«Δεν μπορεί κανείς να ελπίζει ότι θα κατανοήσει τα φαινόμενα ψυχολογικής δυσφορίας, ούτε να αρχίσει να σκέφτεται τι μπορεί να γίνει για αυτά, χωρίς ανάλυση του τρόπου με τον οποίο η εξουσία κατανέμεται και ασκείται μέσα στην κοινωνία» David Smail

«Οι γυναίκες κοινωνικοποιούνται για να καταστέλλουν / καταπιέζουν συναισθήματα θυμού και απογοήτευσης που είναι συχνά φυσικά το αποτέλεσμα διαπροσωπικών συγκρούσεων…. αυτή η διαδικασία κοινωνικοποίησης οδηγεί πολλές γυναίκες να βιώνουν αρνητικές ψυχολογικές και σωματικές αντιδράσεις επειδή φοβούνται να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους….. Ο Comstock αναφέρεται σε αυτές τις δυναμικές ως «απαγορεύσεις κατά του θυμού»…» Jean Baker Miller (cited in Allen Ivey, Michael D’ Andrea & Mary Bradford Ivey)

«Η διαλεκτική επιτρέπει στα αντίθετα να συνυπάρχουν, μπορείς να είσαι αδύναμος / η και μπορείς να είσαι δυνατός / η. μπορείς να είσαι χαρούμενος / η και μπορεί να είσαι λυπημένος / η. Στη διαλεκτική κοσμοθεωρία, όλα βρίσκονται σε μια συνεχή κατάσταση αλλαγής…» Marshia Linehan

 «…. Δεν βλέπω πια αυτές τις διαταραχές ως ξεχωριστές, αλλά ως προσωπικές εκδηλώσεις υπερκαταπονημένων, καθοδηγούμενων από την αμυγδαλή και απορυθμισμένων νευρικών συστημάτων. Απλώς όπως το συναίσθημα» Sebern F. Fisher

“Να το ζεις, να το λες, το «μπορώ» που αλλάζει ζωές  / όλ’ αυτά που ζητάς, είν’ εκεί που φοβάσαι να πας…” (Στίχοι από το τραγούδι του Βασίλη Λέκκα: Δρόμοι στο Φως)

Το χαρακτικό είναι της Βάσως Κατράκη

Στη σημερινή ανάρτηση θα θίξω ελαφρώς κι εν συντομία μερικά δύσκολα και σχετικά ακανθώδη θέματα, τα οποία απαιτούν πολύ περισσότερο χώρο για συζήτηση. Επίσης θα αναφερθώ σε ένα τραγούδι, μια ταινία, ένα βιβλίο και μια συνεδρία διαλογισμού.

Ένα από τα θετικά της ζωής σε ένα ελληνικό νησί το καλοκαίρι εκτός από τη φυσική ομορφιά, τη θάλασσα και τις ζεστές μέρες είναι κι οι πολλές πολιτιστικές εκδηλώσεις σε ανοιχτούς χώρους. Την περασμένη εβδομάδα πήγα στη συναυλία του Βασίλη Λέκκα, που έγινε στον κήπο ενός παλιού αρχοντικού κάτω από τα αστέρια ανάμεσα σε δέντρα που πιθανότατα στέκονται εκεί για πάνω από έναν αιώνα. Κάποια στιγμή οι στίχοι ενός  τραγουδιού που δεν είχα ξανακούσει τράβηξαν το ενδιαφέρον μου και με έκαναν να σκεφτώ:

Να το ζεις, να το λες, το «μπορώ» που αλλάζει ζωές /  Όλ’ αυτά που ζητάς, είν’ εκεί που φοβάσαι να πας…  / Μη λυγάς… μη λυγάς… / Μα τα όνειρα είναι κλειδιά που ανοίγουν κελιά… Δεν υπάρχουν στη γη φυλακές να κλειδώνουν ψυχές… / Να το ζεις, να το λες, το «μπορώ» που αλλάζει ζωές  / όλ’ αυτά που ζητάς, είν’ εκεί που φοβάσαι να πας… Να το ζεις, να το λες, το «μπορώ» που αλλάζει ζωές τα φτερά τα φοράς, / μα θ’ ανοίξουν αν πεις πως τολμάς… να πετάς, να πετάς…

Σκέφτηκα τους στίχους και πώς ίσως αυτή η κοινή μεταφορά του «άνοιξε τα φανταστικά και συμβολικά σου φτερά για να πετάξεις» που χρησιμοποιείται συχνά για να αναπαραστήσει την πραγματοποίηση ονείρων ή την επίτευξη στόχων να μην είναι η μόνη σχετική μεταφορά. Ίσως μια πιο χρήσιμη ή συμπληρωματική εικόνα θα μπορούσε να είναι να είμαστε ριζωμένοι στη γη, σαν δέντρα, ριζωμένοι, συνδεδεμένοι και ανθεκτικοί στους οκτώ εγκόσμιους ανέμους που μπορεί να σαρώνουν μέσα μας και γύρω μας, αγγίζοντας το έδαφος, παρόντες στο εδώ και τώρα, σε εγρήγορση στην τρέχουσα πραγματικότητα, αφυπνισμένοι σε ευρύτερα επίπεδα εσωτερικής και εξωτερικής πραγματικότητας. Από αυτό το μέρος, νομίζω, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να είναι κανείς ελεύθερος και να μπορεί να εκπληρώνει όνειρα και δυνατότητες.

Μιλώντας για φτερά πριν από λίγο καιρό παρακολούθησα ένα ντοκιμαντέρ: Take These Broken Wings / Πάρτε Αυτά Τα Σπασμένα Φτερά, σε σκηνοθεσία Daniel Mackler, με την Joanne Greenberg, η οποία είχε διαγνωστεί με σχιζοφρένεια και μετά από πολλά τραύματα και ταλαιπωρία στο σύστημα ψυχικής υγείας, έγινε η συγγραφέας του μπεστ σέλερ. I Never Promised You a Rose Garden / Ποτέ Δεν Σου Υποσχέθηκα Ένα Κήπο Με Τριαντάφυλλα, και  στη συνέχεια έγραψε πολλά ακόμη βιβλία  (έχω κάνει σύντομη αναφορά σε παλαιότερη ανάρτηση), και η Catherine Penney, επιζώσα μιας τραυματικής παιδικής ηλικίας, της οποίας τα συμπτώματα ονομάστηκαν σχιζοφρένεια, και η οποία υποστηρίχτηκε για να επουλώσει  τόσο το τραύμα όσο και τα συμπτώματά της ή τις δυσπροσαρμοστικές αντιδράσεις της. Επέστρεψε στο σχολείο και έγινε κλινική νοσοκόμα. Η ταινία περιλαμβάνει επίσης συνεντεύξεις με τους: α) Peter Breggin, ψυχίατρο, κριτικό της θεραπείας σοκ και ψυχιατρικών φαρμάκων και υπέρμαχο της αντικατάστασης της ψυχιατρικής χρήσης φαρμάκων και της ηλεκτροσπασμοθεραπείας με ψυχοθεραπεία, εκπαίδευση, ενσυναίσθηση, αγάπη και άλλες ανθρώπινες υπηρεσίες, β) Robert Whitaker, δημοσιογράφο και συγγραφέα – τρία από τα βιβλία του καλύπτουν την ιστορία και την πρακτική της σύγχρονης ψυχιατρικής -ο οποίος έχει κερδίσει πολλά βραβεία για τη συγγραφή επιστημονικών θεμάτων, και προκρίθηκε για το βραβείο Pulitzer 1999 για τη δημόσια υπηρεσία για μια σειρά άρθρων που αμφισβητούν την ηθική ορισμένων ψυχιατρικών ερευνών, και γ) Bertram Karon, ψυχαναλυτή, ψυχοθεραπευτή και συγγραφέα. Η ταινία εγείρει ερωτήματα σε σχέση με τις διαγνώσεις, την υπερβολική χρήση φαρμάκων και την παραπληροφόρηση του κοινού και σχετικά με τους πιο χρήσιμους τρόπους κατανόησης των συμπτωμάτων ή των ομάδων συμπτωμάτων. Ίσως είναι πιο ηθικό και χρήσιμο να ρωτάμε: Γιατί υπάρχουν αυτά τα συμπτώματα; & Τι σου έχει συμβεί; όπως λέει συχνά ο Mate Gabor, μεταξύ πολλών άλλων, και το πιο σημαντικό Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε χωρίς να κάνουμε κακό και χωρίς να αφαιρέσουμε την ελεύθερη βούληση του άλλου;

