Αντίσταση στην απανθρωποποίηση, ιατρική περίθαλψη που επιτρέπει τη  διατήρηση της αξιοπρέπειας των ασθενών, και ζωγραφική

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

«Οι πεποιθήσεις απανθρωποποίησης είναι περισσότερο θεωρητικές παρά αντιληπτικές πεποιθήσεις. Τις αποκτούμε από έξω από τον εαυτό μας — από την προπαγάνδα και την ιδεολογία και από τις μαρτυρίες εκείνων που υποτίθεται ότι είναι αυθεντίες. Όταν αποδεχόμαστε την άποψη ότι κάποια ομάδα ανθρώπων είναι κάτι λιγότερο από άνθρωποι, πρέπει να παρακάμψουμε τα στοιχεία των αισθήσεών μας». David Livingstone Smith

«Επειδή τόσα πολλά φθαρμένα συστήματα εξουσίας έχουν τοποθετήσει ορισμένους ανθρώπους έξω από τη σφαίρα αυτού που βλέπουμε ως ανθρώπινο, μεγάλο μέρος της δουλειάς μας τώρα θα πρέπει να είναι το θέμα του «επαναανθρωπισμού». Αυτό ξεκινά από το ίδιο σημείο που αρχίζει η απανθρωποποίηση — με λέξεις και εικόνες. Σήμερα πλησιάζουμε όλο και πιο κοντά σε έναν κόσμο όπου ο πολιτικός και ιδεολογικός λόγος έχει γίνει μια άσκηση απανθρωποποίησης. Και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι οι κύριες πλατφόρμες αυτής της συμπεριφοράς μας». Brené Brown

Αυτό είναι το δεύτερο μέρος του άρθρου που δημοσίευσα στις 8 Νοεμβρίου, και κυρίως εστιάζει στην έννοια και τη θεωρία της φυλής, τη διαφορά μεταξύ ρατσισμού και απανθρωποποίησης, πώς η απανθρωποποίηση βοηθά στη αποδόμηση των φυσικών ανθρώπινων αναστολών μας να σκοτώσουμε άλλον άνθρωπο, στην κατανόηση των απανθρωπιστικών πεποιθήσεων ως ιδεολογικές πεποιθήσεις και στο τι πρέπει να γνωρίζουμε και να πράττουμε προκειμένου να αντισταθούμε στην απανθρωποποίηση. Καθώς πρόσφατα ζωγραφίζω ακουαρέλες, έχω συμπεριλάβει και μερικές νέες ζωγραφιές. Έχω συμπεριλάβει επίσης έναν σύνδεσμο σε ένα άρθρο σχετικά με μια ιατρική περίθαλψη που επιτρέπει τη  διατήρηση της αξιοπρέπειας των ασθενών του Harvey max  Chochinov, MD, ένα θέμα που πιθανότατα να επανέλθω σε μελλοντικές αναρτήσεις.  Αυτού του είδους παροχής  ιατρικής φροντίδας, περιλαμβάνει καλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη, αλλά και ενσυναίσθηση και ενδιαφέρον για τους ασθενείς από τους επαγγελματίες υγείας.

Ο Smith αναλύει σε αρκετό βάθος την έννοια της φυλής. Εδώ θα προσπαθήσω να συνοψίσω μόνο τα διάφορα νήματα της συζήτησης. Πρώτον, η συντριπτική πλειοψηφία των σοβαρών επιστημόνων αρνείται τη βιολογική πραγματικότητα της φυλής και την ιδέα ότι οι μαύροι και οι λευκοί είναι ξεχωριστά είδη χωρίς κοινούς εξελικτικούς προγόνους.  Αναλύει τους λόγους που πρέπει να εγκαταλείψουμε την τάση να εξισώνουμε τη φυλή με το χρώμα του δέρματος, το οποίο λέει είναι δείκτης για τη φυλή μόνο για ιστορικούς λόγους που αφορούν την αποικιοκρατία και τη δουλεία. Δηλώνει ότι μόλις ξεκαθαρίσει η έννοια της φυλής, παρατηρούμε ότι «οι άνθρωποι χρησιμοποιούν λέξεις όπως «εθνικότητα», «πολιτισμός», «θρησκεία» και «ιθαγένεια» για να μιλήσουν για τη φυλή χωρίς καν να συνειδητοποιούν ότι αυτό κάνουν». Μας λέει ότι οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η φυλή ενός ατόμου είναι κάτι που είναι αντικειμενικά αληθινό για αυτούς, αντί να είναι απλώς θέμα του τρόπου με τον οποίο οι άλλοι άνθρωποι τους κατηγοριοποιούν ή ότι η φυλή ενός ατόμου είναι κάτι που είναι βαθύ και αναλλοίωτο και το οποίο μεταβιβάζεται , βιολογικά, από τους γονείς στα παιδιά. Οι μελετητές που μελετούν τη φυλή αποκαλούν αυτή την ιδέα φυλετική ουσιοκρατία  / racial essentialism.

 

Εξηγεί ότι η χημεία είναι ένας από τους λίγους τομείς όπου η ουσιοκρατία αξίζει να διατηρηθεί. Για παράδειγμα, το υδρογόνο αποτελείται από άτομα που έχουν μόνο ένα πρωτόνιο. Γι’ αυτό στο υδρογόνο αποδίδεται ο ατομικός αριθμός 1. Όλα τα άτομα υδρογόνου έχουν τον ατομικό αριθμό 1 και τίποτα που δεν είναι υδρογόνο δεν έχει αυτόν τον ατομικό αριθμό. Αλλά η θεωρία της ουσιοκρατίας δεν έχει κανένα επιστημονικό νόημα όταν εφαρμόζεται σε φυλές. Ως βιολογικό γεγονός, ισχυρίζεται, «απλώς δεν υπάρχει φυλετικό ισοδύναμο ατομικού αριθμού. Οι φυλές δεν έχουν ουσιαστικά στοιχεία. Απλώς φανταζόμαστε ότι έχουν. Όμως, παρά την ανακρίβειά της, η φυλετική ουσιοκρατία διατηρεί μια σκληρή λαβή στην ανθρώπινη φαντασία». Η κοινή αντίληψη της φυλής είναι στην πραγματικότητα μια θεωρία της φυλής, μια «λαϊκή θεωρία» και όχι μια επιστημονική ή φιλοσοφική θεωρία. Ο Smith περιγράφει πώς χρησιμοποιούμε την ιδέα κρυμμένων φυλετικών ουσιών για να εξηγήσουμε την ποικιλομορφία που παρατηρούμε επειδή οι άνθρωποι έρχονται σε διαφορετικά πακέτα φυσιολογίας και συμπεριφέρονται με έναν πλούτο διαφορετικών τρόπων. Διευκρινίζει επίσης ότι οι πεποιθήσεις για τη φυλή μπορεί να μην είναι πάντα καταστροφικές επειδή σε μια ρατσιστική κοινωνία, η ιδέα της φυλής και της φυλετικής υπερηφάνειας μπορεί να προσφέρει μια αίσθηση δύναμης και αλληλεγγύης για τους καταπιεσμένους, αλλά αυτό έρχεται με το τίμημα της διαιώνισης των περιστάσεων που καθιστούν απαραίτητη μια τέτοια αλληλεγγύη.  Μας υπενθυμίζει ότι η ιδέα της φυλής παρέχει επίσης μια αίσθηση δύναμης και αλληλεγγύης και στους Ναζί ή στους υπερασπιστές της υπεροχής των λευκών.

Όπως ανέφερα παραπάνω, ο Smith διακρίνει τον ρατσισμό από την απανθρωποποίηση. Ισχυρίζεται ότι ο ρατσισμός είναι η πεποίθηση ότι ορισμένες φυλές αποτελούνται από κατώτερα ανθρώπινα όντα, αλλά η απανθρωποποίηση είναι η πεποίθηση ότι τα μέλη ορισμένων φυλών είναι κατώτερα από τα ανθρώπινα όντα. Γράφει: «Η κατανόηση αυτής της διαφοράς είναι ζωτικής σημασίας, γιατί ρίχνει φως στο γιατί ομάδες ανθρώπων σχεδόν πάντα κατηγοριοποιούνται σε φυλές πριν απανθρωποποιηθούν και γιατί οι ρατσιστικές συμπεριφορές μεταμορφώνονται τόσο εύκολα σε συμπεριφορές απανθρωποποίησης.  Η απανθρωποποίηση είναι ρατσισμός με στεροειδή». Ισχυρίζεται ότι οι ψευδείς ιδέες σχετικά με τη φυλή πρέπει να καταπολεμηθούν, επειδή το να αντιλαμβανόμαστε τους ανθρώπους ως φυλετικά διαφορετικούς μπορεί να μας οδηγήσει εύκολα στην απανθρωποποίηση τους. Γράφει: «αν και μπορούμε να δούμε τη διαφορετικότητα, δεν μπορούμε να δούμε τη φυλή. Ο διαχωρισμός των ανθρώπινων όντων σε φυλές – στο «είδος μας» και στο «είδος τους» – είναι το πρώτο βήμα στον δρόμο για την απανθρωποποίηση τους. Πρώτα τους ξεχωρίζουμε ως ένα θεμελιωδώς διαφορετικό είδος ανθρώπου – τους αντιμετωπίζουμε ως μια ξεχωριστή φυλή – και μόνο αργότερα τους μετατρέπουμε σε υπανθρώπινα πλάσματα που μπορούν να εξοντωθούν ή να υποδουλωθούν».

Μέρος του βιβλίου εστιάζει στο πώς οι διαδικασίες απανθρωποποίησης διαλύουν τις φυσικές ανθρώπινες αναστολές μας να υποδουλώσουμε, να βασανίσουμε ή να σκοτώσουμε έναν άλλο άνθρωπο. Ο Smith περιγράφει πώς οι άνθρωποι αναστέλλουν τις σοβαρές μορφές βίας εναντίον μελών της κοινότητάς τους. Αυτή η αντίσταση στην εκτέλεση αυτών των πράξεων βίας, μας λέει, είναι μια αναστολή, όχι μια απαγόρευση. Δεν βασίζεται απλώς στην ηθική. Περιγράφει πώς η επιβίωσή μας εξαρτάται από το να είμαστε μέλη συνεργατικών κοινοτήτων και ο κοινωνικός τρόπος ζωής μας απαιτεί να είμαστε εξαιρετικά συντονισμένοι ο ένας με τον άλλον. Η αποφυγή βίας  δεν περιορίζεται μόνο στην τοπική κοινότητα, αλλά επεκτείνεται και σε κάθε άνθρωπο γιατί δεν μπορούμε παρά να τον αναγνωρίσουμε ως συνάνθρωπο. Γράφει: « Το να βλέπουμε τους άλλους ως ανθρώπους είναι μια ενστικτώδης αντίδραση. Δεν είναι κάτι που μπορούμε να ενεργοποιήσουμε ή να απενεργοποιήσουμε κατά βούληση». Αλλά, ρωτά, εάν τα ανθρώπινα όντα έχουν αναστολές κατά της δολοφονίας, πώς καταφέρνουν τακτικά  να κάνουν πολέμους και γενοκτονίες;

Πρώτον, ξεκαθαρίζει ότι είναι η επιθυμία μας να βλάψουμε τους άλλους που οδηγεί στην απανθρωποποίηση τους και όχι το αντίστροφο. Η απανθρωποποίηση, γράφει, συμβαίνει όταν μια ομάδα ανθρώπων βλέπει ότι μπορεί να έχει οφέλη και πλεονεκτήματα  από την άσκηση βίας σε μια άλλη. Μέσω της θεώρησης των άλλων ως κάτι λιγότερο από ανθρώπους επιτυγχάνεται ηθική αποδέσμευση  και λύνεται το πρόβλημα, επειδή καθιστά τις πράξεις ηθικά επιτρεπτές.  Επιπλέον, η βία που εξαπολύει η απανθρωποποίηση έχει συχνά έναν έντονο ηθικολογικό τόνο, γι’ αυτό ο Smith πιστεύει ότι η εστίαση σε αυτό που είναι ηθικά σωστό δεν αρκεί για να τερματιστεί η απανθρωποποίηση. Αντίθετα, γράφει: «πρέπει να μπλοκάρουμε τις διαδικασίες – ψυχολογικές και πολιτικές – που ανατρέπουν την αυτόματη αντίληψή μας της ανθρωπιάς των άλλων». Άλλοι τρόποι με τους οποίους ο έξυπνος εγκέφαλός μας έχει καταφέρει να απενεργοποιήσει επιλεκτικά τις φυσικές αναστολές μας ενάντια στην εκτέλεση πράξεων θηριωδίας κατά του  είδους μας είναι μέσω της υλικής τεχνολογίας – τώρα έχουμε δημιουργήσει όπλα που μας επιτρέπουν να σκοτώνουμε εξ αποστάσεως. Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά και οι πολεμικές τελετουργίες χρησιμοποιούνται επίσης για την απενεργοποίηση των αναστολών μας.

