H μετάφραση έχει ολοκληρωθεί
Τέχνη, εξοστρακισμός στο χώρο εργασίας, η πολύπλοκη και προβληματική διαδικασία της διάγνωσης, καταναγκαστικός έλεγχος και ηγεμονική αρρενωπότητα
«Προσοχή στις καταστροφικές συνέπειες της διακριτικής απόρριψης και του εξοστρακισμού. Για να οικοδομήσουμε πραγματικά μια ποικιλόμορφη κουλτούρα όπου αποκαλύπτονται μοναδικές γνώσεις και προοπτικές, πρέπει να κατανοήσουμε τα διεστραμμένα κίνητρα που ωθούν τους ανθρώπους να αναζητούν την «αρεστότητα»/ δημοφιλία αντί για την ικανότητα». Todd Kashdan
«Ένα από τα σημεία που επισημαίνω στο τελευταίο μου βιβλίο [Ο Μύθος του Κανονικού / Νορμάλ: Τραύμα, Ασθένεια και Επούλωση σε μια Τοξική Κουλτούρα] είναι ότι αυτή η κοινωνία προκαλεί άγχος στις οικογένειες, διαλύει τις κοινότητες και απομονώνει τα άτομα. Αυτό μας αφήνει με γονικές καταστάσεις όπου οι ανάγκες προσκόλλησης των παιδιών δεν ικανοποιούνται. (Τα παιδιά) μένουν άδεια και πεινασμένα και αναζητούν πράγματα από έξω. Αυτό το βιβλίο αφορά την ατομική μας υγεία που δεν είναι ένα μεμονωμένο βιολογικό φαινόμενο. Αντανακλά τις σχέσεις μας από τη σύλληψη και μετά, την κοινότητά μας και ολόκληρη την κουλτούρα». Gabor Mate
«Ίσως τα ταξίδια να μην μπορούν να αποτρέψουν τον φανατισμό, αλλά δείχνοντας ότι όλοι οι άνθρωποι / λαοί κλαίνε, γελούν, τρώνε, ανησυχούν και πεθαίνουν, μπορεί να κάνει γνωστή την ιδέα ότι αν προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον, μπορεί να γίνουμε ακόμη και φίλοι». Μάγια Αγγέλου
Σήμερα δημοσιεύω μερικά ακόμη σχέδια με μελάνι και ιδέες και συνδέσμους με υλικό σχετικό με θέματα όπως οι πρακτικές εξοστρακισμού στον εργασιακό χώρο, η πολύπλοκη και συχνά προβληματική διαδικασία της διάγνωσης και μια σύντομη αναφορά στις πρακτικές καταναγκαστικού ελέγχου ως μορφή έμφυλης βίας.
Το πρώτο άρθρο του Todd Kashdan, PhD, [https://toddkashdan.substack.com/p/the-hidden-power-of-ostracism-at] σχετίζεται σε κάποιο βαθμό με το θέμα των στερεοτύπων που ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση. Ο τίτλος του άρθρου είναι: The Hidden Devastation of Ostracism at Work / Η κρυφή καταστροφικότητα του εξοστρακισμού στην εργασία, και αφορά τις δυναμικές και τους μηχανισμούς του εξοστρακισμού στο χώρο εργασίας, συχνά με βάση υποκείμενες προκαταλήψεις. Ο Kashdan ξεκινά το κομμάτι υπενθυμίζοντας μας πως πολλοί λίγοι καταφέρνουν να διαβούν την παιδική ηλικία αλώβητοι από περιστατικά αποκλεισμού. Γράφει: «Είναι εύκολο να θυμηθείτε στιγμές όπου νιώσατε αποκλεισμένοι από τους συνομήλικους σας και ακόμα πιο εύκολο όταν οι φίλοι σας έπαιξαν τον ρόλο του διώκτη. Αν και οι συνομήλικοι σας μπορεί να έχουν ξεχάσει αυτά τα γεγονότα, υποπτεύομαι ότι δεν τα έχετε ξεχάσει εσείς. Γεγονός που εγείρει το ερώτημα: ποιος είναι ο αντίκτυπος της απόρριψης στις ομάδες με τις οποίες συνεργαζόμαστε;»
