Συνταγές και αλλοστατικό φορτίο ή θάνατος από χιλιάδες κοψίματα από χαρτί     (Edited 5/10/2021)

Μέρος Πρώτο

Σε κάποιες πρόσφατες αναρτήσεις έγραψα για τα σχήματα και τις πεποιθήσεις (schemata & beliefs) που έχουμε σχετικά με την αίσθηση της αξίας μας, της ζωής και του κόσμου γενικότερα. Ένας τομέας πεποιθήσεων στον οποίο δεν αναφέρθηκα είναι όλες οι συνειδητές και ασυνείδητες απόψεις που όλοι κουβαλάμε γύρω από το φαγητό, πολλές από τις οποίες εσωτερικεύουμε νωρίς μέσα στο οικογενειακό μας περιβάλλον κι αργότερα, μέσω των πολλών κοινωνικό-πολιτισμικών μηνυμάτων. Το φαγητό είναι τόσο σημαντικό όσο η αναπνοή για να μας κρατήσει ζωντανούς και είναι μια διαδικασία στην οποία πολλοί από εμάς συμμετέχουμε αρκετές φορές τη μέρα, κάθε μέρα, για όσο διάστημα παραμένουμε σ’ αυτόν τον πλανήτη. Η τροφή / Το φαγητό συνδέεται με την ανάπτυξη και την υγεία μας και η έλλειψή τροφής λόγω φτώχειας ή διατροφικών διαταραχών επηρεάζει την ανάπτυξη και τη γενική ευημερία μας. Οι πεποιθήσεις μας σχετικά με το φαγητό / την διατροφή αντικατοπτρίζουν την οπτική μας για τη ζωή γενικότερα. Όπως ανέφερα το φαγητό και η λήψη τροφής είναι βαθιά συνυφασμένα με τις πρώιμες και μεταγενέστερες εμπειρίες προσκόλλησης, αλλά και τις πολιτιστικές και θρησκευτικές πρακτικές και μηνύματα. Έχοντας όλα αυτά υπόψη, αγόρασα πρόσφατα ένα βιβλίο συνταγών, κάτι που δεν είχα κάνει για πάνω από μια δεκαετία. Στην πραγματικότητα, είχα δώσει πολλά από τα βιβλία που ήδη είχα. Το συγκεκριμένο βιβλίο μαγειρικής έχει στοιχεία βιβλίου απομνημονευμάτων και ταξιδιωτικού οδηγού μαζί με τις συνταγές. Οι συνταγές έχουν επίσης μια μικρή προσωπική αφήγηση. Στο βιβλίο ο δεσμός μεταξύ του φαγητού και των παιδικών εμπειριών, καθώς και, η επιρροή των κοινωνικό-πολιτισμικών πλαισίων που βρισκόμαστε γίνεται εμφανής. Καθώς το διάβασα διαπίστωσα ότι μερικές από τις εμπειρίες της συγγραφέως ήταν οικείες ή παρόμοιες με τις δικές μου εμπειρίες του χωριού όπως το γνώρισα για λίγο όταν έφτασα στην Ελλάδα στην εφηβεία, και επίσης, αργότερα στην ενήλικη ζωή μου.

Ο τίτλος του βιβλίου είναι: Η Ελένη Ψυχούλη μαγειρεύει του καλού καιρού. Οι τίτλοι των κεφαλαίων του πρώτου μέρους του βιβλίου έχουν αρκετό ενδιαφέρον: Το χωριό μου, Το μποστάνι, Το κολατσιό, Στο κατώγι της κυρά-Μορφιάς, Το φίδι, Τα ψάρια της Δόξας, Το τυρί της Σταθούς, Τα κουζινάκια, Το σπίτι της Ζωής, Η πόλη πάει διακοπές στο χωριό, Το φρέσκο αυγό, Η ξαπλώστρα, Τι τρώνε στο χωριό, Τι μαγείρεψες σήμερα; Η φανουρόπιτα, Η ανακύκλωση, Οι φίλοι, Η δική μου παραλία, Τα κουκουνάρια, H τροφή του θεού, Με ξύπνησε το αγριογούρουνο, Η ρίγανη, Οι κολιτσιάνοι, Όταν η φύση δίνει τη συνταγή, Η συνταγή και Η σιέστα ο θέμα του κεφαλαίου Σιέστα είναι ο μεσημεριανός ύπνος.  Δεν νομίζω ότι η μητέρα μου να κατάφερε ποτέ να με κοιμίσει στη μέση της ημέρας. Το περισσότερο που μπορούσα να κάνω ήταν να μείνω ήσυχη στο κρεβάτι μου και να διαβάσω).