Οι απανθρωπιστικές πεποιθήσεις είναι ιδεολογικές πεποιθήσεις

Η απανθρωποποίηση είναι, σύμφωνα με τον συγγραφέα, μια ψυχολογική απόκριση στις πολιτικές δυνάμεις που συνδυάζονται με την τάση μας για ψυχολογική ουσιοκρατία και ιεραρχική σκέψη. Με απλά λόγια, ισχυρές κοινωνικές δυνάμεις αλληλεπιδρούν με εξίσου ισχυρές ψυχολογικές τάσεις για να παράγουν αλλοιωμένες καταστάσεις συνείδησης σε αυτούς που επηρεάζονται από αυτές που τους κάνουν να βλέπουν τους άλλους ανθρώπους ως κάτι λιγότερο ή κατώτερο από τον άνθρωπο. Και μετά, οι άνθρωποι είναι πιθανό να κάνουν πράξεις θηριωδίας που δεν θα φανταζόντουσαν ποτέ ότι θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν. Πιο συγκεκριμένα, οι απανθρωπιστικές πεποιθήσεις είναι ιδεολογικές πεποιθήσεις.  Ο Smith υποστηρίζει ότι για να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί η απανθρωποποίηση και για να αντισταθούμε αποτελεσματικά σε αυτήν, πρέπει να έχουμε μια σαφή αντίληψη της ιδεολογίας. Θεωρεί χρήσιμη την έννοια των ιδεολογιών ως πεποιθήσεις των οποίων η  λειτουργία είναι να υποθάλπουν την καταπίεση.

Διευκρινίζει ότι: «Καταπίεση» είναι μια λέξη για καταστάσεις στις οποίες μια ομάδα ανθρώπων αποκομίζει κάποιο πραγματικό ή φανταστικό όφελος υποτάσσοντας μια άλλη ομάδα ανθρώπων. Είναι μια εγγενώς πολιτική έννοια, γιατί αφορά την κατανομή και την ανάπτυξη της εξουσίας μεταξύ ολόκληρων ομάδων ανθρώπων και όχι μεταξύ ατόμων». Δηλώνει ότι οι ιδεολογίες αναπαράγονται πολιτισμικά επειδή προωθούν την καταπίεση κάποιας ομάδας ανθρώπων ενώ ωφελούν μια άλλη ομάδα. Σημειώνει περαιτέρω ότι άνθρωποι που μπορεί να ωφελούνται από την καταπίεση κάποιων άλλων δεν χρειάζεται να έχουν ως σκοπό την καταπίεση των άλλων και μπορεί να μην γνωρίζουν καν ότι είναι γρανάζια σε μια καταπιεστική κοινωνικοπολιτική ή οικονομική μηχανή.

Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, με τον τίτλο Αντισταθείτε, είναι μια περίληψη των βασικών σημείων σχετικά με το τι πρέπει να γνωρίζουμε και να κάνουμε ώστε να αντισταθούμε στην τάση απανθρωποποίησης. Ο συγγραφέας γράφει ότι η αντίσταση στην απανθρωποποίηση είναι περίπλοκη και δεν είναι κάτι που μπορεί να εκφραστεί σε μια λίστα με κανόνες. Υποθέτει από την αρχή ότι η αντίσταση στην απανθρωποποίηση πρέπει να βασίζεται στην κατανόηση του πώς λειτουργεί. Ισχυρίζεται ότι πρώτα πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι πολιτική και ψυχολογική. Αφορά τόσο την κατανομή της εξουσίας στη δημόσια σφαίρα όσο και τις πεποιθήσεις που διαμορφώνουμε για τον εαυτό μας και τους άλλους, και ως εκ τούτου, πρέπει να λάβουμε υπόψη τόσο τις πολιτικές δυνάμεις που μας ωθούν να θεωρούμε τους άλλους ως κάτι κατώτερο ή λιγότερο από ανθρώπινα όντα όσο και τις ψυχολογικές δυνάμεις μέσα μας. που μας επιτρέπουν να το κάνουμε αυτό.

Οπότε, η αντίσταση στην απανθρωποποίηση απαιτεί τόσο πολιτική δράση όσο και γνώση του εαυτού μας. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε, λέει ο συγγραφέας, είναι να την καταπολεμήσουμε με μικρούς τρόπους στην καθημερινή μας ζωή, να την αναφέρουμε  όπου την παρατηρούμε, να εναντιωνόμαστε σε αυτή ως επικίνδυνη ρητορική, να  δείχνουμε την αντίθεση μας στην εκλογική κάλπη , κι επίσης, να  καταπολεμούμε οποιεσδήποτε απανθρωπιστικές παρορμήσεις μέσα μας. Γράφει ότι όλοι είμαστε ικανοί να απανθρωποποιούμε τους άλλους, και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση όσον αφορά τους δικούς μας φόβους, προκαταλήψεις, τυφλά σημεία και προβληματικές ιδέες που μπορεί να έχουμε αφομοιώσει από την κοινωνία, καθώς και για τις τάσεις μας να κατηγοριοποιούμε τους άλλους και να πέφτουμε θύματα προπαγανδιστών που απανθρωποποιούν, που παίζουν με τις ανασφάλειες και τα παράπονά μας, που δαιμονοποιούν τους άλλους και μετά μας προσφέρουν την ψευδαίσθηση της σωτηρίας από αυτούς.

Επιπλέον, επειδή όλοι, κατά καιρούς, μπορούμε να πέσουμε θύματα απανθρωπιστικών αφηγήσεων,  θα πρέπει να αποφεύγουμε να απανθρωποποιούμε κι αυτούς που βλέπουμε ότι απανθρωποποιούν τους άλλους. Γράφει: «Αντί να βάλουμε τη διαδικασία της απανθρωποποίησης κάτω από ένα μεγεθυντικό φακό, υπάρχει μια τάση να κατηγορούνται όσοι απανθρωποποιούν τους άλλους ως κακά τέρατα …. κι έτσι να επιδιδόμαστε στην ίδια  μορφή σκέψης που φαινομενικά επιδιώκουμε να καταπολεμήσουμε . Η περιγραφή άλλων ανθρώπινων όντων ως τέρατα αποτελεί εμπόδιο στη σοβαρή αντιμετώπιση του προβλήματος. Δεν έχει σημασία πόσο αποκρουστικές ή καταστροφικές είναι οι πεποιθήσεις και οι πράξεις τους. Τα τέρατα είναι φανταστικά, αλλά οι άνθρωποι που απανθρωποποιούν είναι αληθινοί, και είναι ως επί το πλείστον απλοί άνθρωποι όπως εσείς κι εγώ».

Ο Smith μάς λέει επίσης ότι δεν πρέπει να συγχέουμε την απανθρωποποίηση με άλλα είδη προκατάληψης επειδή εξηγεί ότι δεν είναι το ίδιο με τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό, τον σεξισμό, την αντικειμενοποίηση, τον θρησκευτικό φανατισμό ή την προκατάληψη εναντίον άλλων μειονοτήτων, γιατί η απανθρωποποίηση είναι δυνητικά πολύ πιο επικίνδυνη . Προτείνει ότι εφόσον η κατανόηση του τι είναι και πώς λειτουργεί είναι σημαντική για να αντισταθεί κανείς, είναι απαραίτητο να μελετήσουμε την ιστορία για να μάθουμε για την απανθρωποποίηση. Η απόκτηση γνώσεων σχετικά με τη γενοκτονία, την αποικιοκρατία, τη φυλετική καταπίεση και τις σκοτεινές σελίδες της εθνικής και διεθνούς ιστορίας μας, η υπεράσπιση της αλήθειας και της ανθρωπότητας είναι σημαντικές πτυχές της αντίστασης.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ως ανθρώπινα όντα τείνουμε φυσικά να βλέπουμε τους άλλους ως ανθρώπινα όντα, και ο Smith εξηγεί ότι η απανθρωποποίηση προέρχεται από επιρροές έξω από εμάς. Γράφει: «Η τάση να  βλέπουμε τους άλλους ως υπανθρώπινα πλάσματα μας επιβάλλεται ι από ανθρώπους που επενδύουν στο να μας κάνουν να βλάψουμε τους άλλους». Μας λέει ότι ένα σημαντικό συστατικό της ανθρώπινης φύσης είναι με το μέρος μας στον αγώνα να αντισταθούμε στην απανθρωποποίηση και ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με εκείνους που δηλώνουν ότι η παρόρμηση να απανθρωποποιούμε τους άλλους είναι στα γονίδιά μας. Εξηγεί ότι αν και οι άνθρωποι έχουμε εγγενή διάθεση μεροληψίας έναντι των εξωτερικών ομάδων  / outgroups, αυτός ο τύπος μεροληψίας απέχει πολύ από την απανθρωποποίηση, κι επίσης, το που χαράσσεται η γραμμή μεταξύ εντός και εκτός ομάδας είναι ένα πολιτικό ζήτημα, όχι κάτι κωδικοποιημένο στο DNA μας.