Κάπως σχετικό με τα παραπάνω είναι το βιβλίο της Δρ Marsha M. Linehan, Building a Life Worth Living / Χτίζοντας Μια Ζωή που Αξίζει να την Ζήσεις. Στην εφηβεία της, η Marsha Linehan υποβλήθηκε σε ηλεκτροσπασμοθεραπεία, απομόνωση, βαριά φαρμακευτική αγωγή και cold pack therapy (θεραπεία με κρύο). Σχετικά με τη cold pack therapy γράφει: «[αυτή] περιελάμβανε ξεγύμνωμα, σφιχτό τύλιγμα με βρεγμένα σεντόνια που είχαν αποθηκευτεί στην κατάψυξη και δέσιμο στο κρεβάτι. Έμενες ξαπλωμένη εκεί, ακίνητη, για τέσσερις ώρες…. Οι περισσότεροι άνθρωποι βρίσκουν τη δυσφορία και τη σωματική συστολή τόσο αφόρητες που η απλή απειλή της θεραπείας αρκεί για να αποθαρρύνει οποιαδήποτε προβληματική συμπεριφορά…. Οι νοσηλεύτριες είχαν μια απλή αλλά αποτελεσματική μέθοδο απειλής. Αν μιλούσαμε αντί να κοιμόμαστε, για παράδειγμα, οι νοσοκόμες κροτάλιζαν παγάκια σε ένα μεταλλικό δοχείο. Αυτό συνήθως έφερνε στιγμιαία σιωπή». Διαβάζοντας την ιστορία της βλέπουμε ότι τα συμπτώματα και οι συμπεριφορές που εμφάνισε μετά την εισαγωγή της στην κλινική [όχι πριν την στείλουν εκεί] ήταν παρόμοια με τα σημερινά διαγνωστικά κριτήρια για οριακή διαταραχή προσωπικότητας κι επίσης ότι μετά την παραμονή της εκεί υπέφερε σοβαρή απώλεια μνήμης.

Κατά τη διάρκεια της στην κλινική ορκίστηκε στον Θεό να βγει αυτή από την κόλαση και μετά να βοηθήσει και άλλους να βγουν. Περιγράφει πώς συνέβη αυτό: «Η αίθουσα Thompson Two είχε ένα πιάνο στο ένα άκρο, ένα όρθιο πιάνο, και περνούσα πολύ χρόνο παίζοντας. Ήμουν καταξιωμένη πιανίστρια στο σχολείο και δεν είχα χάσει ακόμα αυτό το κομμάτι του εαυτού μου κατά την κάθοδό μου στην κόλαση. Αργότερα, όμως, αφού έκανα πολλούς κύκλους ηλεκτροσπασμοθεραπείας…… έχασα τη μνήμη μου σχεδόν για τα πάντα και για κάθε άτομο και, δυστυχώς, επίσης την ικανότητά μου να διαβάζω και να θυμάμαι μουσικές νότες και να παίζω πιάνο. Το να παίξω πιάνο ήταν πάντα ένας τρόπος να εκφράσω τα συναισθήματά μου. Εξακολουθώ να κουβαλάω την ελπίδα ότι μια από αυτές τις μέρες θα παίξω ξανά. Ήταν στο πιάνο που έκανα αργότερα τον όρκο μου στον Θεό… ότι θα βγάλω τον εαυτό μου από την κόλαση κι ότι, μόλις το έκανα, θα ξαναπήγαινα στην κόλαση και θα έβγαζα τους άλλους έξω. Αυτός ο όρκος καθοδηγεί και ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου από τότε». Είναι ενδιαφέρον ότι μια καλή φίλη που είχε κάνει η Linehan στην κλινική, η Sebern Fisher, επίσης έγινε σημαντική ψυχοθεραπεύτρια κι έγραψε ένα βιβλίο για τη νεύρο-ανάδραση (neuro-feedback) και το αναπτυξιακό τραύμα.

Αφού έφυγε από την κλινική όταν ήταν 20 ετών, συνέχισε τις σπουδές της. Απέκτησε M.A. το 1970 και διδακτορικό το 1971, στην κοινωνική και πειραματική ψυχολογία της προσωπικότητας, και στη συνέχεια ανέπτυξε την Διαλεκτική Συμπεριφορική Θεραπεία, η οποία σύμφωνα με την Linehan είναι περισσότερο ένα πρόγραμμα συμπεριφορικής θεραπείας, κι όχι τόσο μια ατομική ψυχοθεραπεία. Η Linehan είναι ερευνήτρια και καθηγήτρια Ψυχολογίας και Επιστήμης Συμπεριφοράς, έχει γράψει πολλά βιβλία και έχει κερδίσει πολλά βραβεία. Εκτός από την εργασία της στην ψυχολογία, είναι επίσης εκπαιδευμένη δασκάλα διαλογισμού Ζεν. Στον πρόλογο του πιο πρόσφατου βιβλίου της: Building a Life Worth Living, ο Dr Allen Frances, ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής και Συμπεριφορικών Επιστημών, γράφει: «Η θεραπεία που δημιούργησε η Marsha ονομάζεται Διαλεκτική Συμπεριφορική Θεραπεία. Η ΔΣΘ / DBT είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για άτομα με έντονες τάσεις αυτοκτονίας και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, συχνά άτομα που έχουν διαγνωστεί με οριακή διαταραχή προσωπικότητας (ένας τρομερός όρος, αλλά φαίνεται ότι έχουμε κολλήσει σε αυτόν). Τον τελευταίο μισό αιώνα υπήρξαν μόνο δύο κλινικοί καινοτόμοι με πραγματικά σημαντική επιρροή στον τομέα της ψυχικής υγείας…… το 2011, οι συντάκτες του περιοδικού Time ονόμασαν την DBT μία από τις 100 πιο σημαντικές νέες επιστημονικές ιδέες της εποχής μας. Το ότι έχει κάνει αυτή τη σημαντική συνεισφορά στην ψυχολογία, έναν τομέα που προηγουμένως κυριαρχούσαν κυρίως άνδρες, αποτελεί απόδειξη όχι μόνο για την πνευματική της δημιουργικότητα αλλά και για την αποφασιστικότητά της να ξεπερνάει όλα τα εμπόδια. Πολλοί άνθρωποι έχουν καλές ιδέες, αλλά δεν έχουν ότι χρειάζεται για να τις φέρουν στον κόσμο. Η Marsha έχει το χάρισμα, την ενέργεια, την προσήλωση και τις οργανωτικές δεξιότητες για να μετατρέψει το όνειρο σε πραγματικότητα. Στους μύθους σε όλο τον κόσμο, οι ήρωες / ηρωίδες πρέπει πρώτα να κατέβουν στον κάτω κόσμο, όπου έρχονται αντιμέτωποι με μια σειρά επικών προκλήσεων που πρέπει να ξεπεραστούν πριν μπορέσουν να επικρατήσουν στο ηρωικό ταξίδι της ζωής τους. Μόλις τα καταφέρουν, επιστρέφουν στη χώρα τους κουβαλώντας κάποιο ιδιαίτερο νέο μυστικό ζωής…».