Το βιβλίο επικεντρώνεται γύρω από το σπίτι και το χωριό που συνήθιζε να πηγαίνει στις καλοκαιρινές διακοπές της η συγγραφέας ως παιδί και που εξακολουθεί να αγαπάει και να επιστρέφει σε αυτό, κι έχει μια νότα νοσταλγίας, χιούμορ και τρυφερότητας για εκείνες τις μέρες της παιδικής της ηλικίας, αλλά και μια κριτική ματιά του παρελθόντος μέσα από το φακό της ενήλικης. Μέσα από τις περιγραφές και τις φωτογραφίες το χωριό της στο Πήλιο γίνεται οικείο ακόμα κι αν δεν το έχουμε επισκεφτεί ποτέ. Τα παρακάτω αποσπάσματα από το βιβλίο μας δίνουν μια γεύση από τις παιδικές καλοκαιρινές διακοπές της και  του κοινωνικό-πολιτισμικού πλαισίου της εποχής.

«Όταν είμαστε μικροί στο χωριό μαγαζί δεν είχαμε. Η γιαγιά μας έβαζε κάθε πρωί στη χούφτα μερικά ψιλά και μας έστελνε στα μποστάνια να ψωνίσουμε τα λαχανικά…. Αγγαρεία επώδυνη. Όχι μόνο γιατί μας διέκοπτε από το παιχνίδι,  αλλά γιατί αυτό το αλισβερίσι πλήγωνε θανάσιμα την αίσθηση του πολιτισμού που είχα τότε μέσα μου για τον κόσμο, όπως τον είχα διδαχτεί μέσα στην πρώτη δεκαετία της ζωής μου στην πόλη. …..Φορούσαν τρύπιες μάλλινες φανέλες μες το καλοκαίρι, τα νύχια τους ήταν μαύρα σαν το κακό…. και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, σε έμπαζαν σε κάτι σκοτεινά ανήλιαγα κατώγια για να σου ζυγίσουν τα ζαρζαβάτια – που έλεγε και η γιαγιά – πάνω σε κάτι σκουριασμένες, παλιές ζυγαριές με αλυσίδες. Στα κατώγια με το πατημένο υγρό χώμα δεν έμπαινε ποτέ το καλοκαίρι, μύριζαν μούχλα, χειμώνα και απειλητικό ημίφως. Στην επαφή με τα λεφτά προσπαθούσα να αποφύγω το άγγιγμα των χεριών τους και με έπιανε πανικός όταν έπρεπε να κλείσω στη χούφτα μου τα λιγδερά όπως νόμιζα, ρέστα τους. Υπήρχε όμως και χειρότερο σενάριο από τα ρέστα: «Ντομάτες καλό μ’ δεν έχου.  Έλα πάλι το απόγευμα».  Σ’ αυτή την περίπτωση, η αγωνία της γιαγιάς για ντομάτα μπορούσε να σε στείλει δυο και τρεις φορές τη μέρα στο κολαστήριο που λεγόταν κατώγι».

«Μια μέρα, μέσα στη μεγάλη κάδη με το λάδι έπεσε ένας ποντικός. Με δέος σπεύσαμε όλοι να σκαρφαλώσουμε στην ανεμόσκαλα να χορτάσουμε το ασύνηθες θέαμα, να πιστοποιήσουμε το συμβάν που τάραξε τα μακάρια νερά της ημέρας μας. Πιασμένη στο χείλος της κάδης παρακολουθούσα την αργή τροχιά του νεκρού ποντικού πάνω σε ένα πέλαγος από ελαιόλαδο…. σαν να κοιμόταν τον πιο ευτυχισμένο θάνατο. Στο μυαλό μου άστραψε η χαρά του ποντικού όταν αντίκρισε μπροστά του την λαδένια θάλασσα που θα χόρταινε την πείνα του… Κακό να είσαι λαίμαργος. Αυτό που περισσότερο ποθείς μπορεί να σε σκοτώσει».