Σε αυτό το σημείο ίσως χρειαστεί να προσθέσω κάτι που αναλύει ο Smith στο βιβλίο του, το γεγονός ότι πρέπει να έχουμε επίγνωση της ανθρώπινης τάσης μας συχνά να έχουμε αντικρουόμενες πεποιθήσεις, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να έχουμε αντιφατικές πεποιθήσεις, και το ιδανικό θα ήταν να μπορούμε να τις παρατηρούμε, να αποφασίζουμε αν θέλουμε να κρατήσουμε και τις δυο απόψεις,  να  έχουμε επίγνωση του τι εξυπηρετούν και από πού μπορεί να πηγάζουν. Γράφει για τις αντιφάσεις που συχνά ενυπάρχουν στην απανθρωποποίηση και ότι είναι σύνηθες φαινόμενο άνθρωποι που δυσφημούν τους άλλους ως ζώα ή τέρατα ή υπάνθρωπους να αποκαλύπτουν ότι τους αναγνωρίζουν επίσης ως ανθρώπινα όντα. Κάποια στιγμή ρωτά: Αλλά στη σφαίρα της πραγματικής ζωής, όχι των ταινιών τρόμου, πώς καταφέρνει το μυαλό μας να σκεφτεί ότι μια μοναδική οντότητα μπορεί να είναι ταυτόχρονα και άνθρωπος και υπάνθρωπος;

Ένα άλλο βασικό σημείο που τονίζει είναι η ανάγκη υποστήριξης του ελεύθερου Τύπου και της ελευθερίας του λόγου, επειδή οι απανθρωπιστικές ιδέες συχνά διαδίδονται και αναπαράγονται μέσω των μέσων ενημέρωσης. Αυτός είναι ο λόγος που τα ολοκληρωτικά καθεστώτα καταστρέφουν την ελευθερία του Τύπου. Υποστηρίζεται επίσης ότι η απανθρωπιστική προπαγάνδα συνήθως δεν αφορά το μίσος και ότι συναλλάσσεται κυρίως με την απόγνωση, τον φόβο και τη λαχτάρα για σωτηρία. Ο Smith περιγράφει πως  οι μάζες χειραγωγούνται και πώς διάφορες ομάδες ανοίγουν το δρόμο  προς την εξουσία. Για να αντισταθούμε στην απανθρωποποίηση, είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε τα προειδοποιητικά σημάδια. Πρέπει να ακούμε προσεκτικά τη γλώσσα που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια περιφρονημένη ομάδα ανθρώπων ως παράσιτα, τεμπέληδες, βρώμικους, άρρωστους και εγκληματίες ή το επιχείρημα ότι αναπαράγονται σε μεγάλους αριθμούς και ότι θα ξεπεράσουν και θα αντικαταστήσουν την πλειοψηφία. Τέλος, είναι σημαντικό να αντισταθούμε τόσο στην απευαισθητοποίηση στα βάσανα των άλλων όσο και στο να κατηγορούμε τα θύματα για τις κακουχίες τους.

Επιπλέον, όπως συζητήθηκε παραπάνω, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η βιολογική φυλή είναι μια κοινωνική εφεύρεση για τη δικαιολόγηση της καταπίεσης. Η αντίσταση στην θεωρία της φυλής είναι ζωτικής σημασίας για την αντίσταση στην απανθρωποποίηση, γιατί όσο συνεχίζεται η φυλετική κατηγοριοποίηση, η απανθρωποποίηση είναι προ των πυλών. Γράφει: «Το να ξεμπερδεύεις με την έννοια της φυλής είναι μια πράξη αντίστασης και ανυπακοής. Δεν σημαίνει ότι προδίδετε την οικογένεια σας, τον πολιτισμό σας ή την ιστορία σας, ή το έργο της εξασφάλισης δικαιοσύνης, γιατί δεν αρνείται κανείς ότι οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται σαν να είναι κάτι πραγματικό η φυλή και ότι υποφέρουν από αυτό.” Αναγνωρίζει ότι κάποιοι θα προσπαθήσουν να σας επαναφέρουν στο φυλετικό κουτί, επειδή γινόσαστε απειλή για ολόκληρο το ιεραρχικό φυλετικό σύστημα. Παραδέχεται ότι είναι πιο εύκολο για τους λευκούς ανθρώπους, επειδή στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν υποστεί φυλετική κατηγοριοποίηση, αλλά αυτό προσθέτει, απλώς επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η φυλή είναι από τη φύση της μια καταπιεστική ιδεολογία.

Τέλος, αν ο Smith έγραφε το βιβλίο τώρα,  θα υπήρχαν δυστυχώς νέες τρέχουσες φρικαλεότητες για συζήτηση και ανάλυση. Οι πόλεμοι στη Μέση Ανατολή και μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, για παράδειγμα, φέρνουν στο προσκήνιο έναν πρόσθετο παράγοντα που αρκετοί δημοσιογράφοι, ρεπόρτερ και σχολιαστές δεν αναφέρουν, με εξαίρεση κάποιους πιο θαρραλέους ή ειλικρινείς ίσως, το γεγονός ότι οι συγκρούσεις και οι καταστροφές αποφέρουν πολλά κέρδη για ορισμένους. Τα κράτη που διαθέτουν βιομηχανίες που παράγουν όπλα και άλλους τύπους τεχνολογίας, που διευκολύνουν τα καταπιεστικά καθεστώτα, χρειάζονται πεδία δοκιμών και μια συνεχώς διευρυνόμενη αγορά. Πολλές κυβερνήσεις χωρών που διαθέτουν τέτοιου είδους βιομηχανίες γίνονται αναπόφευκτα συνένοχοι σε πολλά καταπιεστικά καθεστώτα, δικτατορίες, πολέμους και διαδικασίες γενοκτονίας και στην αναπόφευκτη περιβαλλοντική καταστροφή. Υπάρχουν αμέτρητα ιστορικά παραδείγματα στον 20ο και τον 21ο αιώνα, στα οποία δεν θα αναφερθώ εδώ, αλλά εάν η ειρήνη, το περιβάλλον, η διαφύλαξη όποιας ιδιωτικότητας μας έχει απομείνει, και το μέλλον των παιδιών μας, πρόκειται να γίνουν σοβαρό μέλημα για το ανθρώπινο είδος τα προσεχή χρόνια, θα πρέπει να αρχίσουμε να συμμετέχουμε σε πιο δύσκολες και θαρραλέες συζητήσεις, ειδικά οι ομάδες που έχουν ηγετικούς ρόλους, γνώση, στηρίγματα και την εξουσία να κάνουν τη διαφορά.

 «Στο έγγραφο ορόσημο του 1927 «Η φροντίδα του ασθενούς» ο Francis Peabody έγραψε: «Μία από τις βασικές ιδιότητες του κλινικού γιατρού είναι το ενδιαφέρον για την ανθρωπότητα, γιατί το μυστικό της περίθαλψης του ασθενούς είναι το ενδιαφέρον για τον ασθενή». Τα Α, Β, C και D** της φροντίδας διατήρησης της αξιοπρέπειας μπορεί να παρέχουν στους κλινικούς ιατρούς ένα πλαίσιο για να εφαρμόσουν τη σοφή διορατικότητα του Peabody και να επαναφέρουν την ανθρωπιά και την καλοσύνη στη σωστή τους θέση στην κουλτούρα της περίθαλψης ασθενών». Harvey Max Chochinov

**Τα  4 στοιχεία αυτού του είδους φροντίδας είναι η στάση και οι απόψεις των επαγγελματιών υγείας, η συμπεριφορά τους,  η συμπόνια και ο διάλογος.

Σύνδεσμος για το άρθρο για την διατήρηση της αξιοπρέπειας στην ιατρική περίθαλψη του Harvey max Chochinov (2007 Jul 28; 335(7612): 184–187) στη διεύθυνση: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC1934489/

Μερικές χρήσιμες προτάσεις και ερωτήσεις, που προτείνονται στο άρθρο για  γιατρούς και άλλους πάροχους υγείας, προκειμένου να παρέχουν αυτού του είδους της ιατρικής φροντίδας:

Απόψεις και στάση

  • Πώς θα ένιωθα αν ήμουν στην κατάσταση αυτού του ασθενούς; • Τι με οδηγεί στο να βγάλω αυτά τα συμπεράσματα; • Έχω ελέγξει εάν οι υποθέσεις μου είναι ακριβείς; • Γνωρίζω πώς μπορεί να επηρεάζει τον / την ασθενή η στάση μου; • Μήπως η στάση μου απέναντι στον / στην ασθενή βασίζεται σε κάτι που σχετίζεται με τις δικές μου εμπειρίες, άγχη ή φόβους; • Ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι τη θέση μου ως πάροχος υγειονομικής περίθαλψης με διευκολύνει ή με αποτρέπει από το να δημιουργήσω ανοιχτές και ενσυναίσθητες επαγγελματικές σχέσεις με τους ασθενείς μου;……..

Συμπεριφορές

  • Αντιμετωπίστε την επαφή με τους ασθενείς όπως θα κάνατε και με οποιαδήποτε σημαντική κλινική παρέμβαση • Οι συμπεριφορές προς τους ασθενείς πρέπει πάντα να περιλαμβάνουν σεβασμό και καλοσύνη • Τυχόν έλλειψη θεραπευτικών επιλογών δεν πρέπει ποτέ να εκλογικεύει ή να δικαιολογεί την έλλειψη συνεχούς επαφής με τον ασθενή…….

Συμπόνια

Το να έρθετε σε επαφή με τα δικά σας συναισθήματα απαιτεί τη συνεκτίμηση της ανθρώπινης ζωής και εμπειρίας. Μερικοί τρόποι για να το κάνετε αυτό:

  • Ανάγνωση ιστοριών και μυθιστορημάτων και παρακολούθηση ταινιών, θέατρο, τέχνη που απεικονίζουν τα πάθη της ανθρώπινης κατάστασης • Συζητήσεις για αφηγήσεις, πίνακες ζωγραφικής και αποτελεσματικά πρότυπα ρόλων • Να λάβετε υπόψη τις προσωπικές ιστορίες που συνοδεύουν την ασθένεια • Βίωση κάποιου βαθμού ταύτισης με όσους είναι άρρωστοι ή υποφέρουν…….

Διάλογος

Αναγνώριση της προσωπικότητας του ασθενούς             &

Ερωτήσεις για αύξηση της γνώσης του ασθενούς

  • «Τι πρέπει να γνωρίζω για σένα ως άτομο που θα με βοηθήσει να σε φροντίσω όσο καλύτερα μπορώ;» • «Ποια είναι τα πράγματα αυτή τη στιγμή στη ζωή σας που είναι πιο σημαντικά για εσάς ή που σας απασχολούν περισσότερο;» • «Ποιος άλλος (ή τι άλλο) θα επηρεαστεί από αυτό που συμβαίνει με την υγεία σας;» • «Ποιος πρέπει να είναι εδώ για να σας βοηθήσει;» (φίλοι, οικογένεια, πνευματικό ή θρησκευτικό δίκτυο υποστήριξης, κ.λπ.) • «Ποιον άλλον πρέπει να συμπεριλάβουμε σε αυτό το σημείο, για να σας βοηθήσουμε σε αυτή τη δύσκολη στιγμή;» (ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες, ομαδική υποστήριξη, ιερέας, ειδικοί συμπληρωματικής φροντίδας, κ.λ.π.