Υπάρχει πλέον ανάγκη για μια εποικοδομητική κριτική των πρακτικών, των δομών και της εξουσίας στους χώρους της (ψυχικής) υγείας και γενικότερα. Ο David Smail ισχυρίζεται ότι «Δεν μπορεί κανείς να ελπίζει ότι θα κατανοήσει τα φαινόμενα ψυχολογικής δυσφορίας, ούτε να αρχίσει να σκέφτεται τι μπορεί να γίνει για αυτά, χωρίς ανάλυση του τρόπου με τον οποίο η εξουσία κατανέμεται και ασκείται μέσα στην κοινωνία» (αναφέρεται στους MacLachlan, McVeigh, Huss & Mannan , 2019). Ένα άλλο σημείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη, όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενες αναρτήσεις, είναι η αναποτελεσματικότητα μιας βιοϊατρικής κατανόησης της υγείας, του εθισμού και της ψυχικής δυσφορίας που συνεχίζει να κυριαρχεί στον κοινωνικό λόγο και τις πρακτικές. Η Miriam Greenspan αναλύει τρεις γενικούς μύθους μέ τους οποίους λειτουργούν πολλοί επαγγελματίες υγείας όταν εργάζονται με ανθρώπους, ιδιαίτερα με γυναίκες: α) «όλα είναι μέσα στο κεφάλι σου» και με αυτόν τον τρόπο «αποφεύγουν να στρέφουν την προσοχή στους καταπιεστικούς και άδικους στρεσογόνους παράγοντες που εμφανίζονται στο γυναικείο περιβάλλον. χώρους εργασίας, οικογένειες και άλλες σημαντικές διαπροσωπικές σχέσεις». Ο δεύτερος μύθος είναι το ιατρικό μοντέλο της ψυχοπαθολογίας, το οποίο προτείνει ότι «όλος ο συναισθηματικός πόνος μπορεί να αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο που θα αντιμετώπιζε κανείς τα ιατρικά προβλήματα – με ιατρική συνταγή και φάρμακα» και για να επιτευχτεί αυτό αφιερώνεται πολύ λίγος χρόνος στα κοινωνικά πλαίσια και στα προσωπικά προβλήματα. Ο τρίτος μύθος είναι ότι ο γιατρός είναι «The Expert / Η Αυθεντία», ο οποίος διαιωνίζει την ανισορροπία εξουσίας μεταξύ του ασθενούς ή του πελάτη και του επαγγελματία υγείας (αναφέρεται στο βιβλίο των Allen Ivey, Michael D’Andrea και Mary Bradford Ivey, 7η Έκδοση).

Επίσης, πρέπει να θυμόμαστε ότι η πατριαρχία δρα ως μια γενική καταπιεστική δύναμη που ορίζει τις δομές εξουσίας, τον κοινωνικό λόγο και τη διάδοση πληροφοριών αποδεκτής συμπεριφοράς, ιδιαίτερα τη συμπεριφορά κοριτσιών και γυναικών. Υπάρχει πλέον πολύ υλικό σχετικά με το DSM (διαγνωστικό εγχειρίδιο) και την εγκυρότητα ορισμένων διαγνώσεων και ένα μέρος αυτού του υλικού είναι η φεμινιστική κριτική που υποδηλώνει ότι η εμπειρία της καταπίεσης και της ανισότητας των γυναικών έχει παθολογικοποιηθεί εδώ κι αιώνες. Για παράδειγμα, ο θυμός των γυναικών παθολογικοποιείται ανεξαρτήτως περιστάσεων, βίας ή καταπίεσης, ενώ μάλλον ενθαρρύνεται στους άνδρες. Ο Comstock αναφέρεται σε αυτές τις δυναμικές ως «απαγορεύσεις κατά του θυμού»…» (Jean Baker Miller (στο Allen Ivey, Michael D’Andrea & Mary Bradford Ivey). Τα κορίτσια και οι γυναίκες κοινωνικοποιούνται / προγραμματίζονται για συγκεκριμένους ρόλους φύλου από νεαρή ηλικία και συχνά αναμένεται από αυτές να προσαρμοστούν, να μην εκφέρουν γνώμη, να μην ταρακουνούν την βάρκα, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε έντονη ψυχική δυσφορία. Όταν οι γυναίκες εκφράζουν την ανάγκη τους για αυτονομία ή την αγανάκτηση και το θυμό τους χαρακτηρίζονται ως επαναστατημένες, άτακτες ή υστερικές, κλπ. Αυτό αποδυναμώνει τις γυναίκες και οδηγεί στην καταπίεση συναισθημάτων, σε συναισθηματικό μούδιασμα και αποδυνάμωση.