Υπάρχει κι ένα κεφάλαιο στο βιβλίο για το φρέσκο κατσικίσιο γάλα, το οποίο με μετέφερε πίσω στο χρόνο. Όταν ήρθαμε στην Ελλάδα από την Αυστραλία, οι γονείς μου μας πήγαν να επισκεφτούμε τους πολλούς συγγενείς, και στο αγρόκτημα μιας θείας ενθουσιάστηκα με την εξοικειωμένη στα χάδια μαμά κατσίκα και τα κατσικάκια της, αλλά αυτό που δεν περίμενα ήταν ΤΟ ΓΑΛΑ. Η θεία μου έφερε ένα ποτήρι φρέσκο ζεστό γάλα που μύριζε ζώο. Θυμάμαι τον πατέρα μου να προσπαθεί να με πείσει να το πιω επειδή έτσι απαιτούσε η ευγένεια και επειδή ήταν πιο υγιεινό από τα σοκολατούχα ροφήματα που προτιμούσα, ενώ η μητέρα μου, η οποία ήταν επιλεκτική στο θέμα του φαγητού και ανυποχώρητη όσον αφορά το βράσιμο του γάλακτος πριν την κατανάλωση του,  με τα μάτια μ’ ενθάρρυνε καθώς ντροπαλά, αλλά με πείσμα προσπαθούσα να ξεφύγω από το μαρτύριο.  Η Ψυχούλη γράφει: «Η κατσίκα κρυβόταν και πίσω από το μεγαλύτερο μας μαρτύριο. H κυρά Mορφία άφηνε κάθε απόγευμα στην πόρτα μας το γάλα της, με κείνη την ιδιαίτερη, απτή, ζωντανή ζεστασιά από το σώμα του ζώου….. το χειρότερο όμως ήταν πως εκείνο το γάλα οφείλαμε απαρεγκλίτως να το πιούμε, σαν κώνειο και σαν τιμωρία, δις ημερησίως….. τότε ανάμεσα στα πόδια [του αδελφού μου] και μέσα από τις πέτρες του σκαλοπατιού, γλίστρησε ένα φιδάκι. Και ήπιε το γάλα…….  Η γιαγιά πανικόβλητη έσπευσε να τσιμεντώσει το σκαλοπάτι. Οι γονείς παλιά ήξεραν καλά να τσιμεντώνουν κάθε προοπτική ηδονής, οτιδήποτε δεν περιείχε στη συνταγή στρίμωγμα, υποχρεώσεις, υπακοή, καθήκοντα κι έναν από μηχανής θεό».

«Κάθε απόγευμα τα παιχνίδια και τα τρεχαλητά σταματούσαν σε μια στιγμιαία ανακωχή με την πείνα. Οι μαμάδες έβγαιναν στο κατώφλι και φώναζαν τα παιδιά, να τους δώσουν το κολατσιό τους. Φέτες ζυμωτό βρεγμένο ψωμί πασπαλισμένο με ζάχαρη ή ψωμί με σπιτικό ντοματοπελτέ για την ντόπια μαρίδα, ψωμί πολυτελείας με βιτάμ και μερέντα, μαζί με γαλατάκι ρουφηχτό από το κουτάκι του για μας, τους παραθεριστές από την πόλη. …..Κι ενώ μέχρι μια στιγμή πριν όλα τα παιδιά ήμασταν μια αδιαίρετη και ομοούσια παρέα στην αγωνία του κυνηγητού, εκείνο το κολατσιό ερχόταν να βάλει τα όρια, να ορθώσει ανάμεσα μας τα τείχη μιας ταξικής κοινωνίας. Άλλο το παιδί της πόλης κι άλλο του χωριού…. Άλλο το παιδί του χημικού κι άλλο το παιδί του κυρ Μήτσου του ψαρά…. »

Στο κεφάλαιο με τον τίτλο Οι Φίλοι περιγράφει δυο είδη φίλων και την εμπειρία της φιλοξενίας (η εμπειρία της μου φάνηκε πολύ οικεία): «Στον παθιασμένο έρωτα της πρώτης εγκατάστασης θέλεις να τους καλέσεις όλους….. σε εκείνα τα δυο πρώτα καλοκαίρια μεταμορφώνεσαι στην οικοδέσποινα-υπηρέτρια που ήταν η μαμά μου, χάνεις τον ύπνο σου και κάθε υποψία ζεν διάθεσης, μοιρασμένος ανάμεσα στο ρόλο του μάγειρα, του υπηρέτη, της καθαρίστριας, του ξεναγού, του διασκεδαστή, του σκηνοθέτη, του ψυχολόγου-ψυχιάτρου, του ισορροπιστή διαθέσεων, του τρελού που έχεις καταντήσει».

Τέλος, στο κεφάλαιο Η δική μου παραλία γράφει: «Αυτή την παραλία δεν μπορείς να την περιγράψεις. Δεν μπορείς να την προτείνεις. Δεν μπορείς να την δανείσεις. Όπως θα ντρεπόσουν να δανείσεις στον ξένο το ξεχειλωμένο, ξεπλυμένο μακό ενός μακρινού παρελθόντος».