Ο Kashdan στη συνέχεια περιγράφει δυναμικές στους εργασιακούς χώρους και πώς αυτό που μπορεί να μοιάζει με αξιοκρατία μπορεί να μην είναι παρά ένας διαγωνισμός δημοφιλίας, κάτι που, όπως επισημαίνει, σημαίνει ότι «σπάνια επιλέγονται άνθρωποι στα περιθώρια, κι άτομα με ιδέες εκτός του mainstream αποκλείονται από την αξιολόγηση. Και οι άνθρωποι που φαίνονται διαφορετικοί, σκέφτονται διαφορετικά ή είναι καλωδιωμένοι διαφορετικά συχνά νικιούνται». Ο Kashdan προτείνει ότι αυτού του είδους ο οστρακισμός λειτουργεί επειδή είναι συχνά δύσκολο να εντοπιστεί ή να αποδειχθεί, αλλά αν ο στόχος μιας ομάδας είναι να μεγιστοποιήσει το ανθρώπινο δυναμικό, να δημιουργήσει υγιέστερες κουλτούρες και να παράγει δίκαιες αποφάσεις, τότε το να επιτρέπεται ο οστρακισμός είναι «παρόμοιο με το να δημιουργούμε σκόπιμα μειονεκτήματα στα μέλη μιας ομάδας.(ή να καθιστούμε ανάπηρα μέλη της ομάδας) ”
Ωστόσο, ο Kashdan σημειώνει ότι η κατάργηση της δημοτικότητας επιτρέπει τη διαφορετικότητα και την πρόσβαση σε νέες φωνές και δυνατότητες. Ένας τρόπος για να προχωρήσουμε πέρα από τις προκαταλήψεις, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, Bruno Frey και Lasse Steiner, είναι να αφαιρέσουμε τους αιτούντες, για παράδειγμα, που δεν έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες και από το υπόλοιπο σύνολο, να επιλεγούν τυχαία αυτοί που θα πάρουν μια θέση εργασίας, μια ανταμοιβή, προαγωγή, πρόσκληση και ούτω καθεξής, Η τυχαία επιλογή μας προστατεύει από τον σεξισμό, τον ρατσισμό, την ηλικιακή προκατάληψη, την προτίμηση ατόμων με ιδεολογικά παρόμοιες πεποιθήσεις, από την προτίμηση των σωματικά ελκυστικών… Μειώνει επίσης την πιθανότητα να ευνοούνται άτομα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ο Kashdan γράφει: «Γνωρίζουμε επίσης ότι ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας είναι πιο επιθυμητά, ειδικά τα υψηλά επίπεδα εξωστρέφειας (σε αντίθεση με την εσωστρέφεια), η συναισθηματική σταθερότητα (σε αντίθεση με κάποιον με ζητήματα ψυχικής υγείας)……».
2. Το δεύτερο άρθρο [στη διεύθυνση: https://berkeley.us14.list-manage.com/track/click?u=a8079f1782122a9da1dec00db&id=920afed9bc&e=56fa618356] σχετίζεται επίσης με το χώρο εργασίας και έχει τον τίτλο Four Ways to Help Your Coworkers Feel Respected (Τέσσερις τρόποι με τους οποίους μπορείτε να βοηθήσετε τους συνάδελφους σας να νιώθουν σεβασμό), από την Kristie Rogers, Beth. Schinoff και Nitya Chawla. Στο άρθρο διερευνάται πώς η έλλειψη σεβασμού οδηγεί τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους και τέσσερις τρόπους με τους οποίους μπορούν να βοηθήσουν οι συνάδελφοι. Ισχυρίζονται ότι οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τη δουλειά τους λόγω ασέβειας, επειδή η ασέβεια είναι η άρνηση της αξίας κάποιου άλλου και παραβιάζει άμεσα τους κανόνες ευγένειας στο χώρο εργασίας. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι μπορούν πολύ πιο εύκολα να θυμούνται και να περιγράφουν περιπτώσεις ασέβειας ή αδικίας παρά περιστατικά σεβασμού ή δίκαιης μεταχείρισης. Λόγω της προκατάληψης αρνητικότητας μας (our negativity bias), αυτό ισχύει για όλες τις εμπειρίες μας. Έχουμε την τάση να θυμόμαστε περισσότερο τα αρνητικά παρά τα θετικά. Αυτό βοηθά στην επιβίωση αλλά εμποδίζει την επούλωση / ανάκαμψη και την ανάπτυξη.