Θα δώσω ένα παράδειγμα από τη δική μου εμπειρία για να διευκρινίσω πώς οι γυναίκες κοινωνικοποιούνται από νωρίς να είναι υπερβολικά ευγενικές και προσαρμοστικές, κι επίσης, πώς υπάρχουν διακριτικοί και λιγότερο διακριτικοί τρόποι με τους οποίους η κοινωνία φιμώνει τις γυναίκες ή υπονομεύει την αίσθηση ασφάλειας. Αυτή η συγκεκριμένη ανάμνηση ήρθε στο μυαλό μου καθώς άκουγα την ψυχοθεραπεύτρια, Marisa Peer, να παρέχει ένα παράδειγμα μιας παρόμοιας εμπειρίας από τη δική της ζωή σε μια ομιλία για το πώς να αναδιατυπώνουμε εμπειρίες και να δίνουμε νέο νόημα στα γεγονότα. Λοιπόν, επιστρέφοντας από κάποιο μάθημα στα τέλη της εφηβείας μου, ένας ψηλός άντρας γύρω στα τριάντα με πολύ κοντά μαλλιά στάθηκε πίσω μου στο τρένο και άρχισε να μου μιλάει. Τον αγνόησα γνωρίζοντας ότι θα κατέβω σε λίγο. Προς έκπληξή μου κατέβηκε κι αυτός κι άρχισε να με ακολουθεί συνεχίζοντας να μιλάει. Δεν ήταν σκοτεινά, ήμουν στη γειτονιά μου, οπότε γύρισα και του ζήτησα να με αφήσει ήσυχη, αλλά με αγνόησε. Καθώς πλησιάζαμε στο σπίτι μου, άρχισα να νιώθω έναν χαμηλής έντασης φόβο, αναρωτιόμουν αν θα με ακολουθούσε μέχρι την εξώπορτα της πολυκατοικίας κι αν τελικά ήταν καλή ιδέα να πάω σπίτι. Όταν τελικά έφτασα στην πόρτα, στάθηκε κοντά μου καθώς προσπαθούσα να ξεκλειδώσω την πόρτα. Ήλπιζα ότι μόλις έκλεινα την πόρτα θα έφευγε, αλλά αυτός κράτησε την πόρτα ανοιχτή και με ακολούθησε. Έμεινα μετέωρη προσπαθώντας να αποφασίσω τι ήταν προτιμότερο, να πάω από τη σκάλα στο μισοσκόταδο ή να πάρω τον ανελκυστήρα. Ο ανελκυστήρας φαινόταν καλύτερη επιλογή και δεν πίστευα ότι θα είχε το θράσος να μπει, αλλά το έκανε. Εν τω μεταξύ, δεν μου πέρασε από το μυαλό να χτυπήσω την πόρτα ενός γείτονα ή να απαιτήσω επιθετικά να ξεκουμπιστεί… γιατί σκεφτόμουν «κι αν γίνει επιθετικός» και «τι θα σκεφτεί ο κόσμος». Παρόλο που θα τελειώσω την ιστορία εδώ, θα πω ότι η παρενόχληση του δεν τελείωσε εκείνη τη μέρα. Υπήρξαν κάποια ακόμη περιστατικά. Τη στιγμή που συνέβη αυτή η ιστορία, δεν μπορούσα ακόμη να ορίσω την εμπειρία ως παρενόχληση ή εκφοβισμό. Δεν είχα το λεξιλόγιο. Την εμπειρία την αναδιατύπωσα πολύ αργότερα. Μόνο εκ των υστέρων συνειδητοποίησα ότι εκτός από μια μη υγιής και σεξιστική συμπεριφορά από την πλευρά του, ήταν ένα παιχνίδι εξουσίας που προκαλούσε φόβο, μια πρακτική όχι και τόσο ασυνήθιστη.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ένα θέμα που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι η ψυχική δυσφορία στην κοινωνία γίνεται κατανοητή κυρίως μέσω ενός βιοϊατρικού φακού. Οι Lafrance και Mckenzie-Mohr (2013) υποστηρίζουν ότι «η δυσφορία είναι ιατρικοποιημένη, κατανοητή ως έκφραση ατομικής δυσλειτουργίας» Επιπλέον, πρέπει κανείς να εξετάσει το ιστορικό και την ανάπτυξη του Διαγνωστικού Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (DSM). Το DSM έχει συμβάλει στην ιατρικοποίηση της κατανόησής μας της ανθρώπινης εμπειρίας και δυσφορίας και έχει καθορίσει τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε για να μιλήσουμε για τη συναισθηματική και ψυχική δυσφορία, τις αντιδράσεις μας σε τραυματικές εμπειρίες κι ακόμη και τις φυσικές ανθρώπινες εμπειρίες όπως το πένθος και τη θλίψη. Στην εργασία τους για το φύλο και τη διάγνωση, που δημοσιεύθηκε το 2008, οι K. Eriksen και V. Kress γράφουν: «…… και οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν πληγωθεί από τα παλαιότερα μη αμφισβητήσιμα διαγνωστικά συστήματα. Στην πραγματικότητα, πολλοί συγγραφείς έχουν επισημάνει τις στιγματιστικές συνέπειες των διαγνωστικών ετικετών. τις ταξικές, σεξιστικές, ρατσιστικές και ομοφοβικές υποθέσεις που είναι ενσωματωμένες στα εγχειρίδια ICD…. και το DSM-IV-TR…….; την προκύπτουσα παθολογικοποίηση συμπεριφορών που μπορεί να είναι φυσικές μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια φύλου. και την υποδιάγνωση προβληματικών συμπεριφορών… Σε αυτό το άρθρο, αναφέρουμε τις ανησυχίες μας σχετικά με τη διάγνωση σε σχέση με το φύλο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την επικράτηση των διαγνώσεων ανά φύλο, τις προκαταλήψεις φύλου στη διάγνωση, τον προβληματικό αντίκτυπο συγκεκριμένων διαγνώσεων στις γυναίκες, και την επίδραση της κοινωνικοποίησης και των κοινωνικών συνθηκών στη διάγνωση…»

Επίσης έχει υπάρξει σημαντική κριτική για τη σχέση μεταξύ ψυχιατρικής και φαρμακευτικής βιομηχανίας, και κατά συνέπεια, την υπερβολική εξάρτηση από τη χρήση φαρμάκων που βέβαια απαιτεί ένα βιοϊατρικό μοντέλο εξήγησης της υγείας και την ανάγκη υπερβολικής παθολογικοποίησης της ανθρώπινης εμπειρίας και αγνόησης των κοινωνικών πλαισίων. Η ψυχιατρική έχει περιγραφεί ως αντιφεμινιστική που συνέβαλε ή συνέπραξε σε πρακτικές που σήμερα θεωρούνται βάρβαρες ή παραβιάσεις δικαιωμάτων. Συνολικά,  πατριαρχικές δομές, αξίες και πεποιθήσεις ανδρών της ανώτερης μεσαίας τάξης και ένα βιοϊατρικό μοντέλο κατανόησης της ψυχικής δυσφορίας έχουν όλα διαποτίσει την ψυχιατρική και την ψυχολογία. Φυσικά, τα πεδία της ψυχικής υγείας δεν μιλούν μια γλώσσα ή με μία φωνή και σημειώνεται πρόοδος καθώς έχει υπάρξει μεγάλη πρόοδος στην επιστήμη, έχουν γίνει νέες έρευνες κι έχουν αναπτυχθεί πιο ολοκληρωμένες προσεγγίσεις. Υπάρχουν πολλές φωνές, υπάρχει μεγαλύτερη διάδοση πληροφοριών, κι επίσης, οι γυναίκες και άλλες περιθωριοποιημένες ομάδες είναι πλέον, στον έναν ή τον άλλο βαθμό μέρος της συζήτησης.