Μέρος δεύτερο

Στο δεύτερο μέρος αυτής της ανάρτησης θα ήθελα να μοιραστώ τους παρακάτω συνδέσμους ** για το πρώτο και το δεύτερο μέρος από το Wellbeing podcast series που αναφέρονται στις εσφαλμένες απόψεις σχετικά με τη θεραπεία, την διαδικασία της αυτό-ανάπτυξης και τον κόσμο της αυτοβοήθειας επειδή περιέχουν θέματα που σκέφτομαι εδώ κι αρκετό καιρό και πράγματα που έχω συναντήσει στην περίοδο των σπουδών ψυχολογίας και στην διάρκεια του δικού μου ταξιδιού εξερεύνησης και αλλαγής. Συχνά αυτές οι λανθασμένες αντιλήψεις μπορούν να γίνουν νέα εμπόδια ή τείχη που ουσιαστικά εμποδίζουν την ανάπτυξη και την επούλωση. Μερικές από τις λανθασμένες αντιλήψεις που συζητούν στο πρώτο μέρος είναι στάσεις και πεποιθήσεις που υποδηλώνουν ότι η προσπάθεια προσωπικής ανάπτυξης αποτελεί αυταρέσκεια, ή ότι η θεραπεία υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι διαλυμένοι ή αφορά μόνο την ατομική προσπάθεια του καθενός, η οποία άποψη τοποθετεί την ανθρώπινη εμπειρία εκτός κοινωνικό-πολιτικού πλαισίου  ωσάν οι άνθρωποι να είναι ξεκομμένες οντότητες που επιπλέουν σ’ ένα κόσμο που δεν επηρεάζει το άτομο. Επίσης υπάρχει η άποψη που υποστηρίζει ότι έχουμε τον απόλυτο έλεγχο του εξωτερικού μας περιβάλλοντος και όλων όσων μπορεί να βιώνουν οι άνθρωποι ή ότι η προσωπική προσπάθεια και μόνο αρκεί για να  υλοποιηθούν οι στόχοι και οι επιθυμίες μας. Ο Rick και ο Forrest Hanson αναφέρονται επίσης στη χρήση της λέξης τραύμα και πώς κάτι που μπορεί να θεωρηθεί τραυματικό σ’ ένα πλαίσιο ή για κάποιον άνθρωπο μπορεί να είναι μια μικρή πρόκληση ή δυσκολία σ’ έναν άλλο πλαίσιο. Για παράδειγμα, η απώλεια εργασίας για ένα νέο άτομο με οικονομική άνεση μπορεί να μην είναι τόσο αγχωτική (και θα μπορούσε πραγματικά να γίνει μια ευκαιρία για ξεκούραση και ανασυγκρότηση) όσο θα μπορούσε να είναι για κάποιον που βασίζεται στη μηνιαία αμοιβή του για φαγητό και στέγη. Το να είναι πρόσφυγας ή μετανάστης κάποιος που μιλά τη γλώσσα της χώρας υποδοχής μπορεί να μην είναι το ίδιο με το να μην μπορείς να διαβάσεις καν τις πινακίδες του δρόμου. Συζητούν πεποιθήσεις που υποδηλώνουν ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αλλάξουν πραγματικά, πεποιθήσεις που υποστηρίζουν την ιδέα ότι χωρίς να υποφέρουμε δεν μπορούμε να αναπτυχθούμε και να μάθουμε ή ότι είναι εύκολο να επουλώσουμε τραύματα μόνοι χωρίς βοήθεια. Στη συνέχεια αναφέρουν ότι συχνά η θεραπεία πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από μια προσέγγιση από πάνω προς τα κάτω, ή απλής κατανόησης. Το να μιλάμε απλώς για τα συμπτώματα και τα τραύματά μας χωρίς να βιώνουμε τα συναισθήματα και τις αισθήσεις και χωρίς να ελευθερώνουμε υλικό σε βαθύτερο επίπεδο δεν είναι επαρκές εφόσον κρατάμε τα τραύματά μας στο σώμα μας κι επίσης η φυσιολογία και η υγεία μας επηρεάζονται από τις εμπειρίες μας.

Πριν συνεχίσω θα ήθελα να πω ότι ένας από τους λόγους που αναφέρομαι σε αυτά τα συγκεκριμένα podcast είναι ότι περιέχουν πολλές πληροφορίες κι αναφορές σε έρευνες (ειδικά στις σημειώσεις τους στο Patreon) και είτε κάποιος συμφωνεί με όλα τα σημεία είτε όχι, σε αυτές τις δύο συζητήσεις υπάρχει πολύ τροφή για σκέψη. Ένα άλλο θέμα που θίγουν στο πρώτο podcast είναι το πώς η γενναιοδωρία και η ευγνωμοσύνη μπορούν να γίνουν σημαντικοί πόροι για μεγαλύτερη προσωπική και συλλογική ευημερία. Η έρευνα υποστηρίζει ότι η γενναιοδωρία, για παράδειγμα, έχει θετικό αντίκτυπο στην καρδιαγγειακή υγεία, στα επίπεδα ευτυχίας και στις στενές σχέσεις. Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι ότι η φροντίδα του εαυτού μας και η επιθυμία για ανάπτυξη δεν είναι αυταρέσκεια, αλλά μια ριζοσπαστική πολιτική πράξη αυτοσυντήρησης γιατί ο στόχος των καταπιεστικών δομών και πλαισίων είναι να εξαντλήσουν τους καταπιεσμένους.  Όπως αναφέρεται στο podcast «ένας αποθαρρυμένος άνθρωπος είναι αυτός που δεν μπορεί να αντισταθεί. Και αυτός είναι ο στόχος, τελεία και παύλα, των συστημάτων καταπίεσης – η ικανότητα να μας αφαιρέσουν την ικανότητά να αντιστεκόμαστε… .. ». Επιπλέον, όσο περισσότερο υποστηρίζουμε και δυναμώνουμε τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο μπορούμε να ανακτήσουμε την βούληση μας (agency), να στηρίζουμε άλλους ανθρώπους. Επίσης, κάθε άτομο που αλλάζει, ενδυναμώνεται ή αφυπνίζεται επηρεάζει και το περιβάλλον του.