Τι είναι το τραύμα;

 «Το τραύμα είναι ίσως η πιο αποφευχθείσα, αγνοημένη, υποτιμημένη, αρνούμενη, παρεξηγημένη και ανεπεξέργαστη αιτία του ανθρώπινου πόνου». Peter Levine

«Το τραύμα μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει θεμελιωδώς την ενοποίηση του ατόμου, της δυάδας, της οικογένειας ή της κοινότητας». Pat Ogden

«Κι’ ίσως θα πρέπει να χαθείς ολότελα, για να μάθεις κάποτε ποιος είσαι».   Τάσος Λειβαδίτης

«Τελικά μου ‘μεινε αυτή η συνήθεια να κοιτάζω αλλού, έτσι σώθηκα από πολλές καταστροφές όμως είναι πράγματα που δε θα τα μάθουμε ποτέ, όπως το μάκρος των οριζόντων ή το βάθος της λύπης μας».   Τάσος Λειβαδίτης,

 «Συλλογίζομαι όλες τις απαρχές της ζωής μας. πώς όλα περιέχουν εγγενώς τους σπόρους αυτού που πρόκειται να αναπτυχθεί και να συμβεί, αλλά εν τω μεταξύ εμείς μπορεί να κοιτάμε τα αστέρια, να μην παρατηρούμε το φύτεμα, την  επανάληψη, την ανακύκλωση, τα χρώματα και τα μοτίβα του υφαντού».  Τόνια Αλεξανδρή

Η σημερινή ανάρτηση αναφέρεται αναπόφευκτα σε μερικές μόνο πτυχές του τραύματος κι επίσης γίνεται διάκριση μεταξύ του τι είναι πραγματικά τραυματικό και τι μπορεί να είναι στρεσογόνο, άβολο, ακόμη και επώδυνο, αλλά όχι απαραίτητα τραυματικό. Το κείμενο βασίζεται σε τέσσερα γνωστά βιβλία: The Body Keeps the Score  / Το Σώμα Κρατά το Σκορ του Bessel van der Kolk, MD, το In an Unspoken Voice του Peter Levine, PhD, το The Myth of Normal του Gabor Mate MD, και το Trauma and the Body: A Sensorimotor Approach to Psychotherapy της Pat Ogden, PhD. Περιλαμβάνει επίσης κάποιες  πρόσφατες ζωγραφιές, τρία ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη και της Jane Hirshfield και δυο συνδέσμους με ασκήσεις διαλογισμού για αυτούς που έχουν κάποια εμπειρία..  Τέλος, το δεύτερο μέρος του άρθρου,  Αντίσταση στην απανθρωποποίηση θα αναρτηθεί την επόμενη φορά όταν θα έχει ολοκληρωθεί η μετάφραση.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Tι είναι τραύμα;

Ο Peter Levine γράφει ότι το τραύμα «αφορά την απώλεια της σύνδεσης – με τον εαυτό μας, τις οικογένειές μας και τον κόσμο γύρω μας. Αυτή η απώλεια είναι δύσκολο να αναγνωριστεί, γιατί συμβαίνει αργά, με την πάροδο του χρόνου. Προσαρμοζόμαστε σε αυτές τις ανεπαίσθητες αλλαγές, μερικές φορές χωρίς να τις παρατηρούμε». Περιγράφει πώς το τραύμα, ιδιαίτερα το σοβαρό τραύμα, μας επιβάλλει μια κοσμοθεωρία χρωματισμένη από πόνο, φόβο και καχυποψία. Μετά από το τραύμα βλέπουμε μέσα από φακούς που παραμορφώνουν και καθορίζουν την άποψή μας για το πώς είναι τα πράγματα, και μέσω της άρνησης μπορεί να αποκτήσουμε μια αφελώς ρόδινη οπτική που μας τυφλώνει σχετικά με πραγματικούς  τωρινούς κινδύνους, όπως «ένας καπλαμάς που κρύβει φόβους που δεν τολμούμε να αναγνωρίσουμε». Όσον αφορά τη σωματική μας εμπειρία, ο Levine γράφει ότι το τραύμα αντιπροσωπεύει μια βαθιά συμπίεση ενέργειας που δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει την ουσιαστική πορεία δράσης της και ότι τα τραυματισμένα άτομα είναι ξεκομμένα από το σώμα τους. Είτε κατακλύζονται από τις σωματικές τους αισθήσεις είτε μουδιάζουν. Γράφει: «Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σε θέση να διαφοροποιήσουν τις διάφορες αισθήσεις, καθώς και δεν μπορούν να καθορίσουν τις πλέον κατάλληλες ενέργειες. Οι αισθήσεις είναι περιορισμένες και αποδιοργανωμένες. Όταν κατακλύζονται από συναισθήματα , δεν μπορούν να διακρίνουν αποχρώσεις και μπορεί να αντιδρούν υπερβολικά. Όταν παγώνουν, μουδιάζουν και βυθίζονται σε αδράνεια».

Ο Gabor Mate θεωρεί το τραύμα ως «ένα εσωτερικό τραυματισμό, μια  μακρόχρονη ρήξη ή διάσπαση μέσα στον εαυτό  λόγω δύσκολων ή βλαβερών γεγονότων». Γράφει ότι είναι πρωτίστως αυτό που συμβαίνει μέσα σε κάποιον ως αποτέλεσμα των τραυματικών γεγονότων που του συμβαίνουν, και όχι τα ίδια τα γεγονότα. Περιγράφει το τραύμα ως ψυχικό τραύμα, που βρίσκεται στο νευρικό μας σύστημα, το μυαλό και το σώμα μας, που διαρκεί πολύ μετά τα αρχικά περιστατικά, και που μπορεί να ενεργοποιηθεί ανά πάσα στιγμή. Τραύμα, γράφει, είναι η ίδια η πληγή και τα υπολειμματικά βάρη που επιβάλλει στα σώματα και στις ψυχές μας, κι επίσης, οι  βλαβερές επιπτώσεις  που έχουν οι πληγές στο σώμα μας, τα μη επεξεργασμένα συναισθήματα που ακολουθούν, οι μηχανισμοί άμυνας / αντιμετώπισης που υπαγορεύουν και τα μη χρήσιμα σενάρια που άθελά μας ζούμε.

Οι επιπτώσεις του τραύματος στην ύπαρξή μας είναι πολλαπλές. Το τραύμα που δεν έχει διαχειριστεί περιορίζει τον εαυτό μας και όλους τους τομείς της ζωής μας. Μας περιορίζει σωματικά, συναισθηματικά και ψυχικά. Μειώνει τις ικανότητές μας και μας μουδιάζει. Διαστρεβλώνει την άποψή μας για τον κόσμο και μπορεί να προκαλέσει όλεθρο στην υγεία μας. Διαταράσσει τις σχέσεις με τους άλλους και προσελκύει σχέσεις που μπορούν να μας πληγώσουν περισσότερο.  Ο Mate γράφει: «Περιορίζει τις εγγενείς ικανότητές μας και γεννά μια διαρκή παραμόρφωση της άποψής μας για τον κόσμο και τους άλλους ανθρώπους. Το τραύμα, μέχρι να το αντιμετωπίσουμε, μας κρατά κολλημένους στο παρελθόν, μας κλέβει τον πλούτο της παρούσας στιγμής, περιορίζοντας το ποιοι μπορούμε να είμαστε. Με το να μας ωθεί να καταστείλουμε πληγωμένα και ανεπιθύμητα μέρη της ψυχικού μας κόσμου, κατακερματίζει τον εαυτό μας. Μέχρι να ειδωθεί και να αναγνωριστεί, αποτελεί επίσης εμπόδιο στην ανάπτυξη. Σε πολλές περιπτώσεις, όπως και στη δική μου, αμαυρώνει την αίσθηση της αξίας ενός ατόμου, δηλητηριάζει τις σχέσεις και υπονομεύει την εκτίμηση για την ίδια τη ζωή. Στην αρχή της παιδικής ηλικίας μπορεί ακόμη και να επηρεάσει την υγιή ανάπτυξη του εγκεφάλου. Και, όπως θα δούμε, το τραύμα προηγείται και συνεισφέρει σε ασθένειες κάθε είδους καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας».

Σε σχέση με το πώς μας επηρεάζει το τραύμα, η Pat Ogden γράφει ότι η τεχνολογία κατέστησε δυνατή τη λεπτομερή μελέτη του τρόπου με τον οποίο το τραύμα επηρεάζει τόσο τη φλοιώδη όσο και την υποφλοιώδη επεξεργασία των πληροφοριών και ένα από τα πιο ισχυρά ευρήματα των μελετών νεύρο-απεικόνισης [neuroimaging studies] τραυματισμένων ατόμων είναι ότι, υπό στρες , οι υψηλότερες περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην «εκτελεστική λειτουργία» που επιτρέπουν τον σχεδιασμό του μέλλοντος, την πρόβλεψη των συνεπειών των πράξεών μας και την αναστολή των ακατάλληλων αντιδράσεων γίνονται λιγότερο ενεργές. Η γνωστική μας επεξεργασία επηρεάζεται επίσης αρνητικά επειδή η υποδιέγερση (hyperarousal) παρεμβαίνει στην ικανότητα καθαρής σκέψης και εμποδίζει την κατάλληλη αξιολόγηση του κινδύνου. Η Ogden επικεντρώνεται επίσης στην επίδραση του τραύματος στη φυσιολογία μας. Γράφει: «Το κληροδότημα του τραύματος είναι ότι αυτά τα σωματικά (δηλαδή, ενδοκρινικά και κινητικά) μοτίβα μπορούν να ενεργοποιηθούν από τις παραμικρές προκλήσεις, ενεργοποιώντας εκ νέου τη φυσική απόκριση του οργανισμού σε προηγούμενο τρόμο,  εγκατάλειψη και αδυναμία, μερικές φορές με εξαιρετική ακρίβεια.

Γνωρίζουμε επίσης ότι η μνήμη των τραυματικών γεγονότων μπορεί να κατασταλεί, μόνο για να αναδυθεί χρόνια ή και δεκαετίες αργότερα. Ο Bessel van der Kolk γράφει: «Η διάσπαση είναι η ουσία του τραύματος. Η τραυματική εμπειρία χωρίζεται και κατακερματίζεται, έτσι ώστε τα συναισθήματα, οι ήχοι, οι εικόνες, οι σκέψεις και οι σωματικές αισθήσεις που σχετίζονται με το τραύμα να αποκτήσουν τη δική τους ζωή. Τα αισθητηριακά θραύσματα της μνήμης εισχωρούν στο παρόν, όπου κυριολεκτικά ξανά βιώνονται. Όσο το τραύμα δεν έχει επιλυθεί, οι ορμόνες του στρες που εκκρίνει το σώμα για να προστατευτεί συνεχίζουν να κυκλοφορούν και οι αμυντικές κινήσεις και οι συναισθηματικές αντιδράσεις συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται». Εν τω μεταξύ, εάν τα στοιχεία του τραύματος επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά, οι ορμόνες του στρες χαράζουν αυτές τις αναμνήσεις όλο και πιο βαθιά στο μυαλό. Οπότε, από κάποια άποψη είναι ένας φαύλος κύκλος που πρέπει να διαταραχθεί για να επουλωθεί κανείς από τις συνέπειες των τραυματικών γεγονότων.

Προσθέτει: «Όσο μια ανάμνηση είναι απρόσιτη, το μυαλό δεν μπορεί να την αλλάξει. Αλλά μόλις μια ιστορία αρχίζει να αφηγείται, ιδιαίτερα αν λέγεται επανειλημμένα, αλλάζει – η πράξη της αφήγησης αλλάζει την ιστορία. Το μυαλό δεν μπορεί παρά να νοηματοδοτήσει αυτά που γνωρίζει, και το νόημα που δίνουμε στη ζωή μας αλλάζει το πως και το τι θυμόμαστε». Στο βιβλίο του εξηγεί πώς για τους βετεράνους οι εμπειρίες του πολέμου που ανήκουν στο παρελθόν συχνά βιώνονται στο παρόν στο πεδίο της μάχης των δικών τους σωμάτων, συνήθως χωρίς συνειδητή σύνδεση μεταξύ αυτού που συνέβη και της τωρινής εμπειρίας τους.