Ειδικότερα, όσον αφορά τη «Διαταραχή Οριακής Προσωπικότητας» υπάρχουν πολλοί πλέον στον τομέα της ψυχολογίας που τη θεωρούν μια χωρίς νόημα ταμπέλα κι επειδή υπάρχει μεγάλη επικάλυψη με το σύνθετο μετά-τραυματικό στρες, προτείνεται ότι αυτή η περιγραφή της εμπειρίας θα ήταν πιο χρήσιμη και θα έριχνε επίσης φως στο γεγονός ότι πολλές σοβαρές ψυχικές ενοχλήσεις ή δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές προέρχονται από τραύματα και εχθρικά περιβάλλοντα. Η ενσωμάτωση της έννοιας του τραύματος θα μπορούσε να απομακρύνει την έμφαση από το άτομο για να συμπεριλάβει το εξωτερικό του περιβάλλον. Εξετάζοντας τη βιβλιογραφία αποκαλύπτεται επίσης ότι υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η ΔΟΠ / BPD είναι μια «διάγνωση με βάση το φύλο», με τις γυναίκες να διαγιγνώσκονται σε πολύ υψηλότερο ποσοστό από τους άνδρες. Προκειμένου να κατανοήσουμε πώς κατασκευάστηκε αυτή η διάγνωση και γιατί οι γυναίκες διαγιγνώσκονται, περίπου εννέα φορές πιο συχνά, είναι απαραίτητο να διερευνήσουμε τη σχέση μεταξύ της πατριαρχίας, της εξουσίας και του κυρίαρχου λόγου σχετικά με την ψυχική δυσφορία. Επίσης, αυτή η έλλειψη εξέτασης των στερεοτυπικών εννοιών του φύλου αφ’ ενός και των συνθηκών ζωής αφ’ ετέρου μπορεί να οδηγήσει σε προκατειλημμένες έρευνες και συμπεράσματα.

Προτείνεται ότι αντί να περιορίσουμε την εμπειρία των γυναικών σε ιατρικά συμπτώματα, υπάρχει βαθιά ανάγκη να αλλάξουμε την καταπιεστική, προκατειλημμένη και παράλογη κοινωνία μας, κι επίσης, να λάβουμε υπόψη την ανατροφή πολλών κοριτσιών σε όλο τον κόσμο και τις επιπτώσεις της καταπίεσης και των κοινωνικών πλαισίων από πολύ νωρίς.  Συμπεριφορές που αναπτύχθηκαν νωρίς για να επιβιώσουν και να προστατεύσουν τον εαυτό  σε συχνά απειλητικά ή ακυρωτικά περιβάλλοντα στη συνέχεια στιγματίζονται στην ενήλικη ζωή και ορίζονται εκτός πλαισίου. Η βιβλιογραφία υποδηλώνει ότι οι γυναίκες που λαμβάνουν την BPD διάγνωση έχουν συχνά βιώσει τραύμα και κακοποίηση, επομένως το να θεωρούνται επιζώσες θα διευκόλυνε τη διαδικασία επούλωσης και την δυνατότητα αλλαγής. Επίσης, τα στοιχεία σχετικά με την αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής είναι αμφιλεγόμενα. Εκτός από την προσέγγιση της Marsha Linehan που αναφέρθηκε παραπάνω, άλλες ψυχοθεραπείες όπως η αφηγηματική θεραπεία και η φεμινιστική θεραπεία έχουν βρεθεί να είναι  αποτελεσματικές στη διερεύνηση θεμάτων φύλου, δομών εξουσίας στην κοινωνία, της θέσης των γυναικών, της δημιουργικότητας, των δυναμικών των σχέσεων και τρόπων ενδυνάμωσης. Η Διαλεκτική Συμπεριφορική Θεραπεία (DBT) έχει τέσσερις συνιστώσες: «ενσυνειδητότητα (έχοντας επίγνωση των συναισθημάτων και της δυσφορίας), ανεκτικότητα στη δυσφορία (ανοχή και αποδοχή δύσκολων καταστάσεων ή συναισθημάτων), συναισθηματική ρύθμιση (χρησιμοποιώντας τεχνικές για τον επαναπροσδιορισμό των σκέψεων και την μετατόπιση συναισθημάτων) και διαπροσωπική αποτελεσματικότητα. Μπορεί επίσης να είναι απαραίτητο να δουλέψει κανείς με το τραύμα παράλληλα με DBT προκειμένου να υπάρξει επούλωση σε βαθύτερο επίπεδο. Η DBT έχει επικριθεί επειδή ίσως αμελεί να δώσει προσοχή στις καταπιεστικές δομές εξουσίας που έχουν συμβάλει στις εμπειρίες ενός ατόμου και στα συστημικά πλαίσια. Η τραυματοθεραπεία μπορεί επίσης να εμποδίσει τις γυναίκες να ασκήσουν κριτική στις ευρύτερες σχέσεις εξουσίας που επηρεάζουν τη ζωή τους. Τελικά, η ενσωμάτωση μιας φεμινιστικής προσέγγισης καθώς και η συστημική θεώρηση της εμπειρίας του ατόμου μπορούν να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα της θεραπευτικής διαδικασίας και της ενδυνάμωσης.

Θα τελειώσω τη συζήτηση αυτού του τεράστιου θέματος εδώ, παρόλο που υπάρχουν πολλά περισσότερα που θα μπορούσε κανείς να αναλύσει.

Θα ήθελα επίσης να μοιραστώ μαζί σας έναν διαλογισμό για όσους διαλογίζονται από την Kara Jewel Lingo, μια δασκάλα διαλογισμού, που ενδιαφέρεται να συνδυάσει την πνευματικότητα και τον διαλογισμό με την κοινωνική δικαιοσύνη. Σε ηλικία είκοσι πέντε ετών μετά τις σπουδές της, μπήκε σε ένα βουδιστικό μοναστήρι και πέρασε δεκαπέντε χρόνια ως μοναχή. Έγινε δασκάλα του Ζεν το 2007. Έχει γράψει κι ένα βιβλίο. Στον συγκεκριμένο διαλογισμό αναφέρει ένα κοινό σύμβολο ενός τροχού στην Ασία με οκτώ ακτίνες και μια τρύπα στο κέντρο ή έναν εσωτερικό τροχό. Αυτή η εικόνα του συχνά τροχού αντιπροσωπεύει τους Οκτώ Ανέμους του Κόσμου που ανέφερα παραπάνω, και που είναι τέσσερα ζεύγη αντιθέτων: ευχαρίστηση και πόνος, έπαινος και κατηγορία, κέρδος και απώλεια, φήμη και ανυποληψία. Φαίνεται σαν μια χρήσιμη μεταφορά για τη ζωή. Όλοι ελπίζουμε γενικά να  λάβουμε τα θετικά πράγματα και φοβόμαστε τα άλλα τέσσερα. Ο τροχός γυρίζει πάντα, ο άνεμος φυσάει πάντα, και λίγο-πολύ όλοι παίρνουμε μια γεύση και των οκτώ εμπειριών σε διαφορετικές μορφές και σε διαφορετικούς βαθμούς.