Ο Rick και ο Forrest Hanson μιλούν επίσης για κάτι που λέγεται στην ψυχολογία μεροληψία επιβίωσης (survivorship bias) που είναι το γνωστικό σφάλμα που μας οδηγεί να επικεντρωνόμαστε σε πράγματα που αποδεικνύουν ότι κάτι ισχύει και να παραβλέπουμε όλα τα γεγονότα που το διαψεύδουν. Στο podcast προτείνεται ότι ένας τρόπος για να εννοήσει κανείς την μεροληψία επιβίωσης είναι ως μια μορφή σκέψης προσανατολισμένης στα αποτελέσματα μόνο, που πρακτικά σημαίνει ότι αν κάτι λειτούργησε κάποια στιγμή, πρέπει να ήταν η σωστή επιλογή και ακόμη περισσότερο είναι η σωστή επιλογή πάντοτε και για όλους τους ανθρώπους. Λένε: «Το πρόβλημα με το να παίρνουμε άτομα όπως ο Steve Jobs η ο Mark Zuckerberg ως παραδείγματα για το λόγο που οι άνθρωποι πρέπει να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους προκειμένου να κυνηγήσουν μια καλή ιδέα τους είναι ότι τα βιβλία ιστορίας δεν μπαίνουν στον κόπο να εντοπίσουν όλους τους ανθρώπους που περπάτησαν αυτό το μονοπάτι και δεν έφτασαν εκεί που ήθελαν να πάνε. Για κάθε έναn [που έγινε σπουδαίος] υπάρχουν πιθανώς πολλές χιλιάδες άνθρωποι που μετανιώνουν για αυτήν την επιλογή. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως επιχείρημα για να παραμείνει κανείς οπωσδήποτε στο σχολείο, αλλά είναι επιχείρημα προς αποφυγή γενικεύσεων που στηρίζονται σε υπερβολικά ακραία παραδείγματα».

Αναφέρονται επίσης στο θεμελιώδες σφάλμα απόδοσης (fundamental attribution error), το οποίο είναι η τάση υπερεκτίμησης εξηγήσεων που αφορούν την προσωπικότητα και υποτίμησης περιστασιακών ή περιβαλλοντικών εξηγήσεων όσον αφορά τις συμπεριφορές των άλλων ανθρώπων κι ακριβώς το αντίθετο όταν πρόκειται για ερμηνεία της δικής μας συμπεριφοράς.  Έτσι, τείνουμε να υποθέτουμε ότι αυτό που κάνει κάποιος βασίζεται στο είδος του ατόμου που είναι και όχι στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται και το αντίθετο όταν αφορά εμάς, αλλά η έρευνα έχει επανειλημμένα δείξει ότι οι περιβαλλοντικές δυνάμεις και περιορισμοί ασκούν μεγαλύτερη επίδραση στη συμπεριφορά μας από ότι η προσωπικότητα μας.  Σε αυτό το σημείο θα πω ότι το τραύμα και το πώς το αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες είναι πολιτικό ζήτημα και δεν μπορούμε πραγματικά να μιλάμε για τραύμα ή για προσεγγίσεις και πρωτοβουλίες ανάπτυξης και θεραπείας χωρίς να συζητάμε για καταπίεση, κοινωνική δικαιοσύνη, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, ούτε μπορούμε να αγνοήσουμε δυνάμεις όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός, η μισογυνισμός, οι διακρίσεις κατά των ατόμων με αναπηρία ή ειδικές δεξιότητες, η ξενοφοβία, και ούτω καθεξής, που έχουν διεισδύσει σε συστήματα και θεσμούς. Θα μοιραστώ μια προσωπική ιστορία εδώ. Κατά τη διάρκεια των πρώτων μου σπουδών που σχετίζονται με την ψυχολογία, η έμφαση ήταν πάντοτε σε πιο περιεκτικές προσεγγίσεις και στη σημασία του να λαμβάνεται πάντα υπόψη το γενικότερο πλαίσιο. Όλες οι εμπειρίες μας και εμείς είμαστε ενσωματωμένοι σε συστήματα, δομές και πλαίσια. Από την άλλη πλευρά, κατά τη διάρκεια ενός μεταπτυχιακού προγράμματος  η έμφαση ήταν στο άτομο, κυρίως στη συνειδητή εμπειρία μας και στην εξερεύνηση των επιφανειακών στρωμάτων της εμπειρίας μας χωρίς να δίνεται  ιδιαίτερη σημασία στο περιβάλλον. Αυτές ήταν δύο διαφορετικές αφηγήσεις με διαφορετικές υποκείμενες πολιτικές απόψεις γύρω από το τραύμα, την υγεία, τη ζωή και τις παρεμβάσεις και δράσεις και με διαφορετικές πρακτικές συνέπειες στον κόσμο.