Διακρίνουν δύο τύπους σεβασμού στην εργασία – το βασικό επίπεδο σεβασμού που οφείλουμε σε όλους ως πολύτιμα άτομα και μέλη του εργατικού δυναμικού και τον σεβασμό που κερδίζουμε για την ικανοποίηση ή την υπέρβαση των εργασιακών προσδοκιών. Προτείνεται να επιδεικνύεται σεβασμός συχνά και με συνέπεια έχοντας υπόψη σας τα ακόλουθα τέσσερα πράγματα:
* Να σεβόμαστε την αξία αυτού που κάνουν οι συνάδελφοι και να νιώθουμε ευγνωμοσύνη για τη συνεισφορά όλων.
* Να σεβόμαστε την ατομική εργασιακή απόδοση των συναδέλφων και να τους δίνουμε θετικά σχόλια όταν τα πάνε καλά.
* Να σεβόμαστε την αυτονομία των συναδέλφων και να έχουμε εμπιστοσύνη στην αξία και την ικανότητά τους να κάνουν τη δουλειά.
* Να σεβόμαστε τις δυσκολίες και τα συναισθήματα των συναδέλφων και να δημιουργούμε ένα ψυχολογικά ασφαλές εργασιακό περιβάλλον.
3. Προχωρώντας σε ένα τρίτο θέμα, στο επεισόδιο του Being Well αυτής της εβδομάδας [https://www.youtube.com/watch?v=AefzvuBGOSQ] οι Forrest και Rick Hanson συζητούν το ακανθώδες και ευρύ θέμα που έχει να κάνει με τη διάγνωση ψυχολογικών ζητημάτων (πολλά από τα πράγματα που θίγονται εδώ θα μπορούσαν επίσης να ισχύουν για τις σωματικές ασθένειες). Πρόσφατα, άκουσα μια γυναίκα πολιτικό, στην πραγματικότητα, την αδερφή του Έλληνα πρωθυπουργού, να μιλά για την εμπειρία της με τον καρκίνο και την απόφαση της να δημοσιοποιήσει την εμπειρία της προκειμένου να βοηθήσει στην εξάλειψη του στίγματος γύρω από την ασθένεια. Ανέφερε πώς ακόμη και στο κοινοβούλιο πολλοί άνθρωποι σιωπούν για σοβαρά προβλήματα υγείας ή δυσκολίες προκειμένου να αποφύγουν το στίγμα και τη ντροπή και τις πιθανές επιπτώσεις που σχετίζονται με την καριέρα τους. Νομίζω ότι είναι καιρός να αρχίσουμε ως συλλογικότητα να αποδεχόμαστε με συμπόνια την ανθρώπινη μας κατάσταση, η οποία περιλαμβάνει το να είμαστε αδύναμοι κατά καιρούς, τη θλίψη / το πένθος, βάσανα και αγωνίες κάθε είδους, και τη φθορά στον ένα ή τον άλλο βαθμό καθώς μεγαλώνουμε. Αγκαλιάζοντας την ανθρώπινη φύση μας και κατανοώντας την κοινή μας ανθρώπινη εμπειρία (common humanity) μπορούμε να πραγματώσουμε την ανθρώπινη ικανότητα μας για περισσότερη ενσυναίσθηση και συμπόνια. Ο Stephen Batchelor λέει: «Το να αγκαλιάζεις τον πόνο οδηγεί σε μεγαλύτερη ενσυναίσθηση, την ικανότητα να νιώθεις πώς είναι να υποφέρει ο άλλος, που είναι και το έδαφος για συμπόνια και αγάπη».
Μερικά από τα βασικά σημεία που διερευνώνται στο podcast είναι: η διαδικασία που χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και ο σκοπός της διάγνωσης. Ο Rick και ο Forrest Hanson διερευνούν επίσης τη διάγνωση μέσω ενός εξελικτικού φακού και την τοποθετούν μέσα σε πολιτισμικά πλαίσια. Κάνουν αναφορά στην προέλευση των συνθηκών ψυχικής υγείας, τις περιβαλλοντικές και πολιτισμικές επιπτώσεις και τα προνόμια. Μιλούν επίσης για τη διαφοροποίηση μεταξύ των διαφορετικών διαγνώσεων και των τριών υποτύπων της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής / Υπερκινητικότητας ή ΔΕΠΥ. Άλλες πτυχές της διάγνωσης που συζητούνται εδώ είναι: η συναισθηματική πολυπλοκότητα της λήψης μιας διάγνωσης και η ανάγκη να δοθεί προσοχή τόσο στη συναισθηματική εμπειρία όσο και στην επίλυση του προβλήματος, και η σημασία της συνειδητοποίησης και της υποστήριξης από άλλους. Επικεντρώνονται στο πώς μπορούμε όλοι να καταλάβουμε καλύτερα τον εαυτό μας και μέσω αυτής της γνώση να απελευθερωθούμε αντί να επιβαρυνθούμε από αυτήν.