https://www.youtube.com/watch?v=UXdhEwzCBDQ&t=387s

Τέλος, μερικά άρθρα σχετικά με την διασκέδαση και το παιχνίδι για το καλοκαίρι τόσο για εκείνους που θα έχουν την ευκαιρία να πάνε διακοπές όσο και για εκείνους που δεν θα το κάνουν. Η σχετική έρευνα φαίνεται να αποκαλύπτει ότι «η διασκέδαση / το παιχνίδι είναι ένα ουσιαστικό κλειδί για την ευημερία μας, κάτι που πρέπει να υπερασπιστούμε ενάντια στις καταπατήσεις της δουλειάς και άλλων ευθυνών».

https://corpmail.otenet.gr/?_task=mail&_action=show&_uid=51072&_mbox=INBOX&_safe=1&_caps=pdf%3D0%2Cflash%3D0%2Ctif%3D0

Συναισθήματα…..                                                              Η μετάφραση είναι διαθέσιμη

«Γινόμαστε ελεύθεροι μεταμορφώνοντας τους εαυτούς μας από θύματα που δεν γνωρίζουν το παρελθόν σε υπεύθυνα άτομα στο παρόν, τα οποία έχουν επίγνωση του παρελθόντος κι έτσι μπορούν να ζήσουν με αυτό. Οι περισσότεροι άνθρωποι κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Χωρίς να συνειδητοποιούν ότι το παρελθόν καθορίζει συνεχώς τις παρούσες ενέργειές τους, αποφεύγουν να μάθουν οτιδήποτε για την ιστορία τους. Συνεχίζουν να ζουν στην καταπιεσμένη παιδική τους κατάσταση, αγνοώντας το γεγονός ότι δεν υπάρχει πλέον». (Από  το βιβλίο The Drama of the Gifted Child / Το Δράμα του Προικισμένου Παιδιού της Alice Miller / Στα Ελληνικά ο τίτλος του βιβλίου είναι: Οι Φυλακές της Παιδικής μας Ηλικίας)

Βλέφαρό μου                     

Έλα ύπνε, πάρ’ το / σε μετάξι επάνω βάλ’ το / σιγά

Κι από μέλι γάλα / νά ‘ν’ του ονείρου του η σκάλα πλατιά

Βλέφαρό μου σφαλιστό / αχ! τυχερό μου / Μη χαράζεις άστρο της αυγής / μη μου τρομάζεις.

Νανούρισμα από τον Χρόνη Αηδονίδη και τον Νίκο Κυπουργό: https://www.youtube.com/watch?v=A-HTQb5KA6

Στην προηγούμενη ανάρτηση αναφέρθηκα σε ένα podcast στο οποίο ο Dacher Keltner μιλάει για την εξερεύνηση των προ-κοινωνικών συναισθημάτων όπως: δέος, ευγνωμοσύνη, ενσυναίσθηση, συμπόνια και άλλα, και πώς αυτά συνδέονται με την ικανότητά μας να ζούμε μια ζωή με νόημα, τη σχέση των συναισθημάτων, της ηθικής και της εξουσίας, την δυνατότητα εκείνων που κατά κάποιο τρόπο από την φύση τους μπορούν να αξιοποιήσουν πιο εύκολα την ενσυναίσθηση και τη συμπόνια. Ο Keltner κάνει και μια σύντομη αναφορά στο πώς κατέληξε να ασχοληθεί με τα συναισθήματα στη δουλειά του. Γράφει: «στο χώρο της ψυχολογίας (κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’80) υπήρξε πραγματικά αυτό που ονομάζεται επανάσταση της γνωστικής επιστήμης: το μυαλό είναι ένας υπολογιστής, η διαδικασία είναι πληροφορίες, υπάρχουν οι αλγόριθμοι. Έτσι αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Πραγματικά ένιωσα ότι το συναίσθημα έλειπε στην κατανόηση μας του νου και του σώματος… Υπήρχαν δύο κρίσιμα γεγονότα που μου συνέβησαν. Ο πρώτος είναι η σύμβουλος μου, η Phoebe Ellsworth – η οποία είναι λαμπρή επιστήμονας. Έκανα μια εργασία όπου έδειχνα ότι με μικρές σύντομες αλλαγές στο συναίσθημα, αν νιώθεις λύπη, για παράδειγμα, απλά βλέπεις τον κόσμο διαφορετικά. Είναι σαν να βλέπεις την πραγματικότητα μέσα από κάποιο φακό. Και μετά η δεύτερη μεγάλη μεταμορφωτική εμπειρία… ήταν το ότι μου έδωσε τη δυνατότητα να κάνω μεταδιδακτορικό μετά το διδακτορικό μου στο Στάνφορντ με τον Paul Ekman [πρωτοπόρος στη μελέτη των συναισθημάτων και της σχέσης τους με τις εκφράσεις του προσώπου. Ο Ekman έχει διεξαγάγει θεμελιώδη έρευνα σχετικά με τις συγκεκριμένες βιολογικές συσχετίσεις συγκεκριμένων συναισθημάτων, προσπαθώντας να καταδείξει την καθολικότητα των συναισθημάτων]. Έμαθα από τον Ekman την ευφυΐα του Δαρβίνου και τα απίστευτα θαύματα σχετικά με το πώς εκφράζουμε το συναίσθημα στο σώμα, στο πρόσωπο και στη φωνή…… ο χώρος της ψυχολογίας άρχισε πραγματικά να αλλάζει  με την επανάσταση των συναισθημάτων. Υπήρχαν άνθρωποι όπως ο Jonathan Haidt που υποστήριξαν ότι η αίσθηση της ηθικής, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της φροντίδας, της ισότητας, είναι αρχαίες συναισθηματικές τάσεις που βλέπουμε στα μη ανθρώπινα πρωτεύοντα».

Θα ήθελα να προσθέσω ότι παρόλο που προσωπικά έκανα ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα λίγο περισσότερο από μια δεκαετία πριν, αυτή η υπερβολική έμφαση στη γνωστική μας εμπειρία και στη γνωστική συμπεριφορική θεραπευτική μέθοδο, αποκλείοντας σχεδόν άλλες σημαντικές ανθρώπινες εμπειρίες όπως συναισθήματα, αισθήσεις, πρώιμες εμπειρίες, και πάνω απ ‘όλα, συνθήκες και πλαίσια, ήταν ακόμα σε μεγάλο βαθμό μέρος της όλης ατμόσφαιρας. Ο Keltner μιλά για το πώς έχουν αλλάξει τα πράγματα στο χώρο της ψυχολογίας και σημειώνει πώς η σημασία των συναισθημάτων μας στη ζωή μας μελετάται από επιστήμονες και ερευνητές. Μας λέει ότι: «Άνθρωποι όπως ο Jonathan Haidt που λένε ότι η αίσθηση του νοήματος και του σκοπού στη ζωή μας και το σωστό και το λάθος απορρέουν από το έντερο και τα συναισθήματά μας. Και μετά η νευροεπιστήμη. Υπάρχει μια νέα σκέψη από τον Solms και τους συναδέλφους του ότι η αίσθηση του εαυτού μας και του νοήματος δεν βρίσκονται πραγματικά στον μετωπιαίο φλοιό όπου σκεφτόμαστε τα πράγματα, αλλα στην πραγματικότητα βρίσκονται στον υποφλοιό κάτω από το εγκεφαλικό στέλεχος, στην περιυδραγώγιο φαιά ουσία, η οποία αποδίδει το αίσθημα νοήματος αυτού που βλέπουμε στον κόσμο και έχει τις ρίζες του στο συναίσθημα». Σημειώνει επίσης ότι η ακαδημαϊκή κοινότητα είναι μια έντονα αντιμαχόμενη / ανταγωνιστική διαδικασία που βασίζεται στην αξιολόγηση από ομοτίμους και ότι ό ίδιος έχει βιώσει αντίσταση και πιέσεις για τη δουλειά του. Μας λέει: «… προσπάθησα να είμαι ευγενικός και να μην υπονομεύσω τη δουλειά των άλλων», αλλά αυτό συμβαίνει σε μένα. Πώς μπορώ να παραμείνω κοντά στη φιλοσοφία της καλοσύνης; Είναι μια συνεχής διαδικασία σε εξέλιξη…»