Έτσι, για παράδειγμα, μια πιο σφαιρική προσέγγιση όπως η φύση και η ανατροφή  (περιβάλλον) αντί τη φύση έναντι της ανατροφής (nature and nurture rather than a nature versus nurture) είναι λιγότερο δυϊστική και παρέχει μια πιο σύνθετη εικόνα της πραγματικότητας και μια πιο περιεκτική προοπτική. Όσον αφορά τη σημασία να λαμβάνουμε υπόψη τους περιβαλλοντικούς στρεσογόνους παράγοντες οι Rick και Forrest Hanson ισχυρίζονται ότι ο υποσιτισμός στην παιδική ηλικία συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με γνωστικές και συμπεριφορικές διαταραχές κατά την παιδική και εφηβική ηλικία και η επιγενετική (epigenetics) μας λέει ότι παρόλο που τα γονίδια μας είναι κυρίως σταθερά, οι εμπειρίες της ζωής μας επηρεάζουν τον τρόπο που τα γονίδια λειτουργούν. Έτσι καθώς μεγαλώνει ένα παιδί, η επιγενετική βοηθά στον προσδιορισμό της λειτουργίας που θα έχει ένα κύτταρο, ποια γονίδια θα ενεργοποιηθούν και ποια θα απενεργοποιηθούν. Η γονιδιακή μας έκφραση επηρεάζεται από τις εμπειρίες και τον τρόπο ζωής μας και η χρόνια έκθεση σε υψηλά επίπεδα στρες αλλάζει την έκφραση των γονιδίων μας. Η έρευνα, για παράδειγμα, σε άτομα που έχουν εκτεθεί σε συλλογικά τραύματα όπως είναι οι γενοκτονίες και ο πόλεμος υποδηλώνει ότι η μετά-τραυματική συμπτωματολογία περνά από τη μια γενιά στην επόμενη.

Έχω γράψει περισσότερα για τις γνωσιακές διαστρεβλώσεις, καθώς και για τη συζήτηση που αφορά τη φύση έναντι της φροντίδας και του περιβάλλοντος σε προηγούμενη ανάρτηση (6/3/2021) σχετικά με το βιβλίο του Keith Payne,  καθηγητή και ερευνητή κοινωνικής ψυχολογίας. Μια παράγραφος από αυτήν την ανάρτηση:

Ωστόσο, η θεωρία όπου τα  ελαττώματα του χαρακτήρα μπαίνουν σε αντιδιαστολή με ένα περιβάλλον εξαθλίωσης (character flaw versus impoverished environment theories) είναι βασικά μια παραλλαγή της παλιάς διαμάχης της φύσης (ελαττώματα χαρακτήρων)  έναντι της φροντίδας (το περιβάλλον).  Ο Payne γράφει: «Όπως σε κάθε συζήτηση σχετικά με τη φύση και το περιβάλλον, μας διαφεύγει το σημαντικότερο σημείο: Η φύση και το περιβάλλον  συνεργάζονται πάντα, γιατί αυτό που έχουμε κληρονομήσει γενετικά ως άνθρωποι δεν είναι ένα άκαμπτο σύνολο συμπεριφορών, όπως αυτές που στέλνουν τις μύγες προς το φως.  Είναι, μάλλον, τάσεις αντίδρασης στις αλλαγές του περιβάλλοντος με συγκεκριμένους τρόπους. Ο στόχος θα πρέπει να είναι να κατανοήσουμε πώς η ανθρώπινη φύση μας έχει προετοιμάσει να ανταποκριθούμε σε περιβάλλοντα πλούσια σε πόρους όπως και σε περιβάλλοντα φτωχά σε πόρους, και σε υψηλά και χαμηλά επίπεδα ανισότητας. Μόλις το κάνουμε, θα καταλάβουμε γιατί ένα άτομο που μεγάλωσε σε μια πλούσια οικογένεια θα σκεφτόταν και θα ενεργούσε διαφορετικά από ότι αν είχε μεγαλώσει σε μια φτωχή οικογένεια και γιατί ένα άτομο που ζούσε σε μια κατάσταση μεγάλης ανισότητας θα συμπεριφερόταν διαφορετικά από ό, τι κάποιος που ζει σε συνθήκες ισότητας …….. Αλλά όπως μπορεί να βεβαιώσει όποιος έχει ζήσει τόσο στη φτώχεια όσο και στην ευημερία, οι άνθρωποι σκέφτονται και ενεργούν διαφορετικά σε αυτούς τους πολύ διαφορετικούς κόσμους.

Όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, ο Rick Hanson παρέχει κι ένα ακόμη παράδειγμα. Λέει: «Και μ’ έναν αστείο τρόπο, αναγνωρίζοντας τον αντίκτυπο αυτών των απρόσωπων παραγόντων, στους οποίους θέλω να προσθέσω την επίδραση του περιβάλλοντος κάθε μέρα – αν βγαίνετε κάθε μέρα και αντιμετωπίζετε προκαταλήψεις και διακρίσεις, αν πρέπει να φορέσετε μιαν επιπλέον πανοπλία, ας πούμε ως γυναίκα, για να αποφύγετε την παρενόχληση απλώς περπατώντας στο δρόμο – αν πρέπει να το αντιμετωπίσετε, εάν βρίσκεστε σε μια κατάσταση όπου το οικογενειακό σας σύστημα, τα πεθερικά σας, οι γείτονές σας, σας κατακρίνουν ή σας λασπολογούν, ή σας αμφισβητούν, ή σας στέλνουν συνεχώς μηνύματα ότι είστε δεύτερης κατηγορίας, δεύτερης βαθμίδας, δεν έχετε αξία, δεν έχετε φωνή-μπουμ! Αυτό συνήθως θα έχει αντίκτυπο σε εσάς. Εάν αισθάνεστε πραγματικά, επειδή είναι αλήθεια, ότι πρέπει να κολυμπάτε καθημερινά, ότι κολυμπάτε ενάντια στο ρεύμα ενώ άνθρωποι σας πετούν πέτρες από τις όχθες του ποταμού, αυτό θα επηρεάσει πραγματικά την κατάσταση».

Ένα άλλο θέμα που συζητήθηκε στο πρώτο podcast σχετικά με το τραύμα είναι η καταναγκαστική επανάληψη (repetition compulsion),  όρος που επινοήθηκε από τον Freud και υποδηλώνει την τάση που έχουμε οι άνθρωποι να επαναλαμβάνουμε το παρελθόν μέσω της αναπαράστασης ενός γεγονότος ή κάποιων δυναμικών (re-enacting) που συχνά μπορεί και να μην θυμόμαστε. Αυτός είναι κι ένας τρόπος με τον οποίο μεταφέρεται το τραύμα από γενιά σε γενιά. Ή τείνουμε να βάζουμε τον εαυτό μας σε καταστάσεις όπου παρόμοια πράγματα είναι πιθανό να μας συμβούν ξανά ή έλκουμε τον ίδιο τύπο ανθρώπων. Καθώς περνάμε από την άρνηση στην αποδοχή, κι επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει τον πόνο στο παρόν συχνά με την παρουσία θεραπευτή ή κάποιου άλλου εναρμονισμένου ατόμου  (attuned other), για παράδειγμα, μας δίνεται η δυνατότητα να επεξεργαστούμε, να κατανοήσουμε και να επουλώσουμε τα τραυματικά κατάλοιπα  και να απελευθερωθούμε από τα παλιά πρότυπα. Στο πρώτο podcast γίνεται αναφορά και στο τι έχει δείξει η έρευνα σχετικά με τις δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας (ΑCEs) και τον αντίκτυπό τους στην υγεία, στη συμπεριφορά, και τη σχέση τους με εθισμούς και τη μακροζωία. Κάνουν αναφορές επίσης στην νευροποικιλότητα και στις γνωσιακές διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους και στο πώς η συσσώρευση άγχους με την πάροδο του χρόνου εμφανίζεται ως αλλοστατικό φορτίο.

Παρακάτω είναι ένα μικρό κομμάτι σχετικά με το αλλοστατικό φορτίο (allostatic load) – θάνατος από χίλια κοψίματα από χαρτί – από μια ομιλία του Craig Hassed με τίτλο Mindfulness for Wellbeing and Peak Performance (Monash University / Αυστραλία) από παλαιότερη ανάρτηση (20/10/2016):

Πολλές αλλαγές συμβαίνουν στο σώμα μας όταν ενεργοποιούμε τους φυσικούς αμυντικούς μηχανισμούς μας στην απειλή.

«Η κυκλοφορία μας γίνεται υπέρ δυναμική, το αίμα γίνεται πυκνό και κολλώδες και έτοιμο να πήξει γρήγορα και ο μεταβολικός ρυθμός αυξάνεται για να μας βοηθήσει να κάψουμε καύσιμα γρηγορότερα από το κανονικό με τη μορφή ταχείας απελευθέρωσης σακχάρων και λιπών στην κυκλοφορία του αίματος. Αρχίζουμε να ιδρώνουμε επειδή ο μεταβολικός ρυθμός μας έχει αυξηθεί και αρχίζουμε να νιώθουμε ζέστη και γίνεται εκτροπή του αίματος από το δέρμα κι από το έντερο, οπότε το έντερο κλείνει και όλο αυτό το αίμα αποστέλλεται στο μυς ………