Αναφέρεται σε έναν πελάτη του,  που αποκαλεί Stan, ο οποίος αντί να θυμάται το ατύχημα ως κάτι που είχε συμβεί τρεις μήνες νωρίτερα, το ξαναζούσε στο παρόν. Ο Van der Kolk γράφει ότι η σάρωση εγκεφάλου του Stan αποκάλυψε γιατί «οι άνθρωποι μπορούν να αναρρώσουν από τραύμα μόνο όταν οι δομές του εγκεφάλου που αποσυνδέθηκαν κατά τη διάρκεια της αρχικής εμπειρίας – γι’ αυτό το γεγονός καταγράφηκε στον εγκέφαλο ως τραύμα εξαρχής – είναι πλήρως συνδεδεμένες. Δηλώνει ότι η κατάρρευση του θαλάμου / thalamus, για παράδειγμα, εξηγεί «γιατί το τραύμα  το θυμόμαστε κυρίως όχι ως ιστορία, μια αφήγηση με αρχή μέση και τέλος, αλλά ως μεμονωμένα αισθητηριακά αποτυπώματα: εικόνες, ήχοι και σωματικές αισθήσεις που συνοδεύονται από έντονα συναισθήματα, συνήθως τρόμου και αδυναμίας. Σε κανονικές συνθήκες ο θάλαμος λειτουργεί και ως φίλτρο ή φύλακας. Αυτό τον καθιστά κεντρικό συστατικό της προσοχής, της συγκέντρωσης και της νέας μάθησης – όλα αυτά διακυβεύονται από το τραύμα. ”

Υπάρχουν πολλοί στον χώρο του τραύματος που διακρίνουν δύο τύπους τραύματος, αλλά όπως κάθε ανθρώπινη εμπειρία, το τραύμα βρίσκεται σε ένα φάσμα, και επίσης, το ίδιο τραύμα, για εκατό διαφορετικούς λόγους, μπορεί να έχει διαφορετικό αντίκτυπο σε διαφορετικούς ανθρώπους. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συγκλίνουν για να καθορίσουν πώς θα μας επηρεάσουν τα γεγονότα. Τα τραυματικά συμβάντα μπορεί να περιλαμβάνουν: φυσικές καταστροφές, πόλεμο και συγκρούσεις, τρομερή φτώχεια, φυλάκιση, το να καταστεί κανείς θύμα ή μάρτυρας εγκλήματος, ή να γίνει κανείς μάρτυρας σοβαρού ατυχήματος,, εμπλοκή σε ατύχημα,  έκθεση σε θάνατο, τραυματισμό στο χώρο εργασίας, έκθεση σε ένα απροσδόκητο τραγικό ή πολύ στρεσογόνο γεγονός όπως είναι ο απροσδόκητος ή βίαιος θάνατος αγαπημένου προσώπου, περίπλοκος τοκετός. επώδυνες ιατρικές διαδικασίες,  διαπροσωπική σωματική και ψυχολογική βία και κάθε είδους κακοποίησης, παραμέληση, σοβαρή έλλειψη φροντίδας, συναισθηματικής σύνδεσης ή παρατεταμένου αποχωρισμού από γονείς ή φροντιστές, ειδικά σε πολύ νεαρή ηλικία.

Σύμφωνα με τον Mate, ο οποίος κάνει αναφορά στους  Levine και Van der Kolk, ο πρώτος τύπος, ο οποίος συχνά αναφέρεται ως «τραύμα με κεφαλαίο-Τ» περιλαμβάνει «αυτόματες αντιδράσεις και προσαρμογές του νου-σώματος σε συγκεκριμένα, αναγνωρίσιμα βλαβερά και συντριπτικά γεγονότα, είτε στην παιδική ηλικία είτε αργότερα, που προκαλούν πολλαπλά συμπτώματα και σύνδρομα και καταστάσεις που διαγιγνώσκονται ως σωματική ή ψυχική παθολογία – μια  συσχέτιση που δυστυχώς ακόμη παραμένει σχεδόν αόρατη στα μάτια της κυρίαρχης ιατρικής και ψυχιατρικής» και «υπόκειται σε πολλά από αυτά που χαρακτηρίζονται ως ψυχική ασθένεια. Δημιουργεί επίσης μια προδιάθεση για σωματικές ασθένειες οδηγώντας σε φλεγμονή, αυξάνοντας το φυσιολογικό στρες και βλάπτοντας την υγιή λειτουργία των γονιδίων, μεταξύ πολλών άλλων μηχανισμών». Αυτό που συχνά αποκαλείται «τραύμα  με μικρό-τ»,  περιλαμβάνει γεγονότα που βιώνουμε όλοι καθώς βιώνουμε την καθημερινότητά μας. Αυτά τα «μικρά τραύματα» αν είναι μακροχρόνια και συχνά μπορεί να έχουν τοξική αθροιστική επίδραση με την πάροδο του χρόνου. Ο Mate προτείνει ότι το τραύμα αυτού του είδους δεν απαιτεί το επίπεδο αγωνίας ή ατυχίας του είδους που αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από προβλήματα. Ο ίδιος αναφέρει τα λόγια του ψυχίατρου Mark Epstein: «Τα τραύματα της καθημερινής ζωής μπορούν εύκολα να μας κάνουν να νιώθουμε σαν παιδιά χωρίς μητέρα».

Υπάρχει επίσης και το σύνθετο τραύμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από γεγονότα που επαναλαμβάνονται ή συνεχίζονται ή είναι δύσκολο ή αδύνατο να ξεφύγει κανείς από αυτά. Το σύνθετο τραύμα, το οποίο συμβαίνει όταν το τραύμα εμφανίζεται με αθροιστική έκθεση σε τραυματικές εμπειρίες που μπορεί να περιλαμβάνουν παρατεταμένες διαπροσωπικές παραβιάσεις και συχνά εμφανίζεται κατά την παιδική ηλικία είτε εντός του συστήματος παροχής φροντίδας του παιδιού είτε σε άλλα πλαίσια. Διαφοροποιείται από την οξεία έκθεση σε ένα μόνο τραυματικό γεγονός. Μπορεί να εμφανιστεί και σε μεταγενέστερα στάδια της ζωής,  λόγω χρόνιας κακοποίησης είτε εντός  καταχρηστικής σχέσης είτε εντός τοξικών  εργασιακών ή άλλων κοινωνικών πλαισίων,  αλλά και ζώντας σε περιοχές μακρόχρονων συγκρούσεων, σε εμπόλεμες ζώνες, κλπ. Τέλος, το διαπροσωπικό τραύμα είναι γενικά πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί σε σχέση με το τραύμα που προκύπτει λόγου χάρη από τροχαία ατυχήματα ή φυσικές καταστροφές (Bessel van der Kolk).

Ίσως σε αυτό το σημείο να διευκρινίσω ότι δεν μπορούν να οριστούν όλα τα στρεσογόνα ή επώδυνα γεγονότα ως τραυματικά. Ο Peter Levine δηλώνει ότι «Σίγουρα, όλα τα τραυματικά γεγονότα είναι στρεσογόνα, αλλά δεν είναι όλα τα στρεσογόνα γεγονότα τραυματικά». Ο Mate περιγράφει πώς «ένα γεγονός είναι τραυματικό ή επανατραυματικό, μόνο εάν καταστήσει κάποιον ψυχικά ή σωματικά πιο περιορισμένο από πριν με επίμονο τρόπο.. Πολλά στη ζωή, συμπεριλαμβανομένης της τέχνης ή της κοινωνικής συναναστροφής ή της πολιτικής, μπορεί να μας αναστατώνουν, να είναι στενάχωρα, ακόμη και πολύ επώδυνα χωρίς να είναι τραυματικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι παλιές τραυματικές αντιδράσεις, που δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή, ότι δεν μπορούν να πυροδοτηθούν από τα τωρινά στρεσογόνα γεγονότα».

Για να γίνει αυτό σαφές θα δώσω παραδείγματα από τη δική μου ζωή. Θα αναφερθώ σε δύο γεγονότα, το ένα συνέβη στο μακρινό παρελθόν και το άλλο πρόσφατα, το ένα ήταν τραυματικό, ενώ το άλλο ήταν μάλλον δυσάρεστο και ανεπιθύμητο,. Θα  μπορούσε να είναι και στρεσογόνο. Και τα δύο συνέβησαν στον δρόμο. Πριν από περίπου τέσσερις δεκαετίες βίωσα ένα τροχαίο ατύχημα που θα μπορούσε να μου είχε κοστίσει τη ζωή ή το ράγισμα του κρανίου ή της σπονδυλικής μου στήλης. Έπαθα διάσειση «μόνο». Ήταν τραυματική εμπειρία αλλά εκείνη τη στιγμή και με τη γνώση που είχα δεν το αντιλήφθηκα ως τραυματικό, δεν το αντιλήφθηκα ως κάτι άλλο από ένα γεγονός που μ’ έθεσε σε μεγάλο κίνδυνο.

Ένα απόσπασμα από την πιο προσωπική μου γραφή που έγραψα πριν από μερικά χρόνια:

«Το πουλί με τις αλήθειες» από τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου του Τάσου Λειβαδίτη

«Κάποιο πρωινό ένα πουλί κάθισε στο αντικρινό δέντρο και σφύριζε. Ω, αν καταλάβαινα τι ήθελε να μου πει! Ίσως να είχα βρει το νόημα του κόσμου».

« Ήταν περίπου εκείνη την εποχή……  που ο άντρας μου και εγώ επιστρέφαμε σπίτι μετά από μια πορεία ειρήνης ή ίσως μια διαδήλωση υπέρ ή κατά κάποιου ζητήματος στο κέντρο της Αθήνας. Ήμασταν πάνω σε ένα μηχανάκι και περιμέναμε να ανάψει το πράσινο φανάρι όταν ένα λευκό αυτοκίνητο ωσάν υπνωτισμένο έπεσε πάνω μας. Καθώς καθόμουν χαλαρή και μη περιμένοντας ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο στα φανάρια «πέταξα» από τη θέση μου και προσγειώθηκα μέτρα μακριά στην άσφαλτο. Στην «δευτερόλεπτη» αυτή διαδρομή μου είχε πέσει το κράνος κι έτσι έπαθα διάσειση, όμως πριν ακούσω τον χτύπο του αδύνατου κορμιού μου στην άσφαλτο, βίωσα την απεραντοσύνη του νυχτερινού ουρανού καθώς μια σκέψη ευφορίας σαν αστραπή διέσχισε το νου μου:  «ο ουρανός είναι γεμάτος αστέρια».

Η αίσθηση της πτώσης μερικές φορές με ξυπνά ακόμα τη νύχτα, αλλά στα όνειρά μου πέφτω από ταράτσες ή μπαλκόνια… και συχνά το νιώθω σαν μια ελεύθερη πτώση σε έναν αβυσσαλέο ουρανό φωτισμένο με αστέρια που με αγκαλιάζει και αποτρέπει τη συντριβή….

