Δοξιάδης προσπαθεί να θυμηθεί τον 14χρονο εαυτό του, τον καλλιτέχνη εαυτό πριν την αλλοτρίωση ή την αποξένωση από εκείνον που έφεραν τα γεγονότα εκείνης της δύσκολης χρονιάς, προσπαθώντας να ξανακερδίσει σημαντικά κομμάτια του εαυτού που πάγωσαν ή κρύφτηκαν σε δυσπρόσιτες γωνιές. Συναισθήματα, ακούσματα, όνειρα, κουβέντες της συζύγου του και φίλων, βιβλία, όλα γίνονται μέρος μιας επίπονης ψυχολογικής διεργασίας. Αναζητά «στιγμές μαντλέιν»**, ακούσιες μνήμες, οι οποίες συνήθως έρχονται ακάλεστες, όπως ήδη γνωρίζει ο συγγραφέας.
Μέσα από ασκήσεις μνημονικής, συνειρμική γραφή και ερωτήματα που θέτει προσπαθεί να ανασύρει μνήμες, να συνδέσει το παρελθόν με το παρόν και κατά κάποιο τρόπο να ενσωματώσει (integrate) τον αποκομμένο εφηβικό εαυτό. Θυμάται βιβλία και ταινίες και καλλιτεχνικά ρεύματα που επηρέασαν τον έφηβο, όπως λόγου χάρη, το βιβλίο του Ντύλαν Τόμας, Το πορτραίτο ενός σκύλου. Γράφει: «Αλλά δεν αρκούσε αυτό ως εξήγηση για την προτίμηση μου στον τίτλο του Ντύλαν Τόμας. Γιατί, ενώ το βιβλίο προφανώς μιλάει για ανθρώπους όχι για σκυλιά, η μεταφορά που χρησιμοποιεί άγγιξε την καρδιά μου, τόσο που, ακόμα και τώρα καθώς θυμάμαι τον τίτλο, το «young dog» μου προκαλεί ένα ρίγος, προφανώς με τις ρίζες του σε κείνα τα χρόνια. Γιατί όμως να νιώθει ένα δεκατετράχρονο αγόρι ταύτιση με έναν νεαρό σκύλο»;
Καθώς αναζητά τις αιτίες που τον οδήγησαν στην δημιουργία της ταινίας και το πραγματικό της νόημα, τηλεφωνεί και σε έναν παλιό συμμαθητή του από το οικοτροφείο, ο οποίος τον βοηθά να καταλάβει ότι ο ήρωας της ταινίας, ο αλήτης, ίσως να αντανακλούσε τον έφηβο καλλιτέχνη εαυτό του και ότι το πρόσωπο στο οποίο δεν μίλησε και από το οποίο δεν μπόρεσε τελικά να ζητήσει βοήθεια ήταν ο χειραγωγικός και απρόσιτος πατέρας. Ίσως ο ήρωας του Δοξιάδη να καθρεφτίζει τον καθένα από εμάς που δεν καταφέρνει να μιλήσει και να ζητήσει βοήθεια. Στη διάρκεια αυτού του εσωτερικού και εξωτερικού ταξιδιού ο συγγραφέας θα θυμηθεί λεπτομέρειες γύρω από την εμφάνιση του φόβου του καρκίνου και τις ψυχαναγκαστικές αντιδράσεις του νεαρού εαυτού του καθώς θα θυμηθεί την ευθανασία του σκύλου του και το βιβλίο που του χάρισε ο πατέρας του εκείνη τη χρονιά. Θα ανακαλύψει πως ο έντονος φόβος του θανάτου, προκάλυμμα βαθύτερων πόνων, είναι σφιχτά δεμένος με τον πατέρα και τη σύγκρουση μαζί του.
Το σχετικά σύντομο βιβλίο μοιάζει με έναν μακρύ και επίμοχθο διάλογο με κομμάτια του εαυτού του, και αγγίζει θέματα σχετικά με την τέχνη, την δημιουργική πηγή του εαυτού μας, το πώς κόβεται ή χάνεται το νήμα στην παιδική ή εφηβική ηλικία, το πώς και πότε αποξενωνόμαστε από κομμάτια του εαυτού μας, του κοινωνικού φθόνου, τις προσωπικές άμυνες και αντιδράσεις του συγγραφέα, και τέλος την λύση του αδιεξόδου μέσω της αναζήτησης του μη αλλοτριωμένου εαυτού.
Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο:
«Και εκεί, στο ανθισμένο πάρκο, θα βρούμε τον αλήτη μας να κοιμάται σε ένα πάγκο. Θα τον ξυπνήσουμε και θα τον σηκώσουμε και θα τον πάρουμε από το χέρι, από το ένα εσύ και από το άλλο εγώ, και θα τον πάμε για μια ακόμη φορά στον γυάλινο θάλαμο. Μη σε νοιάζει, το κέρμα το έχω εγώ, το έχω κρατήσει στην τσέπη μου από τότε, γιατί έχουν μεγάλη αξία τα δέκα σεντς. Θα τα δώσω στον αλήτη, και τότε, σου υπόσχομαι, θα μπορέσει επιτέλους να τηλεφωνήσει. Και να μιλήσει».
** Η ακούσια αυτοβιογραφική μνήμη, γνωστή και ως στιγμή μαντλέιν, εμφανίζεται όταν κάποιο ερέθισμα στην καθημερινή ζωή προκαλεί αναμνήσεις του παρελθόντος χωρίς συνειδητή προσπάθεια, ενώ η εκούσια μνήμη χαρακτηρίζεται από μια συνειδητή προσπάθεια ανάκλησης του παρελθόντος. Ο Μαρσέλ Προυστ ήταν ο πρώτος που επινόησε τον όρο ακούσια μνήμη, στο μυθιστόρημά του In Search of Lost Time or Remembrance of Things Past. Ο Προυστ θεώρησε ότι η ακούσια μνήμη περιέχει την «ουσία του παρελθόντος» που έλειπε από την εκούσια μνήμη. Ονομάζεται μαντλέν στιγμή γιατί όταν ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος του τρώει μια μαντλέν (κεικ) εμποτισμένη με τσάι, αυτόματα ανασύρεται μια ξεχασμένη παιδική ανάμνηση κατανάλωσης μαντλέν εμποτισμένης με τσάι με τη θεία του. Στη συνέχεια, σιγά-σιγά ανακαλεί το σπίτι της παιδικής ηλικίας και την πόλη. Αυτό εξελίσσεται σε θέμα σε όλο το βιβλίο, καθώς μέσω των αισθήσεων ανασύρονται μνήμες από το παρελθόν [πηγή Wikipedia].
Αν κάποιος ενδιαφέρεται να διαβάσει περισσότερα για τη μνήμη, μπορεί να μεταβεί στην ανάρτηση Knowing how memory works is empowering // Η γνώση της λειτουργίας της μνήμης μας ενδυναμώνει [6-9-2014]. Δεν είναι διαθέσιμο στα ελληνικά.