Όσον αφορά τη σημασία των συναισθημάτων στο βιβλίο της, The Drama of the Gifted Child, η Alice Miller γράφει ότι όλα τα παιδιά έχουν μια πρωταρχική ανάγκη από την αρχή της ζωής τους να τα λαμβάνουν υπόψη και να τα σέβονται ως το πρόσωπο που είναι πραγματικά ανά πάσα στιγμή. Διευκρινίζει ότι όταν λέμε «το άτομο που είναι πραγματικά το παιδί ανά πάσα στιγμή», εννοούμε τα συναισθήματα, τις αισθήσεις και την έκφρασή τους από την πρώτη μέρα και μετά. Σε ένα κλίμα σεβασμού και ανοχής συναισθημάτων, το παιδί, στη φάση του χωρισμού, θα μπορέσει να εγκαταλείψει τη συμβίωση με τη μητέρα και να ολοκληρώσει τα βήματα προς την εξατομίκευση και την αυτονομία, που αποτελούν προϋποθέσεις για την υγιή ανάπτυξη. Η πρόσβασή μας στον συναισθηματικό μας κόσμο, η ικανότητά μας να παραμένουμε με τα συναισθήματα και τη γνώση που είναι αποθηκευμένη στο σώμα μας είναι προϋπόθεση για τη θεραπεία, την ανάπτυξη και την αλλαγή. Η Miller ισχυρίζεται ότι η καταστολή του πόνου και των συναισθημάτων της παιδικής ηλικίας δεν επηρεάζει μόνο τη ζωή ενός ατόμου, αλλά και τα ταμπού ολόκληρης της κοινωνίας. Γράφει ότι δεν μπορούμε ποτέ να αναιρέσουμε τη ζημιά που έχουμε υποστεί τα πρώτα χρόνια, αλλά μπορούμε να αλλάξουμε και να κερδίσουμε τη χαμένη μας ακεραιότητα επιλέγοντας να δούμε πιο προσεκτικά τη γνώση που είναι αποθηκευμένη στο σώμα μας και φέρνοντας αυτήν τη γνώση πιο κοντά στην συνειδητή επίγνωσή μας. Και παρόλο που αυτός ο δρόμος δεν είναι ούτε εύκολος ούτε χωρίς πόνο, πιστεύει ότι είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε όλοι να απελευθερωθούμε από τις δυσλειτουργικές πεποιθήσεις, τα καταπιεσμένα συναισθήματα και τις αόρατες φυλακές της παιδικής μας ηλικίας.

Η Miller διευκρινίζει ότι αυτή η αλήθεια και διαδικασία δεν αφορά μόνο με άτομα που είχαν μια πολύ δύσκολη παιδική ηλικία ή άτομα που έχουν επίγνωση των τραυμάτων τους, αλλά κι εκείνους που μπορεί να πιστεύουν ότι είχαν μια καλή παιδική ηλικία. Για παράδειγμα, διερευνά τις ρίζες πολλών κοινών στρατηγικών και συμπεριφορών ενηλίκων, πολλές από τις οποίες θεωρούνται θετικές και μάλιστα επιβραβεύονται κοινωνικά. Γράφει: «Η πρόσβασή τους στον συναισθηματικό κόσμο της παιδικής τους ηλικίας, ωστόσο, είναι μειωμένη —χαρακτηρίζεται από έλλειψη σεβασμού, από καταναγκασμό για έλεγχο και χειραγώγηση και απαίτηση για επιτεύγματα. Πολύ συχνά δείχνουν περιφρόνηση και ειρωνεία, ακόμη και χλευασμό και κυνισμό, για το παιδί που οι ίδιοι ήταν κάποτε. Γενικά, υπάρχει πλήρης απουσία πραγματικής συναισθηματικής κατανόησης ή σοβαρής εκτίμησης των δικών τους παιδικών αντιξοοτήτων, και καμία επίγνωση για τις πραγματικές τους ανάγκες — πέρα ​​από την επιθυμία για επίτευγμα. Η καταστολή της πραγματικής τους ιστορίας είναι τόσο ολοκληρωτική που μπορούν με ευκολία να διατηρήσουν την ψευδαίσθησή μιας καλής παιδικής ηλικίας».

Η Miller συζητά επίσης τις διαδεδομένες ή συνήθεις / mainstream τοξικές παιδαγωγικές μεθόδους όπως το να μην παίρνεις ένα μωρό αγκαλιά ενώ κλαίει για να μην κακομάθει, ή οι πάροχοι υγείας που ενθαρρύνουν προγραμματισμένα ταΐσματα και εκπαιδεύουν τα μωρά να μην ξυπνούν τη νύχτα και ούτω καθεξής, που υπήρξε μέρος της ανατροφής. πολλών γενεών. Ο Mate Gabor περιγράφει τον εσωτερικό συναισθηματικό αγώνα της μητέρας του που προσπαθεί να συμμορφωθεί με τις οδηγίες του γιατρού της και να μην τον ταΐσει ενώ έκλαιγε απελπισμένα ως μωρό. Στο βιβλίο της, Of Woman Born: Motherhood as Experience and Institution / Γεννημένοι από Γυναίκa: Η Μητρότητα ως Εμπειρία και Θεσμός, η Adrienne Rich γράφει: «……αυτή [η μητέρα] αναμένεται, στην πραγματικότητα, να προετοιμάσει τα παιδιά της να εισέλθουν σε αυτό το σύστημα χωρίς επαναστατικότητα ή «κακή προσαρμογή». και να το διαιωνίσουν στην δική τους ενήλικη ζωή. Η πατριαρχία εξαρτάται από τη μητέρα να ενεργεί ως συντηρητική επιρροή, αποτυπώνοντας στους μελλοντικούς ενήλικες πατριαρχικές αξίες ακόμη και σε εκείνα τα πρώτα χρόνια που η σχέση μητέρας-παιδιού μπορεί να φαίνεται πιο ατομική και ιδιωτική. Έχει επίσης εξασφαλιστεί μέσω της τελετουργίας και της παράδοσης ότι η μητέρα θα πάψει, σε κάποιο σημείο, να κρατά το παιδί —ιδίως τον γιο— στην τροχιά της».

