Πατριαρχία, φεμινισμός και ανυποταξία βασισμένη σε αξίες (principled insubordination)
«Μερικές φορές η πρόοδος συμβαίνει κατά τύχη, αλλά πιο συχνά ένας θαρραλέος άνθρωπος αψηφά τους κοινωνικούς κανόνες…. Τις περισσότερες φορές, η διαφωνία οδηγεί σε πρόοδο. Θέστε τη διαφωνία εκτός νόμου και επιβραδύνετε την ταχύτητα της πολιτισμικής εξέλιξης…» Todd B. Kashdan
«Τα δικαιώματα των γυναικών είναι μέρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» Pauli Murray
«… τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι δικαιώματα των γυναικών και τα δικαιώματα των γυναικών είναι ανθρώπινα δικαιώματα….» Χίλαρι Κλίντον
«Κρύφτηκα αποκαλύπτοντας, αφού αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να διασωθεί κανείς μέσα από την τέχνη» (Ελένη, ή ο Κανένας / Ρέα Γαλανάκη)
«…Κι εγώ, αποφασίζοντας εκείνο το πρωί σε μιαν ξένη πολιτεία να δώσω ως άντρας εξετάσεις, ενδεχομένως να ζήσω έτσι λίγα χρόνια, γέννησα τον εαυτό μου ως Κανένα… » (Ελένη, ή ο Κανένας / Ρέα Γαλανάκη)
Μέρος πρώτο
Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί
Πρόσφατα ασχολήθηκα εκ νέου με ποικίλο υλικό για το πώς η πατριαρχία από την αρχαιότητα ως σήμερα συνεχίζει να τραυματίζει και να διαμορφώνει την πραγματικότητα των γυναικών, των παιδιών και τελικά όλων, για να μην αναφέρουμε και το φυσικό περιβάλλον. Κυρίως διάβασα υλικό, αλλά τυχαία ανακάλυψα μια πρόσφατη σειρά στην εθνική τηλεόραση, με τίτλο Επικίνδυνες/ – ΕΡΤ2 (https://www.ertflix.gr/vod/vod.180531-epikindunes) . Στο Αγγλικό κείμενο έχω βάλει τη λέξη γυναίκες σε αγκύλες γιατί στα ελληνικά έχουμε αρσενικά, θηλυκά και ουδέτερα άρθρα και καταλήξεις για τα ουσιαστικά και τα επίθετα. οπότε δεν χρειάζεται απαραίτητα να προσθέσουμε το ουσιαστικό μετά από ένα επίθετο για να ξέρουμε αν αναφέρεται σε γυναίκες ή άνδρες, για παράδειγμα. Αυτό είναι στην πραγματικότητα, όπως ανέφερε μια από τις συνεντευξιαζόμενες, κάτι που θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε όταν μιλάμε και γράφουμε για να αντιμετωπίσουμε την πατριαρχία και τον σεξισμό στον λόγο μας. Η εκπομπή μιλά για τις έμφυλες ανισότητες και τη θέση της γυναίκας στην Ελλάδα σήμερα. Δίνει το λόγο σε διαφορετικές γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και με διαφορετικές εμπειρίες από πολλαπλούς χώρους, ορατότητα σε γυναίκες «αόρατες», κι επίσης, δίνει χώρο για να αρθρωθούν δύσκολα και ανείπωτα ζητήματα. Τα δεκατρία επεισόδια είναι μια εξερεύνηση φεμινιστικών θεμάτων σε ένα ευρύ φάσμα ανθρώπινης εμπειρίας.