Νομίζω ότι αξίζει να ακούσετε το επεισόδιο γιατί συζητούν παράλληλα και για την χρησιμότητα της αναγνώρισης προτύπων συμπεριφορών, και για τις πολλές προβληματικές πλευρές της διαδικασίας της διάγνωσης, ειδικά όσον αφορά ζητήματα ψυχικής υγείας. Όταν έκανα ένα κλινικό πρόγραμμα, η έμφαση ήταν στην ψυχοπαθολογία εκτός κοινωνικών πλαισίων και συστημάτων με ελάχιστη αναγνώριση των τραυματικών εμπειριών και περιστάσεων και πολύ λίγο ενδιαφέρον για την αιτιολογία ή την κριτική αξιολόγηση. Στο podcast προτείνεται ότι η δομή που χρησιμοποιείται στην ψυχική υγεία, στο DSM, δεν βασίζεται σε μια θεωρία ως προς τα αίτια μιας κατάστασης ή ακόμα και το «πώς». Είναι βασικά μια περιγραφή συμπτωμάτων, που βασίζεται μόνο στο «τι». Ωστόσο, προτείνεται ότι ο καλύτερος τρόπος για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας είναι να βγουν οι οικογένειες και τα παιδιά από τη φτώχεια και ότι η ικανότητα των ανθρώπων να διευκολύνουν και να μειώσουν τις διαγνώσεις πρέπει να αναζητηθεί και στα πλαίσια προνομίων και οικονομικών ευκαιριών. Νομίζω λοιπόν ότι τα σημεία που αναφέρονται θα μπορούσαν να διευρύνουν την άποψή μας για την όλη διαδικασία της διάγνωσης.
Τα σημεία που αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της ομιλίας περιλαμβάνουν την πιθανολογική, ακατάστατη και περίπλοκη φύση των διαγνώσεων και τη δυσφορία που προκύπτει όταν οι άνθρωποι τοποθετούνται σε κουτιά. Όπως λέει κι ο Rick Hanson: «…. δεν θέλουμε να τους κουμπώσουμε γρήγορα σε κάποιο μικρό κουτί, ο κόσμος μισεί να μπαίνει σε κουτί, σίγουρα αυτό ισχύει για μένα, όπως ξέρετε, παρόλο που έζησα σε ένα κουτί με ρόδες (τροχόσπιτου) τον τελευταίο μήνα, αλλά αυτό ήταν λυτρωτικό, ήταν ένα λυτρωτικό κουτί». Επισημαίνουν ότι το γεγονός ότι η διάγνωση εντοπίζεται σε ένα ιατρικό πλαίσιο παθολογίας, «το οποίο είναι ένα ολόκληρο κουτί σκουληκιών, παρέχει μια πύλη στην υγειονομική περίθαλψη, και την αποζημίωση, και τα χρήματα και τους γιατρούς». Υπογραμμίζουν ότι διάφορες αποκαλούμενες παθολογίες είναι πραγματικά προσαρμοστικές σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα για την επιβίωση. Βλέποντας μέσα από ένα εξελικτικό πλαίσιο, για παράδειγμα, «το ανώτερο 5% του εύρους της ιδιοσυγκρασίας όσον αφορά, ας πούμε, την υπερκινητικότητα και την αναζήτηση διέγερσης…. είναι (αυτά τα παιδιά είναι) λαμπερά, είναι δημιουργικά, είναι γεμάτα ζωή στο σώμα τους, ψάχνουν για ένα ερέθισμα…… Σε μια ομάδα κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, θα ήταν ένα υπέροχο πλεονέκτημα, στις περισσότερες από τα καταστάσεις στις οποίες έζησαν οι άνθρωποι μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες σε όλο τον κόσμο, η φύση τους θα ήταν πολύ προσαρμοσμένη στην κατάστασή τους, αλλά το να κάθεται ακίνητο σε μια συμβατική αίθουσα της πρώτης τάξης για μεγάλες χρονικές περιόδους είναι πραγματικά δύσκολο για αυτό το παιδί. Έτσι, τότε απομακρύνεστε από μια ηθικολογική παθολογία σε κάτι πολύ πιο αντικειμενικό και φυσικό που μπορεί να είναι πραγματικά απελευθερωτικό για το άτομο, και μετά μπορούμε να επικεντρωθούμε σε αυτό που θα μπορούσε να είναι χρήσιμο για αυτό το παιδί».