Καθώς βήχω ασθμαίνοντας αυτό το φθινόπωρο του 2015, σκέφτομαι όλες τις απαρχές της ζωής μας. πώς όλα περιέχουν εγγενώς τους σπόρους αυτού που πρόκειται να αναπτυχθεί και να συμβεί, αλλά εν τω μεταξύ μπορεί να κοιτάμε τα αστέρια, να μην παρατηρούμε το φύτεμα. την επανάληψη, την ανακύκλωση, τα χρώματα και τα μοτίβα του υφαντού»,

Το δεύτερο περιστατικό συνέβη αυτό το καλοκαίρι και αφορούσε κάτι λιγότερο δραματικό. Ο άντρας μου και εγώ γυρίζαμε σπίτι από την παραλία με τη μηχανή του. .Δεν φορούσε κράνος γιατί ένιωθε ότι έκανε πολύ ζέστη… αυτή η αίσθηση σαν να είσαι κάτω από ένα vintage σεσουάρ μαλλιών…  Κάποιος γνωστός του τον προειδοποίησε ότι η αστυνομία σταματούσε όσους  δεν φορούσαν κράνος λίγο πιο κάτω στον επαρχιακό δρόμο που βρισκόμασταν. Του πρότεινα είτε να το φορέσει είτε να πάμε από κάποιον άλλο δρόμο. Χωρίς πολύ σκέψη αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και λίγα μέτρα πιο κάτω μας σταμάτησε η αστυνομία. Του ζητήθηκε να παραδώσει την πινακίδα του και την άδεια οδήγησης για ένα μήνα, ίσως και περισσότερο. Η αφαίρεση της πινακίδας ωστόσο αποδείχτηκε δύσκολη υπόθεση επειδή οι βίδες ήταν σκουριασμένες, οπότε έπρεπε να φύγει και να βρει μηχανικό για να κάνει τη δουλειά. Στο μεταξύ εγώ περίμενα στην άκρη του δρόμου.

Ο Bessel van der Kolk γράφει ότι τα σύμβολα που σχετίζονται με το αρχικό τραύμα, όσο καλοήθη κι αν είναι στην πραγματικότητα, είναι βαθιά μολυσμένα και έτσι καταλήγουν να γίνονται αντικείμενα που πρέπει να φοβόμαστε και να αποφεύγουμε. Έτσι, αυτό το πρόσφατο γεγονός στο δρόμο περιελάμβανε πολλά σύμβολα σχετικά με το τροχαίο δυστύχημα πριν από δεκαετίες και είχε τη δυνατότητα να πυροδοτήσει πτυχές εκείνου του τραυματικού περιστατικού του παρελθόντος. Οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θα μπορούσε να πυροδοτήσει εκείνο το συμβάν: οι μοτοσικλέτες, το θέμα του κράνους, η παρουσία της αστυνομίας, η αναμονή μου στην άκρη του δρόμου για αρκετή ώρα. Ωστόσο, επειδή πιστεύω ότι είχα σε κάποιο βαθμό επεξεργαστεί αυτό το παλιό τραύμα, παρέμεινα ήρεμη και παρούσα, αναγνωρίζοντας ότι το πλαίσιο είχε τη δυνατότητα να προκαλέσει φόβο, αλλά επίσης ότι αυτή ήταν μια διαφορετική κατάσταση. Δεν ήμουν  ξαπλωμένη στο δρόμο μισοζαλισμένη, ελπίζοντας να εμφανιστεί κάποιο άδειο ταξί για να μας πάει σε ένα νοσοκομείο. Το τωρινό γεγονός ήταν μια ταλαιπωρία, κάτι που σίγουρα δεν θα επέλεγα ,αν ήταν στο χέρι μου, αλλά παρόλα αυτά ήμουν ασφαλής και αυτό ήταν απλώς ένα δυσάρεστο περιστατικό που σύντομα θα τελείωνε. Ήμουν προσγειωμένη στο παρόν, περιμένοντας να τελειώσει το δράμα,  να φτάσουμε σπίτι,  να πλύνω τη σκόνη του δρόμου, να φάω κάτι.»

 

Θα τελειώσω αυτή την ανάρτηση με ποίηση του Έλληνα ποιητή, Τάσου Λειβαδίτη, που προαναφέρθηκε κι ένα ποίημα της Αμερικανίδας ποιήτριας Jane Hirshfield, και δυο συνδέσμους (links)  με ασκήσεις διαλογισμού με τον Rick Hanson, PhD:

https://www.rickhanson.net/meditationtalkhowtousefearandnotletituseyou/

https://www.rickhanson.net/meditationtalkseethewholebethewhole/

Πρώτη βοήθεια     του Τάσου Λειβαδίτη

Αργά.  //  Το καφενείο άδειασε.  //  Οι φίλοι έφυγαν.
Κι εγώ ρεμβάζω ολομόναχος,
κάνοντας τάχα πως παίζω με τις τρίχες του στήθους μου,
ενώ βγάζω προσεχτικά μια – μια  //  τις σφαίρες της συνομιλίας.

Απόσπασμα από το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη: Αλλά τα βράδια

 Καὶ νὰ ποὺ φτάσαμε ἐδῶ  //  Χωρὶς ἀποσκευὲς
Μὰ μ᾿ ἕνα τόσο ὡραῖο φεγγάρι

Καὶ ἐγὼ ὀνειρεύτηκα ἕναν καλύτερο κόσμο
Φτωχὴ ἀνθρωπότητα, δὲν μπόρεσες   // οὔτε ἕνα κεφαλαῖο νὰ γράψεις ἀκόμα
Σα σανίδα ἀπὸ θλιβερὸ ναυάγιο   // ταξιδεύει ἡ γηραιά μας ἤπειρος

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα   // ποῦ μυρίζει ἡ γῆ

Βέβαια ἀγάπησε   //  τὰ ἰδανικά της ἀνθρωπότητας,
ἀλλὰ τὰ πουλιὰ    //   πετοῦσαν πιὸ πέρα

Σκληρός, ἄκαρδος κόσμος,   //  ποῦ δὲν ἄνοιξε ποτὲ μίαν ὀμπρέλα
πάνω ἀπ᾿ τὸ δέντρο ποὺ βρέχεται

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα   //  ποῦ μυρίζει ἡ γῆ

Ὕστερα ἀνακάλυψαν τὴν πυξίδα   //  γιὰ νὰ πεθαίνουν κι ἀλλοῦ
καὶ τὴν ἀπληστία   // γιὰ νὰ μένουν νεκροὶ γιὰ πάντα

Ἀλλὰ καθὼς βραδιάζει     //    ἕνα φλάουτο κάπου
ἢ ἕνα ἄστρο συνηγορεῖ   //   γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα   //  ποῦ μυρίζει ἡ γῆ

Καθὼς μένω στὸ δωμάτιό μου,    //  μοῦ ᾿ρχονται ἄξαφνα φαεινὲς ἰδέες
Φοράω τὸ σακάκι τοῦ πατέρα    //   κι ἔτσι εἴμαστε δύο,
κι ἂν κάποτε μ᾿ ἄκουσαν νὰ γαβγίζω   //  ἦταν γιὰ νὰ δώσω
ἕναν ἀέρα ἐξοχῆς στὸ δωμάτιο

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα  //  ποῦ μυρίζει ἡ γῆ…..

Για όσα μας δένουν   της Jane Hirshfield

Υπάρχουν ονόματα για όσα μας δένουν:  // δυνατές δυνάμεις, αδύναμες δυνάμεις.   //  Κοιτάξτε γύρω σας, μπορείτε να τις δείτε:  // η πέτσα που  σχηματίζεται σε ένα μισοάδειο φλιτζάνι,  //  καρφιά που σκουριάζουν στα σημεία που ενώνουν,  // αρθρώσεις που ταιριάζουν τέλεια  με το βάρος τους.  //  Ο τρόπος που τα πράγματα μένουν τόσο σταθερά   //  όπου κι αν έχουν τοποθετηθεί    //  και η βαρύτητα, λένε οι επιστήμονες, είναι αδύναμη.

Και δείτε πώς η σάρκα μεγαλώνει ξανά   //  σε μια πληγή,  με μεγάλη ορμή,  // πιο δυνατή   // από την απλή, μη δοκιμασμένη πρότερη επιφάνεια.   // Υπάρχει ένα όνομα για τα άλογα,   //  όταν [η σάρκα] επανέρχεται πιο σκούρα και ώριμη: περήφανη σάρκα,   //  όπως κάθε σάρκα, περηφανεύεται για τις πληγές της, τις φοράει   // ως τιμές που δίνονται μετά τη μάχη,   //  μικροί θρίαμβοι καρφιτσωμένοι στο στήθος-

Αντίσταση στην απανθρωποποίηση                                        Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

«Γιατί να νοιάζεται κάποιος για την απανθρωποποίηση;  Η απανθρωποποίηση τροφοδοτεί τις χειρότερες ωμότητες που οι άνθρωποι διαπράττουν ο ένας εναντίον του άλλου. Δεν είναι μόνο πρόβλημα του σύγχρονου, βιομηχανοποιημένου κόσμου: στοιχειώνει την ανθρωπότητα εδώ και χιλιετίες».  David Livingstone Smith

«Η απανθρωποποίηση, αν και είναι ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός, δεν είναι μια δεδομένη μοίρα, αλλά το αποτέλεσμα μιας άδικης τάξης που γεννά βία στους καταπιεστές, η οποία με τη σειρά της απανθρωποποιεί τους καταπιεσμένους». Paulo Freire

Η σημερινή ανάρτηση αφορά το βιβλίο του David Livingstone Smith, On Ιnhumanity: Dehumanization and How to Resist It // Σχετικά με την Απανθρωπιά: Απανθρωποποίηση και Πώς Να Αντισταθείς, αλλά θα ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από το βιβλίο στο οποίο αναφέρθηκα στην προηγούμενη ανάρτηση. Επίσης σε αυτό το δοκίμιο αναφέρομαι κυρίως σε μερικά από τα πολλά ιστορικά γεγονότα και παραδείγματα που συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο, εκτός από μία αναφορά στην ελληνική γενοκτονία από τους Τούρκους τον 20ό αιώνα.

Ο Bruce Perry γράφει: «Το ανθρώπινο είδος είναι το πιο περίπλοκο είδος. Και αινιγματικό. Προστατεύουμε, ανατρέφουμε και εμπλουτίζουμε τα μικρά μας – και εκμεταλλευόμαστε, ταπεινώνουμε και βασανίζουμε τα μικρά μας. Μπορούμε να είμαστε ανιδιοτελείς και εγωιστές – μερικές φορές το ίδιο άτομο που μας δίνει ζωή, μας φροντίζει και μας ταΐζει επίσης μας εγκαταλείπει. Ή χειρότερα. Εφευρίσκουμε, δημιουργούμε, χτίζουμε – και μετά καταστρέφουμε. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μια βαθιά άμπωτη ανάμεσα σε αυτά τα υπέροχα και επαίσχυντα χαρακτηριστικά. Κατά τη διάρκεια των αιώνων έχουμε αγωνιστεί να κατανοήσουμε και να ενεργήσουμε με βάση αυτές τις πολυδιάστατες και δυαδικές ιδιότητες της φύσης της ανθρωπότητας. Και μέσα από αυτές τις προσπάθειες έχουμε εφεύρει νέους τρόπους για να ζούμε μαζί – νέα μοντέλα για επιστημονική ανακάλυψη, διακυβέρνηση, μεταφορά, οικονομία, εκπαίδευση και ανατροφή των παιδιών. Συνολικά, η πορεία φαίνεται να είναι θετική. Η κοινωνική δικαιοσύνη, η δημιουργικότητα και η παραγωγικότητα, συνολικά, αυξήθηκαν με την πάροδο των αιώνων και το μίσος, η βαρβαρότητα και η βία μειώθηκαν. Ωστόσο, συχνά χάνουμε το δρόμο μας – και αγωνιζόμαστε ως οικογένειες, κοινότητες και κοινωνίες για να επιστρέψουμε σε μια πιο υγιή «αναπτυξιακή» τροχιά, πάντα ελπίζοντας ότι μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο για τα παιδιά και τα εγγόνια μας.» Νομίζω ότι ο Smith τελειώνει το βιβλίο του με παρόμοιο πνεύμα. Γράφει: «Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ είπε κάποτε: «Το τόξο της ιστορίας είναι μακρύ, αλλά λυγίζει προς τη δικαιοσύνη». Αυτή είναι μόνο η μισή ιστορία, γιατί στρέφεται προς τη δικαιοσύνη μόνο αν πιέσουμε με πολύ δύναμη προς αυτή την κατεύθυνση».