Η σειρά αγγίζει πολλαπλές πτυχές, εγείρει πολλά σημαντικά ερωτήματα και τονίζει την σημαντικότητα της διαθεματικότητας, τα οποία είναι απαραίτητα για την ευαισθητοποίηση κι αφύπνιση όλων σχετικά τις υποκείμενες εσωτερικές και συστημικές πραγματικότητες και δυναμικές, και κυρίως, για να επιτρέψει στις γυναίκες και στα άτομα ΛΟΑΤΚΙ να προστατεύσουν τον εαυτό τους και να επιφέρουν αλλαγές στη ζωή τους, στις οικογένειές τους και στον κόσμο γενικότερα. Παρέχει μια καλή επισκόπηση των θεμάτων που σχετίζονται με τις έμφυλες ανισότητες και την καταπίεση σε όλους τους βασικούς τομείς της ζωής. Ξεκίνησα με το τελευταίο επεισόδιο για τις γυναίκες και την τέχνη, το οποίο εξετάζει ερωτήματα όπως: Γιατί δεν έρχονται στο μυαλό τόσες πολλές γυναίκες καλλιτέχνες; Η ηχηρή απουσία οφείλεται στις πολλαπλές καταπιέσεις που έχουν υποστεί οι γυναίκες στην ιστορία ή υπήρξαν σημαντικοί καλλιτέχνες, αλλά δεν έτυχαν μεγάλης δημοσιότητας; Σε αυτό το τελευταίο επεισόδιο μιλούν για τους αιώνες αφάνειας των γυναικών καλλιτεχνών, αλλά και για το πώς μπορούμε να αυξήσουμε την προβολή σήμερα, όχι μόνο των σύγχρονων καλλιτεχνών, αλλά κι εκείνων που πέρασαν και αξίζουν να τις θυμόμαστε.
Σε αυτό το επεισόδιο γίνεται αναφορά στην Ελληνίδα καλλιτέχνιδα Ελένη Μπούκουρα Αλταμούρa (1821-1900), η οποία με την υποστήριξη του πατέρα της μεταμφιέστηκε με ανδρικά ρούχα για να μπορέσει να δώσει εξετάσεις και να σπουδάσει ζωγραφική στην Ιταλία. Η Ρέα Γαλανάκη, μια Ελληνίδα συγγραφέας, έχει γράψει ένα μυθιστόρημα βασισμένο στη ζωή της ζωγράφου με τον τίτλο Ελένη ή ο Κανένας.
Απόσπασμα από το εξώφυλλο του βιβλίου:
“Στα νιάτα της η Σπετσιώτισσα Ελένη Μπούκουρα ντύθηκε άντρας για να μπορέσει να σπουδάσει ζωγραφική στην Ιταλία, παντρεύτηκε τον ζωγράφο Σαβέριο Αλταμούρα, γέννησε τα παιδιά της (ανάμεσά τους και τον θαλασσογράφο Ιωάννη Αλταμούρα), επέστρεψε εγκαταλειμμένη από τον άντρα της στην Αθήνα και εργάστηκε ως ζωγράφος. Στα γεράματά της έζησε δυο δεκαετίες μόνη κι έγκλειστη στο παραθαλάσσιο σπίτι των Σπετσών, παροπλισμένη πια ζωγράφος και χαροκαμένη μάνα, τριγυρισμένη από ψιθύρους για άσκηση μαγείας και για τρέλα. Δραματική, προκλητική, με πολλές ανατροπές και αντιφάσεις κύλησε η ζωή της πρώτης Ελληνίδας ζωγράφου, για την οποία δεν διαθέτουμε ακόμη όλα τα κλειδιά. Το μυθιστόρημα “Ελένη ή ο Κανένας” προσπάθησε να προσεγγίσει τον βίο και τον μύθο αυτής της υπαρκτής, της πάντα επίκαιρης Ελένης, με τα δικά του αντικλείδια. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
Απόσπασμα από το βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη: Η Μεταμφίεση
http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2218/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_G-Gymnasiou_html-empl/index09_08.html
Κι ενόσω ασχολήθηκα με αυτήν την ανάρτηση, παρακολούθησα τα υπόλοιπα επεισόδια που αφορούν τον ορισμό της πατριαρχίας και τους τρόπους με τους οποίους τέμνει οριζόντια κάθε οικονομικό σύστημα από τη φεουδαρχία μέχρι τον καπιταλισμό, ζητήματα για το πώς η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι πιο συμπεριληπτική,· την ανισότητα, τον σεξισμό, τη γλώσσα και τον λόγο, το mansplaining (το να εξηγείς χωρίς επίγνωση του ότι ο δέκτης της εξήγησης γνωρίζει περισσότερα από τον εξηγητή, ο οποίος συχνά συμβαίνει να είναι άνδρας, απευθυνόμενος σε γυναίκα, αποτέλεσμα υπέρμετρης αυτοπεποίθησης και αισθήματος