Αναφέρονται στην επιρροή του πολιτισμού και της ιστορικής εποχής σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τις εμπειρίες. Αναφέρουν ότι η προβληματική φύση της διάγνωσης που βασικά είναι μια βαθμολογία κουτιού / κατηγοριοποίησης, μια λίστα συμπτωμάτων περιλαμβάνει και την προβληματική φύση της λέξης «λειτουργικός / ή», η οποία αναπόφευκτα επηρεάζεται από τις πεποιθήσεις και τις εμπειρίες του ατόμου που κάνει την αξιολόγηση. Συνολικά, η διάγνωση ψυχικής υγείας είναι εξαιρετικά υποκειμενική.
Συζητούν επίσης για το λεγόμενο φάσμα της ΔΕΠΥ. Ο Rick Hanson λέει: «Πιστεύω ότι δεν πρέπει να υπάρξει τελικό «D / Δ». Δεν νομίζω ότι η έντονη διάσπαση προσοχής, ή η αναζήτηση διέγερσης και η παρορμητικότητα να είναι εγγενώς μια διαταραχή, είναι εξαιρετικά προσαρμοστικά και είναι εξαιρετικά προσαρμοστικά… για εκατομμύρια χρόνια». Αναλύουν αυτήν τη διάγνωση για να δείξουν ορισμένα από τα υπάρχοντα προβλήματα σχετικά με τις διάφορες διαγνώσεις όπως ζητήματα λανθασμένης διάγνωσης, υποδιάγνωσης και υπερδιάγνωσης. Για παράδειγμα, τα λευκά παιδιά διαγιγνώσκονται με ΔΕΠΥ πιο συχνά από τα μαύρα παιδιά και αυτά τα «χαμηλότερα ποσοστά διαγνώσεων στα μη λευκά παιδιά αντισταθμίζονται περισσότερο από δυσανάλογα υψηλά ποσοστά διάγνωσης διαταραχής συμπεριφοράς» στα μαύρα παιδιά. Επίσης, οι άνδρες διαγιγνώσκονται συχνότερα από τις γυναίκες και αυτό εγείρει το ερώτημα: Αυτό οφείλεται σε βιολογικές διαφορές ή μήπως συμβαίνει τα αγόρια να διαγιγνώσκονται υπερβολικά και τα κορίτσια να υποδιαγιγνώσκονται επειδή κοινωνικοποιούνται διαφορετικά;
Ο Gabor Mate, ο οποίος είναι γιατρός, προσθέτει μιαν επιπλέον οπτική γωνία μέσω της οποίας μπορούμε να δούμε τις εμπειρίες ψυχικής υγείας. Δηλώνει ότι έχει διαπιστώσει ότι «όλες οι παθήσεις / καταστάσεις ψυχικής υγείας, ή οι λεγόμενες ψυχικές ασθένειες, και οι περισσότερες χρόνιες σωματικές παθήσεις, είναι αντιδράσεις σε ανεπίλυτο πόνο. Είναι αντιδράσεις στη ζωή». Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα είναι η ιστορία της Μάγια Αγγέλου που έμεινε βουβή για πέντε χρόνια μετά από κάποια πολύ τραυματικά γεγονότα στην παιδική της ηλικία και πώς η αγάπη και η υποστήριξη της επέτρεψαν να γίνει η Μάγια Αγγέλου. Ο Mate συνεχίζει: «Ποιο είναι το χαρακτηριστικό της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής / ΔΕΠ; Εγκατάλειψη του παρόντος, αφηρημάδα. Είναι ένας μηχανισμός αντιμετώπισης. Σε αντίθεση με τις ιατρικές ανοησίες που προβάλλουν οι άνθρωποι, δεν είναι μια γενετικά κληρονομική ασθένεια, αλλά μια απάντηση στο πρώιμο στρες. Όσο πιο ευαίσθητος είσαι, τόσο πιο δύσκολο μπορεί να είναι να αντιμετωπίσεις το περιβάλλον σου. Ωστόσο, οι πρώιμοι μηχανισμοί αντιμετώπισης μπορούν να γίνουν αιτίες προβλημάτων αργότερα». Σε σχέση με τη σχέση μεταξύ τεχνολογίας και ΔΕΠ /ADD λέει: «Είχαμε αυτά τα προβλήματα πριν αποκτήσουμε τεχνολογία. Η τεχνολογία το κάνει χειρότερο επειδή είναι εθιστική και παρεμβαίνει στις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι ένα δίκοπο μαχαίρι, επειδή επιτρέπει πολλές πληροφορίες να είναι διαθέσιμες στους ανθρώπους, αλλά κάνει επίσης διαθέσιμα ψέματα, παραπληροφόρηση, φαντασίες και δηλητήριο» (https://www.psychologytoday.com/gb/blog/the-seekers-forum/202201/the-myth-normal-speaking-gabor-mat).