Έτσι θα μπορούσαμε να το βιώσουμε ως άγχος, αλλά θα μπορούσε να μας φθείρει σε χαμηλή ένταση σχεδόν σε όλη τη διάρκεια ημέρας μας, και μερικές φορές, θα έχουμε εξάρσεις [στρες] αυτού του είδους της αντίδρασης, αλλά αυτό κυρίως οφείλεται στο ότι δεν έχουμε ενσυνειδητότητα, δεν είμαστε στο παρόν, δεν κάνουμε διάκριση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Και αν το κάνουμε αυτό συχνά, τότε προκαλεί φθορά στο σύστημά μας που δεν σχεδιάστηκε για να αντέξει [συνεχές στρες]. Ονομάζεται αλλοστατικό φορτίο. Οδηγεί σε εξασθενημένη ανοσία, οπότε είναι πιο πιθανό να προσβληθούμε από μολύνσεις, ή εάν έχουμε κάποια φλεγμονώδη ασθένεια, θα επιδεινωθεί……

Επιταχύνουμε τη σκλήρυνση των αρτηριών που οδηγεί σε καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια, επιδρά στον μεταβολισμό, προκαλεί υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή γλυκόζη στο αίμα, υψηλά λιπίδια στο αίμα, κλπ. Επηρεάζει επίσης τη γήρανση των οστών. Επηρεάζει τη γήρανση του εγκεφάλου επειδή αυτές οι χημικές ουσίες του στρες είναι νευροτοξικές κι επομένως βλάπτουν τα εγκεφαλικά κύτταρα μακροπρόθεσμα και στην πραγματικότητα οδηγούν σε αραίωση της φαιάς ουσίας. Έτσι δεν αισθανόμαστε άσχημα μόνο βραχυπρόθεσμα [αλλά] επηρεάζει την υγεία μας μακροπρόθεσμα. Και οι περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο είναι το κέντρο της μνήμης, ο ιππόκαμπος και ο προμετωπιαίος φλοιός, η λειτουργική μας μνήμη, οι εκτελεστικές λειτουργικές περιοχές του εγκεφάλου … ».

Τέλος, οι άνθρωποι αναζητούν θεραπευτικές παρεμβάσεις και άλλες συνεργατικές και συν-εποικοδομητικές (co-constructive) πρακτικές και πλαίσια για πολλούς διαφορετικούς λόγους εκτός της επιθυμίας επούλωσης τραυμάτων, όπως είναι για παράδειγμα: η επιθυμία απελευθέρωσης ανθρώπινου δυναμικού, η επιθυμία αφύπνισης και απόκτηση μιας πιο σφαιρικής εικόνας της πραγματικότητας, η επιθυμία να γίνει κανείς πιο ικανός σε τομείς της ζωής, η διάθεση να εξερευνήσει το ανθρώπινο ψυχολογικό του βάθος κι όπως ισχυρίστηκε κι ο Σωκράτης η ανθρώπινη ανάγκη του «γνώθι σαυτόν», η μάθηση εργαλείων και ασκήσεων που υποστηρίζουν την ευημερία, η στήριξη κατά την διάρκεια σημαντικών αλλαγών ή απώλειας και πένθους, η βοήθεια διαχείρισης κάποιου αναπτυξιακού σταδίου της ζωής μας, όπως για παράδειγμα η τρίτη ηλικία ή η διαχείριση εθισμών, κλπ, κλπ. Κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών μπορεί ν’ ανασυρθούν παλιές πληγές ή να αποκαλυφθούν τραύματα. Επιπλέον, ορισμένοι άνθρωποι  ενδιαφέρονται περισσότερο για την ψυχολογία και την διερεύνηση ερωτημάτων σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.

Θα ολοκληρώσω  αυτό το κομμάτι σε αυτό το σημείο και πιθανώς στη επόμενη ανάρτηση να συνεχίσω με το θέμα των εσφαλμένων αντιλήψεων και του δικαιώματος μας να επιδιώκουμε την ανάπτυξη και την αλλαγή μέσω οποιουδήποτε τρόπου μας φαίνεται κατάλληλος χωρίς να απολογούμαστε για τις επιλογές μας, κι επίσης, σχετικά με το τι μπορεί να αποτελεί καλή θεραπεία, αλλά και πώς μπορεί μια θεραπευτική διαδικασία να προκαλέσει επανατραυματισμό. Ίσως να ανεβάσω και μια συνταγή από το παραπάνω βιβλίο.

**https://www.rickhanson.net/being-well-podcast-dealing-therapy-trauma-and-resilience/  (20/9/2021)

**https://www.rickhanson.net/being-well-podcast-self-helps-biggest-misconceptions-part-2-no-pain-no-gain-hedonic-adaptation-and-meditation/   (27/9/2021)

Comments are closed.