υπεροχής), τους μύθους και τις πραγματικότητες των γυναικείας φιλίας και την ανάγκη για μια κουλτούρα αλληλεγγύης, τη θέση των γυναικών στο σημερινό πολιτικό χώρο και το φεμινιστικό κίνημα., τον ορισμό του φύλου και την ανάγκη ορατότητας για όλα τα φύλα και όλες τις ταυτότητες, τα ταμπού και την παραπληροφόρηση σχετικά με τη σεξουαλικότητα των γυναικών, το πώς τα ΜΜΕ μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται η βία κατά των γυναικών και την πρακτική της ενοχοποίησης των θυμάτων, τις κοινωνικές πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες γενικά, και πιο συγκεκριμένα, στο εργασιακό τους περιβάλλον σε σχέση με τη μητρότητα, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας για τις γυναίκες, γυναίκες και φτώχεια. τον σεξισμό στο χώρο εργασίας και την ανισότητα στις αμοιβές και τις ευκαιρίες εργασίας, την γυάλινη οροφή, την καθημερινή παρενόχληση και τον σεξισμό, πώς αυτό διαμορφώνει τα στερεότυπα των φύλων και πώς να το εξουδετερώσει κανείς αυτό, την σεξουαλική παρενόχληση, τον έλεγχο, την κακοποίηση και την ενδοοικογενειακή βία, την ανάγκη υιοθέτησης μιας προσέγγισης διαθεματικότητας, την ανάγκη αφύπνισης των γυναικών σχετικά με τις δομές και τις θεωρίες που τις κρατούν απαξιωμένες και περιθωριοποιημένες, και πολλά άλλα.
Παράλληλα διάβασα και το βιβλίο του Todd B. Kashdan: The Art of Insubordination / H Τέχνη της Ανυπακοής, που ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση, και ο οποίο από πολλές απόψεις συνδέεται με το παραπάνω υλικό σε σχέση με την τρέχουσα επείγουσα ανάγκη δημιουργίας ρωγμών στο κατεστημένο για να επιφέρουμε κοινωνικές αλλαγές. Όπως το θέτει ο Kashdan, το βιβλίο ενδιαφέρει ανθρώπους που κατανοούν την αξία του μη κομφορμισμού και αναγνωρίζουν ότι χρειαζόμαστε απελπισμένα ελεύθερους στοχαστές και στοχάστριες που είναι πρόθυμοι /ες να διαταράξουν μη χρήσιμες πρακτικές για χάρη της προόδου, οι οποίοι πιστεύουν ότι τουλάχιστον ορισμένα στοιχεία συμβατικής σοφίας και πρακτικής απαιτούν βελτίωση και που λαχταρούν να δουν περισσότερη δικαιοσύνη, ελευθερία, ανθρωπιά, κοινότητα και οικονομική σταθερότητα στον κόσμο.
Παροτρύνει τους ανθρώπους που μπορεί να έχουν μια εξαιρετική ιδέα ή που κατέχουν μια θέση αουτσάιντερ οποιουδήποτε είδους, να μιλήσουν χωρίς να ζητήσουν άδεια από τις κυρίαρχες δυνάμεις. Ενθαρρύνει τους ανθρώπους να βοηθήσουν ν’ αλλάξει ο κόσμος, αλλά να το κάνουν με έξυπνο τρόπο και να κάνουν ότι έκανε ο Δαρβίνος, για παράδειγμα, ο οποίος κατάφερε να παραμείνει ασφαλής ενώ προώθησε και δημοσίευσε το έργο και τις ιδέες του εφαρμόζοντας συγκεκριμένες στρατηγικές για την προώθηση των θεωριών του στο mainstream κοινό. Ολοκληρώνει το πρώτο του κεφάλαιο με τρία βασικά βήματα για να το πετύχει κανείς αυτό. Προτείνει α) να είμαστε συνειδητοποιημένοι και πειθαρχημένοι και να αναζητούμε υποστήριξη και στρατηγικές που μπορούν να μας φτάσουν εκεί που χρειαζόμαστε, β) να συνειδητοποιήσουμε τη διαφορά μεταξύ απερίσκεπτης ανυπακοής και ανυπακοής βασισμένη σε αξίες, η οποία περιλαμβάνει δράση από μια θέση αυθεντικότητας με στόχο να συνεισφέρουμε στην κοινωνία και γ) να μην θεωρούμε τους επαναστάτες δεδομένους, επειδή η ανυπακοή σύμφωνα με αρχές ήταν πάντα ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση της κοινωνίας και είναι μέρος αυτού που κάνει τη ζωή μας και τις ζωές των γύρω μας πλουσιότερες και πιο ικανοποιητικές.
Καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας, η αμφισβήτηση των ορθόδοξων πεποιθήσεων μπορεί να μας καταστήσει ξένο, απειλή ή αιρετικό που αξίζει επίθεση, βασανιστήρια, ακόμη και θάνατο. Οι γυναίκες, για παράδειγμα, σήμερα έχουν δικαίωμα ψήφου, οπότε μπορεί να ξεχνάμε ότι κάτι που θεωρούμε δεδομένο και απόλυτα φυσικό σήμερα είχε σοβαρές συνέπειες για τις σουφραζέτες, οι οποίες συχνά οδηγούνταν στη φυλακή όπου συνέχιζαν τις διαμαρτυρίες τους κάνοντας απεργίες πείνας. Φανταστείτε πώς θα ήταν η ζωή μας εάν παλαιότεροι επιστήμονες, αστρονόμοι, πολιτικοί, γυναίκες ακτιβίστριες, επαναστάτες, καλλιτέχνες, μεταρρυθμιστές της εκπαίδευσης και άλλοι δεν είχαν πάρει ποτέ το ρίσκο να φέρουν στο φως τη δουλειά και τις ιδέες τους. Ο Kashdan χρησιμοποιεί μεταξύ πολλών άλλων παραδειγμάτων τον Charles Darwin / Δαρβίνο για να δείξει πώς άλλοι πριν από αυτόν με παρόμοια ευρήματα πλήρωσαν ένα μεγάλο τίμημα για τις ιδέες και την τόλμη τους και πώς αυτός μπόρεσε να είναι πιο επιτυχημένος λόγω διαφόρων παραγόντων. Οι προκάτοχοι του Δαρβίνου πλήρωσαν το τίμημα που πληρώνουν πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, διαφωνούντες, αποκλίνοντες, επαναστάτες για χάρη της προόδου. Για παράδειγμα, χίλια χρόνια πριν από τον Δαρβίνο, το έτος 860 ο Al-Jahiz συνελήφθη και εξορίστηκε από την πατρίδα του, ενώ ο προστάτης του εκτελέστηκε με φρικτά βασανιστήρια. Γενικά, είναι δύσκολο να είσαι διαφορετικός, να διαφωνείς, να παρεκκλίνεις από την παραδοσιακή σκέψη. Από την άλλη πλευρά, η προσαρμογή προσφέρει μια βραχυπρόθεσμη ανάπαυλα από την ταραχή του να είσαι στόχος εχθρότητας κι απόρριψης. Ο Kashdan λέει ότι αν υποφέρουμε σε ένα άδικο σύστημα, μερικές φορές το μόνο που θέλουμε είναι ένα διάλειμμα από το να το σκεφτόμαστε, αλλά τελικά η παραμονή στο προβληματικό σύστημα μακροπρόθεσμα θέτει σε κίνδυνο και τη δική μας και την ευημερία των άλλων.
Το βιβλίο περιλαμβάνει ευρήματα ερευνών και πιο πρόσφατες εργασίες από κοινωνικούς ψυχολόγους και άλλους που έχουν καταγράψει πόσο ισχυρή είναι η τάση μας να συμμορφωνόμαστε και γιατί πρέπει να αγωνιστούμε για να συγκεντρώσουμε το θάρρος να αντιπαλέψουμε τις συμβάσεις. Ο Kashdan γράφει: ο στόχος είναι η ανυπακοή μας να είναι αποτελεσματική, κάτι που απαιτεί να γνωρίζουμε έναν από τους εχθρούς μας, που είναι το ανθρώπινο, κίνητρο και την τάση να ενσωματωνόμαστε / fit in, να είμαστε προσκολλημένοι στο κοπάδι, να αποδεχόμαστε συμβατικές ιδέες και πεποιθήσεις. Διάφορες μελέτες έχουν βρει αρκετούς λόγους για τους οποίους το κάνουμε αυτό. Ένας λόγος είναι ότι οι άνθρωποι τυφλά υποθέτουν ότι το ισχύον σύστημα ή η πρακτική που επικρατεί είναι καλύτερα. ειδικά, αν υφίστανται εδώ και πολύ καιρό. Επίσης, τείνουμε να υποστηρίζουμε τα συστήματα στα οποία βρισκόμαστε, ακόμα κι αν αυτά τα συστήματα μας βλάπτουν. Αναφέρεται στη θεωρία της δικαιολόγησης του συστήματος / theory of system justification, η οποία υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι αισθάνονται εσωτερικές συγκρούσεις όταν τα συστήματα των οποίων αποτελούν μέρος τους αντιμετωπίζουν αδιάφορα ή καταπιεστικά, και καταφεύγουν στον εξορθολογισμό και την προστασία ενός κοινωνικού συστήματος που τους βλάπτει. Τα άτομα που βρίσκονται σε λιγότερο