Τέλος, ο Rick Hanson κάνει αναφορά στο τεστ Rorscharch. Οι κηλίδες μελανιού του Rorscharch τεστ είναι σαν αυτές που κάποιοι από εμάς μπορεί να είχαν φτιάξει στο σχολείο με μπογιές κατά τη διάρκεια των Καλλιτεχνικών. Πάντα θεωρούσα το Rorscharch ως ένα εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην θεραπευτική διαδικασία ή αλλού για να διευκολυνθεί η εξερεύνηση του εσωτερικού κόσμου ή των τρεχουσών απασχολήσεων. Θα μπορούσε επίσης να αντικατοπτρίζει τον πλούτο της φαντασίας του καθενός και θα μπορούσε να είναι χρήσιμο για την πρόκληση ενδιαφερόντων συζητήσεων ή ελεύθερων συνειρμών / free-association . Ωστόσο, όσον αφορά τη χρήση του ως εργαλείο αξιολόγησης, είναι εξαιρετικά υποκειμενικό κι εξαρτάται από τις ιδέες, τις προκαταλήψεις και τους εσωτερικούς κόσμους των αξιολογητών. Ο Rick Hanson μας δίνει ένα παράδειγμα της δικής του εμπειρίας με το τεστ ως μέρος μιας εξέτασης για να λάβει άδεια εξάσκησης επαγγέλματος και τη συνειδητοποίησή του ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στους οποίους έχει δοθεί Rorscharch για να αποφασιστεί ποια θα πρέπει να είναι η ποινή τους σε ένα ποινικό σύστημα ή εάν θα πρέπει να συνεχίσουν να είναι κλεισμένοι σε κάποιο ίδρυμα με βάση τέτοιου είδους τεστ και ευρήματα. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «είναι πραγματικά σημαντικό να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τις αξιολογήσεις που χρησιμοποιούμε, να δείχνουμε μεγάλο σεβασμό και να λαμβάνουμε υπόψη πολλά πράγματα».
Εικόνα της κηλίδας μελανιού Rorscharch
4. Μόλις ολοκλήρωσα ένα σύντομο αλλά πολύ ενημερωτικό εισαγωγικό μάθημα στο Future Learn σχετικά με τον Καταναγκαστικό Έλεγχο / Coercive Control στις σχέσεις και τα οικογενειακά συστήματα. Περιέχει χρήσιμες πληροφορίες για την κατανόηση των βασικών συμπεριφορών καταναγκασμού που εντάσσονται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον που συχνά εκτιμά και ενισχύει τέτοιες συμπεριφορές. Η διάδοση αυτού του είδους πληροφοριών μπορεί να αφυπνίσει και να ενδυναμώσει εκείνους που δέχονται τον καταναγκαστικό έλεγχο κι επίσης να επηρεάσει τους άνδρες που καταφεύγουν σε αυτόν τον τρόπο ύπαρξης στις σχέσεις και την κοινωνία ευρύτερα, έτσι ώστε να διακόψουν και να θεραπεύσουν δυσλειτουργικούς τρόπους ύπαρξης.