Ο Smith είναι συγγραφέας, καθηγητής και φιλόσοφος και σε αυτό το βιβλίο ρίχνει μια ακλόνητη ματιά στους μηχανισμούς της ψυχολογίας μας που μας επιτρέπουν να βλέπουμε τους άλλους ανθρώπους ως κάτι λιγότερο από ανθρώπους, αλλά και στο πώς οι πολιτικοί, οι κυβερνήσεις και ορισμένες ομάδες εκμεταλλεύονται τους βασικούς μας φόβους και αυτή την έμφυτη τάση μας μέσω χειραγώγησης και διάδοσης αφηγήσεων που εξυπηρετούν τις δικές τους ατζέντες. Το βιβλίο εστιάζει περισσότερο στη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης εμπειρίας και σε μερικές από τις πιο σκοτεινές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας. Ο συγγραφέας ρίχνει φως σε αυτό σε μια προσπάθεια να βοηθήσει τους αναγνώστες να κατανοήσουν και στη συνέχεια να αντισταθούν στην απανθρωποποίηση άλλων ανθρώπινων όντων. Βασίζεται και αναφέρεται σε πολλά ιστορικά και σύγχρονα γεγονότα, όπως το Ολοκαύτωμα, τις γενοκτονίες στη Ρουάντα, την Αμερική, την Αρμενία, τη Μιανμάρ, την Καμπότζη κι αλλού, τη δίωξη των Ρομά ή των Τσιγγάνων σε βάθος χρόνου και τόπου, τις διάφορες πολεμικές θηριωδίες, την αποικιακή καταπίεση και απάνθρωπες πρακτικές, το λιντσάρισμα Αφροαμερικανών και το δουλεμπόριο, και άλλα γνωστά επεισόδια βίας στην ιστορία.

Εξετάζει επίσης τη σχέση μεταξύ ρατσισμού και απανθρωποποίησης, πώς οι λαθεμένες πεποιθήσεις γίνονται ο πρόδρομος της απανθρωποποίησης και των πολλών φρικαλεοτήτων και αδικιών που συχνά ακολουθούν. Βασίζεται στην πολιτική, την ψυχολογία, την ιστορία και άλλους τομείς για να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την απανθρωποποίηση και τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να αντισταθούμε σε αυτήν με μικρούς και μεγαλύτερους τρόπους. Τελικά. το βιβλίο καταφέρνει να μας ενημερώσει όχι μόνο για τη φρίκη που έχει ήδη διαπραχθεί, αλλά και για την τρέχουσα αναζωπύρωση του πολιτικού αυταρχισμού, των εγκλημάτων μίσους κατά ανθρώπων και μειονοτικών ομάδων, της ρατσιστικής ρητορικής, καθώς και για τις τρέχουσες και πιθανές μελλοντικές προσφυγικές κρίσεις λόγω πολέμων , περιβαλλοντικής καταστροφής και κλιματικών αλλαγών.

Το βαθύ ενδιαφέρον και η εξερεύνηση του θέματος της απανθρωποποίησης σε όλη της την πολυπλοκότητα, από τον Smith, φαίνεται ότι προήλθε και από τις προσωπικές του εμπειρίες. Αφ’ενός, οι Εβραίοι παππούδες του από την πλευρά της μητέρας του είχαν καταφύγει στις ΗΠΑ για να γλιτώσουν από τα πογκρόμ στην Ευρώπη, κι αφετέρου, ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του είχε συμμετάσχει σε μια έκρηξη γενοκτονίας των Τσερόκι στη Γεωργία. Αναφέρει ότι αυτές οι ιστορίες τον επηρέασαν και τον οδήγησαν να μελετήσει τις πιο σκοτεινές και πιο ανησυχητικές πλευρές του ανθρώπου – την εξαπάτηση, την βία, το ρατσισμός και την απανθρωποποίηση. Μεγάλωσε επίσης στον αμερικανικό Νότο, όπου εκτός από τις πολιτικές και τους νόμους που επέβαλλαν τις φυλετικές διακρίσεις,  η φυλετική ιεραρχία ήταν  βαθιά εδραιωμένη στις πεποιθήσεις και τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Γράφει: «…η εποχή του Τζιμ Κρόου οργανώθηκε γύρω από την ιδέα ότι οι Λευκοί άξιζαν εξουσία, προνόμια και οποιουσδήποτε πόρους ζητούσαν, ενώ οποιοσδήποτε άλλος, ειδικά οι Μαύροι, γεννήθηκαν με ισόβια κάθειρξη κατωτερότητας. Αυτός ήταν ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσα».

Ο Smith δεν αποφεύγει τις σαφείς περιγραφές των φρικαλεοτήτων που μπορεί να ακολουθήσουν την απανθρωποποίηση. Με αυτόν τον τρόπο φέρνει την πραγματικότητα και τον κίνδυνο της απανθρωποποίησης στο προσκήνιο της συνειδητοποίησής μας. Ένα παράδειγμα στο οποίο επιστρέφει είναι το λιντσάρισμα χιλιάδων Αφροαμερικανών που τεκμηριώθηκε μεταξύ 1877 και 1950. Πολλοί άνθρωποι εκτός των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μου, μπορεί να μην έχουν σαφή εικόνα του βάθους της απανθρωπιάς και της σκληρότητας αυτών των γεγονότων, και ορισμένα μέρη του βιβλίου σίγουρα δεν διαβάζονται εύκολα. Τα λιντσαρίσματα, γράφει, αναφέρονταν ως “barbecues” / «ψησταριές» και θεωρούνταν ως εορταστικές εκδηλώσεις κατάλληλες για όλη την οικογένεια, συμπεριλαμβανομένων των μικρών παιδιών. Δεν ήταν εξώδικες εκτελέσεις, αλλά περιλάμβαναν απίστευτα βασανιστήρια και ακρωτηριασμούς μελών του σώματος που συχνά φυλάσσονταν ως αναμνηστικά από τους θεατές. Μαθαίνουμε επίσης ότι η πρακτική της διατήρησης κομμένων μελών του σώματος ως αναμνηστικά έχει λάβει χώρα στον πόλεμο του Βιετνάμ και σε πολλά άλλα περιστατικά γενοκτονίας και πολεμικών συγκρούσεων. Ο Smith  αναρωτιέται και διερευνά το ερώτημα: τι έκανε αυτές τις πράξεις ψυχολογικά δυνατές. Γράφει ότι οι πολλές χιλιάδες, που διέπραξαν αυτά τα εγκλήματα, ήταν απλοί άνθρωποι, όχι ψυχοπαθείς. Πολλοί ήταν οικογενειάρχες, εκκλησιαζόμενοι, στύλοι των κοινοτήτων τους, κι επίσης, οι γυναίκες και τα παιδιά τους απολάμβαναν τα τραγικά θεάματα του λιντσαρίσματος και των εκτελέσεων. Θέτει το ερώτημα: «Τι ήταν, ψυχολογικά μιλώντας, που τους ενδυνάμωσε να κάνουν αυτά τα πράγματα και τους θεατές να τα απολαύσουν; Μέρος της απάντησης βρίσκεται στις απανθρωπιστικές πεποιθήσεις / απόψεις που πολλοί Λευκοί είχαν για τους Μαύρους…»

Ορισμός της απανθρωποποίησης

Ο Smith αναφέρεται σε διαφορετικές θεωρίες που υπάρχουν σχετικά με την απανθρωποποίηση, στις οποίες δεν θα υπεισέλθω εδώ, και στα μεγάλα κενά που υπάρχουν μεταξύ των διαφορετικών αντιλήψεων περί απανθρωποποίησης, που πιστεύει ότι μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση στις συζητήσεις. Αυτός θεωρεί την απανθρωποποίηση ως ένα είδος στάσης – έναν τρόπο σκέψης για τους άλλους, και πιστεύει ότι το να απανθρωποποιείς ένα άλλο άτομο σημαίνει ότι το αντιλαμβάνεσαι ως ένα υπάνθρωπο ζώο. Για παράδειγμα, το τοξικό πολιτικό σύνθημα του Γερμανού νομικού και πολιτικού φιλοσόφου Carl Schmitt ήταν: «Δεν είναι κάθε ον με ανθρώπινο πρόσωπο άνθρωπος». Επίσης, στον Τύπο της εποχής εμφανίστηκαν εικόνες που απεικόνιζαν ν τους Εβραίους ως γουρούνια  ή αρουραίους. Επίσης, ισχυρίζεται ότι πρέπει να μπορούμε να διακρίνουμε την απανθρωποποίηση από τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό, την ξενοφοβία και άλλες μορφές προκατάληψης και καταπίεσης, επειδή το να απανθρωποποιούμε τους άλλους σημαίνει ότι τους τους θεωρούμε όχι απλώς κατώτερα ανθρώπινα όντα, αλλά υπανθρώπινα πλάσματα.

Ο συγγραφέας περιγράφει πώς: «Κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας στη Ρουάντα, καθώς κι ενώ εκτυλίσσονταν, η προπαγάνδα των Χούτου χαρακτήριζε τους Τούτσι ως κατσαρίδες και φίδια. Αυτοί ήταν απλώς υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί; Η μαρτυρία ορισμένων δολοφόνων υποδηλώνει το αντίθετο. «Δεν βλέπαμε πλέον άνθρωπο όταν πετούσαμε ένα Τούτσι στους βάλτους», Διευκρινίζει ότι αυτοί που απανθρωποποιούν // οι θύτες  δεν χρησιμοποιούν απλώς ζωώδεις μεταφορές για μια ευάλωτη ομάδα, δεν προσποιούνται απλώς, αλλά πιστεύουν ειλικρινά ότι αυτοί που διώκουν είναι  κάτι λιγότερο από άνθρωποι. Για παράδειγμα, στο φυλλάδιο των SS με τον τίτλο Ο Υπάνθρωπος, οι Εβραίοι παρουσιάζονταν ως πλάσματα που δεν ήταν ανθρώπινα και πιστευόταν  ότι παρόλο που οι Εβραίοι έμοιαζαν άνθρωποι, δεν ήταν πραγματικά άνθρωποι: «Αν και αυτό [ο Εβραίος] έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με έναν άνθρωπο, ο υπάνθρωπος είναι υποδεέστερος στην πνευματική και ψυχολογική κλίμακα από οποιοδήποτε ζώο. Δεν είναι όλοι όσοι  φαίνονται άνθρωποι στην πραγματικότητα.  Αλίμονο σε αυτόν που το ξεχνάει!». (Απόσπασμα από το The Subhuman).