προνομιακές θέσεις συχνά τείνουν να κάνουν το ίδιο (ή και περισσότερα) για να επιβεβαιώσουν την εγκυρότητα ενός συστήματος που μπορεί να τους αδικεί, από εκείνους που κατέχουν προνομιακές θέσεις στο ίδιο σύστημα. Ο Kashdan γράφει: «Ο Δρ. Chuma Owuamalam στο Πανεπιστήμιο του Nottingham εξήγησε ότι η απόρριψη ενός ολόκληρου συστήματος είναι μεγάλη υπόθεση, ένα βήμα που συχνά πηγαίνει πολύ μακριά ακόμα και για τα άτομα που βρίσκονται στην πιο μειονεκτική θέση μέσα σε αυτό». Αυτή η στάση μπορεί να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερη αβεβαιότητα κι απειλή, κι έτσι, τα άτομα που επενδύουν στις ομαδικές τους ταυτότητες και ενδιαφέροντα συχνά επιλέγουν να εξερευνήσουν όλες τις επιλογές πριν σκεφτούν τον επαναστατικό ρόλο της απόρριψης του συστήματος. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας μεγάλος όγκος έρευνας που υποστηρίζει τη θεωρία αιτιολόγησης / δικαιολόγησης του συστήματος, η οποία ρίχνει φως στην τάση μας να συμμορφωνόμαστε και να υποστηρίζουμε συστήματα που μας καταπιέζουν επειδή νιώθουμε καθησυχασμένοι από το ότι αυτό το κατεστημένο / status quo μας είναι οικείο. Ο Kashdan γράφει: «Η υπεράσπιση των καταπιεστικών κοινωνικών διευθετήσεων έχει νόημα εάν, ως μέλος μιας μειονεκτικής ομάδας, αισθανόμαστε ψυχολογικά ευάλωτοι. Είναι δύσκολο να αγκαλιάσεις ένα φιλόδοξο όραμα για το μέλλον όταν αντιμετωπίζεις επικείμενους κινδύνους, όταν θεωρείς ότι δεν είναι πρακτικό να ξεφύγεις από μιαν ομάδα…».
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο κομφορμισμός μας δεν εντείνεται μόνο καθώς εξαρτόμαστε περισσότερο από ένα σύστημα, αλλά επίσης, όταν αισθανόμαστε ελπιδοφόροι, τότε όχι μόνο ανεχόμαστε το υπάρχον σύστημα, αλλά το αποδεχόμαστε, το υπερασπιζόμαστε, το δικαιολογούμε και το προστατεύουμε. Ωστόσο, ο Kashdan ισχυρίζεται ότι το να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες και να υπομένουμε τις κακουχίες, να λυγίζουμε, να δουλεύουμε σκληρότερα και να ελπίζουμε ότι το μέλλον θα μας ανταμείψει, κάτι που είναι ιδιαίτερα έντονο σε άτομα με μειονεκτικό υπόβαθρο, έχει φυσιολογικό και ψυχολογικό αντίκτυπο στους ανθρώπους. Επιπλέον, όταν η ομάδα στην οποία βασιζόμαστε αντιμετωπίζει απειλή, υπάρχει η τάση να κινητοποιούμε την αμυντική μας αντίδραση. Ο Kashdan γράφει: «Η αρχική μας παρόρμηση είναι να προστατεύσουμε αυτό που μας ενδιαφέρει, ειδικά αν ο δράστης της επίθεσης είναι ξένος. Λίγοι παράγοντες είναι πιο αποτελεσματικοί στο να φέρνουν τους ανθρώπους κοντά από μια κοινή νέμεσις. Είμαστε αναστατωμένοι με τον ξένο». Οι ηγέτες, για παράδειγμα, γνωρίζουν ότι οι άνθρωποι που παρασύρονται από πατριωτική ζέση θα ξεχάσουν εύκολα ότι μερικές φορές το σύστημα που υποστηρίζουν μπορεί να είναι το ίδιο με αυτό που τους βλάπτει / έχει επιτεθεί. Επίσης, η προσαρμογή μας δίνει την αίσθηση του ανήκειν και της ασφάλειας, αλλά αργά ή γρήγορα συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι ούτε αληθινό ούτε ασφαλές ανήκειν. Η Brene Brown ισχυρίζεται ότι «Το να ταιριάζεις είναι να αξιολογείς μια κατάσταση και να γίνεσαι αυτός / ή που πρέπει να είσαι για να γίνεις αποδεκτός / ή. Το να ανήκεις, από την άλλη πλευρά, δεν απαιτεί να αλλάξουμε αυτό που είμαστε. απαιτεί να είμαστε αυτό που πραγματικά είμαστε».
Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου εστιάζει στο πώς να διαφωνούμε και να παλεύουμε για την αλλαγή με πιο αποτελεσματικούς τρόπους, ενώ συνειδητοποιούμε τις συναισθηματικές δυναμικές που μας κάνουν να συμμορφωνόμαστε, ακόμα κι όταν είμαστε καταπιεσμένοι / ες και δεχόμαστε αδικίες. Aκόμη διερευνάται γιατί η προσπάθεια να πειστούν οι άλλοι να αμφισβητήσουν παρωχημένες κι ανεπιθύμητες νόρμες και πρακτικές είναι μια δύσκολη μάχη. Ίσως επιστρέψω στο πώς μπορεί κανείς να διαφωνήσει πιο αποτελεσματικά στην επόμενη ανάρτηση, αλλά προς το παρόν θα ήθελα να τελειώσω αυτό το κομμάτι κάνοντας αναφορά στο κεφάλαιο σχετικά με το πώς να μεγαλώνουμε παιδιά που έχουν την δύναμη να διαφωνούν και να παίρνουν θέση υπέρ της προόδου. Ο Kashdan γράφει ότι η επιστήμη έχει αποκαλύψει αρχές που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι γονείς και οι δάσκαλοι για να εκπαιδεύσουν τους νέους /ες να διαφωνούν, να αψηφούν και να αποκλίνουν από προβληματικούς κανόνες και πρότυπα. Εν συντομία, θα πρέπει να οδηγήσουμε ή να διδάξουμε με το παράδειγμα μας, να καλλιεργήσουμε στα παιδιά μας μιαν αίσθηση ενδυνάμωσης και βούλησης και να τα βοηθήσουμε να πιστέψουν ότι μπορούν να κάνουν τη διαφορά και στη δική τους ζωή και στις ζωές των άλλων. Ως γονείς και δάσκαλοι πρέπει να ανταποκρινόμαστε όταν τα παιδιά μοιράζονται τις εξερευνήσεις ή τα μελλοντικά σχέδια τους, να τα βοηθάμε να ρυθμίζουν τα συναισθήματά τους και να γνωρίζουν ότι οι ανήσυχες σκέψεις και συναισθήματα είναι φυσικά όταν δοκιμάζουν νέα πράγματα και αναλαμβάνουν προκλήσεις.
Είναι επίσης σημαντικό να βοηθήσουμε στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων κριτικής σκέψης. Αυτό μάλλον δεν ενθαρρύνεται στα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα, αλλά νομίζω ότι είναι τώρα πιο σημαντικό από ποτέ αν σκεφτεί κανείς ότι βομβαρδιζόμαστε από πληροφορίες και παραπληροφόρηση. Ο Kashdan γράφει: «Η αρχή της ανυπακοής εξαρτάται από την ικανότητα ενός ατόμου να κοσκινίζει τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του, να φιλτράρει χρήσιμα πράγματα από τις βλακείες και να μπορεί να πείσει τους άλλους να αποδεχθούν επίσης τα χρήσιμα πράγματα. Οι νέοι πρέπει να αισθάνονται άνετα να κάνουν ερωτήσεις και να μπορούν να διακρίνουν μεταξύ υψηλής και χαμηλής ποιότητας δεδομένων. Πρέπει να συνηθίσουν να αναστέλλουν προσωρινά την κρίση, να επιβραδύνουν την αναλυτική τους διαδικασία και να αφήνουν την κριτική ανάλυση να διασχίσει την πορεία της». Τέλος, πρέπει να εκθέσουμε τα παιδιά μας σε διάφορες μορφές θάρρους και να τους δώσουμε τη γλώσσα να περιγράψουν τη δική τους γενναιότητα.