Στην πορεία κάνουν τη χρήσιμη διάκριση μεταξύ της νόμιμης εξουσίας και του καταναγκαστικού ελέγχου στις σχέσεις. Η νόμιμη εξουσία / δύναμη θα μπορούσε να περιγραφεί ως η ικανότητα επηρεασμού, έμπνευσης, παρακίνησης και αναζωογόνησης και όπου οι ανταμοιβές μοιράζονται ανάλογα με την προσπάθεια. Η καταναγκαστική δύναμη, από την άλλη πλευρά, βασίζεται στη χειραγώγηση, τις απειλές, την εκμετάλλευση και τον εγωισμό όπου οι ανταμοιβές και τα οφέλη δεν μοιράζονται ανεξάρτητα από τον κόπο και την προσπάθεια. Υποστηρίζεται ότι αυτή η διάκριση είναι σημαντική γιατί συχνά οι τακτικές ελέγχου περνούν απαρατήρητες και τα αιτήματα και οι απαιτήσεις συχνά αντιπροσωπεύουν τις κοινωνικές προσδοκίες από τις γυναίκες. Με άλλα λόγια, «ο καταναγκαστικός έλεγχος αφορά την εκμετάλλευση των ρόλων των φύλων (Stark, 2007) με τον κύριο επιτιθέμενο να χρησιμοποιεί τους συλλογικούς, «κανονικούς» ρόλους των συζύγων και της μητέρας ως μοχλό». Ο ερευνητής Evan Stark χρησιμοποίησε τον όρο «έγκλημα ελευθερίας» για να περιγράψει τις ενέργειες που σχετίζονται με τον καταναγκαστικό έλεγχο και ως εκ τούτου τη μείωση της αυτονομίας και του χώρου δράσης της συντρόφου. Στην Βρετανία ο καταναγκαστικός έλεγχος αναγνωρίζεται πλέον ως εγκληματική πράξη. Ο Stark προτείνει ότι ο καταναγκαστικός έλεγχος λαμβάνει χώρα και σε δημόσιους χώρους και δεν περιορίζεται στη συμπεριφορά «πίσω από τις κλειστές πόρτες» που περιορίζει την ελευθερία και την ελεύθερη επιλογή του θύματος, αλλά επειδή συμβαίνει στο επικρατούν περιβάλλον της ανισότητας των φύλων, αυτή η «διαχείριση» φαίνεται φυσιολογική. ή δικαιολογημένη.
Είναι ενδιαφέρον ότι οι μελέτες για τον καταναγκαστικό έλεγχο έχουν αναπτύξει μοντέλα που χρησιμοποιούν λέξεις όπως «ιστοί» ή «κλουβιά» για να συλλάβουν αυτές τις εμπειρίες. Η Torna Pitman, η οποία διεξήγαγε μια μελέτη το 2017 έριξε φως σε ορισμένες κοινές τακτικές, στάσεις και πεποιθήσεις των ανδρών που χρησιμοποιούν καταναγκαστικό έλεγχο. Παρουσιάζοντας το μοντέλου (The Trap / Η Παγίδα) με το γνωστό κυκλικό σχέδιο, οι ερωτηθέντες σε αυτή τη μελέτη έθεσαν στον πυρήνα (ή στο κέντρο) την αίσθηση του συντρόφου τους ότι έχει δικαίωμα, ότι είναι ανώτερος και ότι έχει ένα αντίπαλο (μάχιμο) στυλ συμπεριφοράς. Όλες οι ελεγκτικές τακτικές και συμπεριφορές αυτών των αντρών περιστρέφονται γύρω από αυτόν τον πυρήνα. Σύμφωνα με την Pitman (2017) οι απαιτήσεις για συμμόρφωση ρέουν από την αίσθηση του ότι κάποιος έχει πάντα δίκιο κι είναι αναμφισβήτητα σωστός».
Ένα χρήσιμο εννοιολογικό μοντέλο, το Social Entrapment / Κοινωνικός Εγκλωβισμός,, που αφορά τη βία των συντρόφων αναπτύχθηκε αρχικά από τον James Ptacek το 1999. Τα βασικά στοιχεία του μοντέλου είναι:
(α) η κοινωνική απομόνωση, ο φόβος και ο εξαναγκασμός που δημιουργεί η καταναγκαστική και ελεγκτική συμπεριφορά του κυρίαρχου επιτιθέμενου στη ζωή του θύματος
(β) η αδιαφορία των ισχυρών θεσμών για τα δεινά του θύματος
(γ) την όξυνση του καταναγκαστικού ελέγχου από τις δομικές ανισότητες που σχετίζονται με το φύλο, την τάξη, τη φυλή και την αναπηρία (Tolmie, et al 2018).
Ένα άλλο εννοιολογικό μοντέλο: η Ηγεμονική Αρρενωπότητα αναφέρεται στα ιδανικά και τις πρακτικές που υποδηλώνουν τους πιο «επιβραβευτικούς» τρόπους του να είσαι άντρας σε οποιοδήποτε δεδομένο πλαίσιο. Μερικές ερωτήσεις που θα μπορούσαν να αποβούν χρήσιμες για τους επαγγελματίες που έρχονται σε επαφή με άνδρες που χρησιμοποιούν αυτές τις τακτικές και προκειμένου να μετρήσουν πόσο ελεγκτικοί είναι, είναι οι εξής:
«Πόσο σημαντικό είναι για εσάς το δίκαιο;» / «Πώς η νίκη έχει γίνει τόσο σημαντική για εσάς στη σχέση σας;»
Κι ένα άλλο γνωστό μοντέλο είναι το μοντέλο Duluth που παρουσιάζεται στο παρακάτω γράφημα. Έχω αναφερθεί σε αυτό σε παλαιότερη ανάρτηση.