Ο Smith αναγνωρίζει ότι η βάση της απανθρωποποίησης και του ρατσισμού είναι μια σπισιστική λογική // speciesist logic, την οποία επικρίνει λέγοντας ότι «η Δαρβινική επανάσταση θα έπρεπε να είχε καταρρίψει την ιδέα ότι η φύση είναι διατεταγμένη ως ιεραρχία» και ένας λόγος για τον οποίο αυτή η θεωρία πεισματικά υπάρχει ακόμη είναι το γεγονός ότι εξαρτιόμαστε από άλλα είδη, ζώα και φυτά, για να επιβιώσουμε. Προτείνει επίσης ότι μια καλή θεωρία της απανθρωποποίησης θα πρέπει να συνάδει με εκείνα τα επεισόδια της ανθρώπινης ιστορίας που είναι αδιαμφισβήτητα παραδείγματα απανθρωποποίησης, όπως, για παράδειγμα, το Ολοκαύτωμα. Τέλος, δηλώνει ότι μόλις αρχίσουμε να μαθαίνουμε για τον μηχανισμό, την ιστορία και την απύθμενα καταστροφική δύναμη της απανθρωποποίησης, την βλέπουμε παντού και μπορούμε πιο καθαρά να δούμε το πόσο επείγον είναι να αντισταθούμε σε αυτή.

Γενοκτονία

Η Thea Halo, σχετικά με την γενοκτονία, δίνει έμφαση στα τέσσερα «D» της γενοκτονίας: dehumanization (απανθρωποποίηση), demonization (δαιμονοποίηση), destruction (καταστροφή) και denial (άρνηση).

Η γενοκτονία είναι το πιο ανησυχητικό παράδειγμα της καταστροφικής δύναμης της απανθρωποποίησης. Σύμφωνα με τον Smith, η κυρίαρχη πλειοψηφία ξεχωρίζει πρώτα μια εθνική ή φυλετική μειονότητα ως απειλή και  χαρακτηρίζει τα μέλη της ως εγκληματίες, παράσιτα,  ζώα ή τέρατα. Οι απανθρωποποιημένοι άνθρωποι, λέει, «χτυπούνται, βιάζονται, ευνουχίζονται, στειρώνονται, φυλακίζονται, υποδουλώνονται, υπόκεινται σε νόμους που εισάγουν διακρίσεις και στερούνται τα συνήθη δικαιώματα και προνόμια. Οι απανθρωποποιημένοι άνθρωποι αποφεύγονται: διαχωρίζονται, εκδιώκονται, παραμελούνται ή μαντρώνονται σε γκέτο, φυλακές ή στρατόπεδα συγκέντρωσης που τους διαχωρίζουν και τους καθιστούν αόρατους στην κυρίαρχη πλειοψηφία. Οι απανθρωποποιημένοι άνθρωποι χαρακτηρίζονται, ξανά και ξανά,, οι απανθρωπισμένοι άνθρωποι περιγράφονται ως επικίνδυνοι και βρώμικοι. Τους δίνουν υποτιμητικά ονόματα και μερικές φορές τους ζητείται να επιδεικνύουν ορισμένες μορφές ταυτότητας ή χαρακτηριστικές μορφές ενδυμασίας…»  Εξαθλιώνονται, καθίστανται άνεργοι, στερούνται και ταπεινώνονται. Το 1938, για παράδειγμα, εξανάγκαζαν Αυστριακούς Εβραίους να γονατίζουν για να τρίψουν τα πεζοδρόμια μπροστά στα χλευαστικά πλήθη. Τέλος, η ομάδα απανθρωποποίησης δεν βλέπει πλέον ούτε αντιμετωπίζει τα θύματα ως ανθρώπινα όντα, αλλά ως βρώμικα, υπανθρώπινα πλάσματα που πρέπει να εξαλειφθούν και να κυνηγηθούν ή να εκπολιτιστούν, να εξημερωθούν, να κακομεταχειριστούν και να εκμεταλλευτούν.

Ο Smith επιστρέφει συχνά στο Ολοκαύτωμα και σε ορισμένα άλλα ιστορικά γεγονότα, τα οποία θεωρεί χαρακτηριστικά παραδείγματα απανθρωποποίησης σε όλο το βιβλίο. Γράφει: «Θα ήταν παράξενο, τουλάχιστον, να υιοθετήσουμε μια άποψη για το τι είναι η απανθρωποποίηση που δεν ισχύει για τη φρίκη του Άουσβιτς και της Τρεμπλίνκα». Ισχυρίζεται ότι μέχρι σήμερα το Ολοκαύτωμα αντιπροσωπεύει το πιο σαφές και πλήρως τεκμηριωμένο παράδειγμα της απανθρωποποίησης ενός ολόκληρου λαού και ότι πολλά από αυτά που μπορούμε να μάθουμε από το Ολοκαύτωμα μπορεί να ισχύουν και σε άλλες περιπτώσεις απανθρωποποίησης, επειδή η απανθρωποποίηση είναι πάντα σύμφωνη, λίγο ως πολύ, με το ίδιο μοτίβο, παρόλο που υπάρχουν μεμονωμένες παραλλαγές. Για παράδειγμα, «η απανθρωποποίηση των Μαύρων από τους Λευκούς δεν είναι ίδια με την απανθρωποποίηση των Τούτσι από τους Χούτου, η οποία δεν είναι η ίδια με την απανθρωποποίηση των Αρμενίων από τους Τούρκους».

Η Ελλάδα έχει τη δική της γεύση γενοκτονίας στη σχετικά πρόσφατη ιστορία της. Η ελληνική γενοκτονία που διέπραξαν οι Τούρκοι, ως μέρος αυτού που πολλοί μελετητές αναγνώρισαν ως ευρύτερη πολιτική γενοκτονίας, ήταν η συστηματική βίαιη δολοφονία εκατοντάδων χιλιάδων ελληνικού πληθυσμού, η οποία διενεργήθηκε κυρίως κατά την περίοδο 1914-1922. Η γενοκτονία περιλάμβανε σφαγές, βιασμούς, αναγκαστικές εκτοπίσεις που περιελάμβαναν πορείες θανάτου στη Συριακή Έρημο, συνοπτικές εκτελέσεις, καταστροφή ανατολικών ορθόδοξων πολιτιστικών, ιστορικών και θρησκευτικών μνημείων και δήμευση περιουσίας. Μέχρι τα τέλη του 1922, το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας που βρισκόταν εκεί πριν από την οθωμανική μεσαιωνική κατάκτηση της Μικράς Ασίας, τουλάχιστον από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1450 π.Χ.), είτε είχε φύγει είτε είχε σκοτωθεί.

Ωστόσο, η απανθρωποποίηση δεν είναι μόνο ένας παράγοντας γενοκτονίας, αλλά επηρεάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τους εχθρούς κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Smith γράφει ότι η προπαγάνδα εν καιρώ πολέμου συχνά εστιάζει στην απανθρωπιστική νοοτροπία, επειδή για τους περισσότερους ανθρώπους, το να σκοτώσεις ανθρώπους δεν είναι εύκολο, και υπάρχουν τεράστια ψυχολογικά εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν προτού κάποιος μπορέσει να τραβήξει μια θανατηφόρα σκανδάλη. Στο βιβλίο παρέχονται αρκετά παραδείγματα προπαγάνδας απανθρωποίησης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Βιετνάμ, αλλά και άλλες συγκρούσεις. Μας λέει, για παράδειγμα, ότι μέσω φαινομενικά αθώων, ανάλαφρων καρτούν οι στρατιώτες παροτρύνονταν να θεωρούν τον εχθρό ως ‘Αλλον, όχι ως ανθρώπους των οποίων τα παιδιά, οι οικογένειες και τα σπίτια θα καταστραφούν, αλλά ως μια διαφορετική, υποδεέστερη, αποκρουστική τάξη πλάσματος που άξιζε να εξαλειφτεί από τη γη.

Ένα παράδειγμα αυτού του είδους πολεμικής προπαγάνδας που αναφέρεται στο βιβλίο σχετίζεται με τον Sir Thomas Blamey.  Ο Smith  αναφέρει λόγια του:  «Δεν έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους όπως τους ξέρουμε . . . Έχουμε να κάνουμε με κάτι πρωτόγονο. Τα στρατεύματά μας έχουν τη σωστή θεώρηση των Ιαπωνέζων. Τους θεωρούν παράσιτα». Το άρθρο περιελάμβανε ένα σχέδιο ενός σώματος που μοιάζει με έντομο και μια τραγελαφική καρικατούρα ενός ιαπωνικού προσώπου και δημοσιεύτηκε τον ίδιο μήνα που πάνω από 16.000 τόνοι εμπρηστικών βομβών μετέτρεψαν μια πυκνοκατοικημένη περιοχή του Τόκιο σε κόλαση. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας μαζικής εκστρατείας βομβαρδισμών, που κορυφώθηκε με την εξάλειψη της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι με πυρηνικά όπλα.  Η απανθρωποποίηση ήταν επίσης ανεξέλεγκτη κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, όπου οι στρατιώτες είχαν εκπαιδευτεί να θεωρούν τους Βιετναμέζους ως υπανθρώπινα ζώα. Ο Smith γράφει: «Όπως σημειώνει ο βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ, Stan Groff, η απανθρωποποίηση του εχθρού βοηθά στη φρικτή επιχείρηση της δολοφονίας. Συζητώντας τις εμπειρίες του από τη μάχη, λέει, «έπρεπε να απανθρωποποιήσουμε τα θύματά μας πριν κάνουμε ότι κάναμε. . . .»

Ωστόσο, η απανθρωποποίηση δεν είναι πάντα στην υπηρεσία της δολοφονίας, αλλά όπως υποστηρίζει και ο συγγραφέας «είναι επίσης η υπηρέτρια της καταπίεσης». Μας βοηθά να το καταλάβουμε αυτό μέσα από την εξερεύνηση της δουλείας. Γράφει «ήταν σύνηθες για τους ιδιοκτήτες σκλάβων της Βόρειας Αμερικής να θεωρούν τα ανθρώπινα όντα που σκλάβωναν ότι ανήκαν σε ένα κατώτερο είδος ζώου – μια έννοια φυλετικής ιεραρχίας που ήταν μέρος ενός πιο περιεκτικού, ιεραρχικού οράματος για τον κόσμο…» Επειδή οι Μαύροι άνθρωποι θεωρούνταν υπάνθρωποι, αυτό έκανε αποδεκτό οι ιδιοκτήτες τους να τους αντιμετωπίζουν ως  το ζωικό τους κεφάλαιο. Και αυτό έδωσε τη δυνατότητα οι Μαύροι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι Μαύροι άντρες, να απεικονίζονται ως πρωτόγονοι ή θηρία, κάτι που στη συνέχεια πυροδότησε τη μαζική θηριωδία του λιντσαρίσματος,

Συνεχίζεται……

Το ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ εστιάζει στην έννοια και τη θεωρία της φυλής, τη διαφορά μεταξύ ρατσισμού και απανθρωποποίησης, πώς η απανθρωποποίηση βοηθά στη αποδόμηση των φυσικών ανθρώπινων αναστολών μας να σκοτώσουμε άλλον άνθρωπο, κατανόηση των απανθρωπιστικών πεποιθήσεων ως ιδεολογικές πεποιθήσεις και στο τι πρέπει να γνωρίζουμε και να πράττουμε προκειμένου να αντισταθούμε στην απανθρωποποίηση.