Επιπλέον, η έρευνα προτείνει ότι σχετικά με τη διαμόρφωση των στάσεων και συμπεριφορών των ανδρών που χρησιμοποιούν βία «η εστίαση αποκλειστικά σε μεμονωμένους παράγοντες στη ζωή των ανδρών (π.χ. στάσεις, πεποιθήσεις και επένδυση σε ρόλους φύλου) δεν λαμβάνει υπόψη όλα τα «δομικά συστημικά οργανωτικά, κοινοτικά, διαπροσωπικά και ατομικά επίπεδα της κοινωνίας» (Our Watch 2019) που δίνει προνόμια στους άνδρες. Ο όρος ηγεμονική αρρενωπότητα που επινοήθηκε από την Raewyn Connell (2005) στις μελέτες της για την αρρενωπότητα, που αναφέρθηκαν παραπάνω, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις προσδοκίες και τους περιορισμούς που διαμορφώνουν τους άνδρες ώστε στη συνέχεια να ενεργούν ή να αποδίδουν με τέτοιο τρόπο που να πληρούν αυτά τα πρότυπα, τα οποία περιλαμβάνουν: τον συναισθηματικό έλεγχο, την υπεροχή της εργασίας / σταδιοδρομίας και της επιτυχίας, την άσκηση ελέγχου στις γυναίκες, την επιθετικότητα, τον στωικό ατομικισμός, την σκληρότητα και τον ανταγωνισμό.
Όλοι αυτοί οι δείκτες αρρενωπότητας είναι παράλογοι και περιοριστικοί και ταιριάζουν μόνο σε πολύ λίγα αρσενικά. Ωστόσο, «συχνά αντανακλώνται και ενισχύονται κοινωνικά, δομικά και θεσμικά ως το αναμενόμενο πρότυπο του ανδρισμού. Οι περισσότεροι άντρες υστερούν στις διάφορες κλίμακες μέτρησης και συγκρίσεων και πρέπει να διαπραγματευτούν τη ντροπή από την μη ανταπόκριση σε αυτές τις αδύνατες προσδοκίες, ιδιαίτερα εάν η αποτυχία είναι δημόσια και ορατή στην ομάδα τους…» (Our Watch, 2019). Σε πολλά πλαίσια, το να είσαι έξω από το ανδρικό κουτί μπορεί να είναι ένα επικίνδυνο μέρος συναισθηματικά, ψυχολογικά ακόμη και σωματικά, καθώς τα κυρίαρχα (άλφα) αρσενικά και η κουλτούρα ενισχύουν τις προσδοκίες της ομάδας. Η ερευνήτρια Brene Brown (2017) που τονίζει την ισχυρή σχέση μεταξύ ντροπής και βίας, προτείνει ότι υπάρχει ένα μήνυμα που διατρέχει τις ζωές πολλών ανδρών «μην σε εκλάβουν ως αδύναμοι».
Καθώς φθάνω στο τελευταίο κομμάτι της σημερινής ανάρτησης, θα ήθελα να προσθέσω ότι, όπως τονίστηκε και στο course η κατανόηση της προέλευσης της καταναγκαστικής συμπεριφοράς και της επιθετικότητας δεν δικαιολογεί τις συμπεριφορές. Πολλοί άντρες έχουν υποβληθεί στους ίδιους περιορισμούς ή περιοριστικές πεποιθήσεις σχετικά με τον ανδρισμό κι έχουν βρει τρόπους να διαπραγματευτούν την ηγεμονική (τοξική) αρρενωπότητα, να θεραπευτούν, να αντιμετωπίσουν τα τραύματά τους, να αναλάβουν την ευθύνη και να παραιτηθούν από τα προνόμια που παρέχει ο ηγεμονικός ανδρισμός. Η συζήτηση για αυτά τα θέματα και η διάδοση πληροφοριών μπορεί να μας αφυπνίσει συλλογικά σχετικά με καλύτερους τρόπους να ζούμε μέσα στις σχέσεις, κι επίσης, να ασκήσει πίεση για να πραγματοποιηθούν δομικές αλλαγές.