Στο κεφάλαιό της, Η Μητέρα ως Φορέας της Κοινωνίας Κατά τα Πρώτα Χρόνια της Ζωής, η Μίλερ λέει ότι τα πράγματα που μας αρρωσταίνουν είναι εκείνα τα πράγματα που δεν μπορούμε να δούμε, οι περιορισμοί της κοινωνίας που έχουμε απορροφήσει μέσα από τα μάτια των γονιών μας. Γράφει: «Καμία ανάγνωση ή μάθηση δεν μπορεί να μας απαλλάξει από αυτά τα μάτια. Για να το θέσω αλλιώς: Πολλοί άνθρωποι που υποφέρουν από σοβαρά συμπτώματα είναι πολύ έξυπνοι. Διάβασαν σε εφημερίδες και βιβλία για τον παραλογισμό της κούρσας των εξοπλισμών, για την εκμετάλλευση μέσω του καπιταλισμού, τη διπλωματική ανειλικρίνεια, την αλαζονεία και τη χειραγώγηση της εξουσίας, την υποταγή των αδυνάτων και την ανικανότητα ατόμων — και έχουν σκεφτεί αυτά τα θέματα. Αυτό που δεν βλέπουν, επειδή δεν μπορούν να το δουν, είναι τους παραλογισμούς που θεσπίσθηκαν από τις ίδιες τις μητέρες τους όταν ήταν ακόμη μικροσκοπικά παιδιά. Η καταπίεση και ο εξαναγκασμός της υποταγής δεν ξεκινά από το γραφείο, το εργοστάσιο ή το πολιτικό κόμμα. ξεκινούν τις πρώτες κιόλας εβδομάδες της ζωής ενός βρέφους. Στη συνέχεια, αυτές οι εμπειρίες θάβονται και είναι στη συνέχεια, λόγω της ίδιας της φύσης τους, απρόσιτες για αμφισβήτηση…». Δεν μπορούμε να το αλλάξουμε αυτό ούτε να αφυπνιστούμε και να δούμε περισσότερη πραγματικότητα έως ότου αντιμετωπιστεί και βιωθεί η πρώιμη πραγματικότητα και ο προγραμματισμός μας. Μόνο τότε, όπως λέει η Miller: «η ανάγκη δημιουργίας νέων ψευδαισθήσεων και αρνήσεων για να αποφευχθεί η εμπειρία αυτής της πραγματικότητας εξαφανίζεται. Τότε συνειδητοποιούμε ότι σε όλη μας τη ζωή φοβόμασταν και παλεύαμε να αποκρούσουμε κάτι που πραγματικά δεν μπορεί να συμβεί πια. έχει ήδη συμβεί, στην αρχή της ζωής μας, ενώ ήμασταν εντελώς εξαρτημένοι….. για να απελευθερωθούμε από αυτά τα πρότυπα χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από μια πνευματική επίγνωση: χρειαζόμαστε μια συναισθηματική αντιπαράθεση με τους γονείς μας σε έναν εσωτερικό διάλογο». Άρα, πρέπει να νιώθουμε τα συναισθήματά μας και αυτό δεν είναι ούτε εύκολο ούτε ενθαρρύνεται σε μια φοβική κοινωνία σε σχέση με τα συναισθήματα.

Σε σχέση με το πώς οι κοινωνικές δομές και τα πλαίσια παρεμβαίνουν στη σχέση και τον δεσμό μητέρας-παιδιού, η Miller εστιάζει και στις πρακτικές τοκετού-γέννας στη Δύση. Τονίζει την ανάγκη να μην χωρίζονται οι μητέρες από τα νεογέννητά τους, κάτι που εξακολουθεί να είναι κοινή πρακτική σε πολλά νοσοκομεία και μαιευτήρια. Η Μίλερ γράφει: «Αν μια γυναίκα θέλει να δώσει στο παιδί της ότι θα χρειαστεί σε όλη του τη ζωή, είναι απολύτως θεμελιώδες να μην αποχωριστεί από το νεογέννητό της, γιατί οι ορμόνες που καλλιεργούν και θρέφουν το μητρικό της ένστικτο απελευθερώνονται αμέσως μετά τη γέννηση και συνεχίζουν. τις επόμενες μέρες και εβδομάδες καθώς εξοικειώνεται περισσότερο με το μωρό της  Όταν ένα νεογέννητο χωρίζεται από τη μητέρα του— που ήταν ο κανόνας πριν από λίγο καιρό στα μαιευτήρια και εξακολουθεί να συμβαίνει στην πλειονότητα των περιπτώσεων, από άγνοια και για χάρη της ευκολίας — τότε χάνεται μια μεγάλη ευκαιρία τόσο για τη μητέρα όσο και για το παιδί. Ο δεσμός (μέσω της επαφής με το δέρμα και τα μάτια) μεταξύ μητέρας και μωρού μετά τη γέννηση διεγείρει και στους δύο την αίσθηση ότι ανήκουν μαζί, ένα αίσθημα ενότητας που ιδανικά αναπτύσσεται από τη στιγμή της σύλληψης. Στο βρέφος δίνεται η αίσθηση ασφάλειας που χρειάζεται για να εμπιστευτεί τη μητέρα του και η μητέρα λαμβάνει την ενστικτώδη διαβεβαίωση που θα τη βοηθήσει να κατανοήσει και να απαντήσει στα μηνύματα του παιδιού της. Αυτή η αρχική αμοιβαία οικειότητα δεν μπορεί να δημιουργηθεί ποτέ ξανά και η απουσία της μπορεί να αποτελέσει σοβαρό εμπόδιο από την αρχή». Στο βιβλίο που ανέφερα παραπάνω, η Adrienne Rich παρέχει μια πολύ πιο εκτεταμένη ιστορική και πολιτική ανάλυση της εξέλιξης των πρακτικών τοκετού-γέννας σε ιστορικά πλαίσια, ειδικά στη Δύση, και των συνεπειών τόσο για τις γυναίκες όσο και για τα παιδιά.

Η Miller αναλύει τα οφέλη της υποστήριξης του δεσμού μητέρας – παιδιού από τις πρώτες στιγμές. Γράφει: «Μια γυναίκα που έχει βιώσει το δέσιμο με το παιδί της θα διατρέχει λιγότερο κίνδυνο να το κακομεταχειριστεί και θα είναι σε καλύτερη θέση να το προστατεύσει από την κακομεταχείριση από τον πατέρα και άλλους φροντιστές, όπως δασκάλους και μπέιμπι σίτερ. Ακόμη και μια γυναίκα, της οποίας το δικό της καταπιεσμένο ιστορικό ευθύνεται για την έλλειψη δεσμού με το παιδί της, μπορεί αργότερα να το βοηθήσει να ξεπεράσει αυτό το έλλειμμα, αν καταλάβει τη σημασία του. Θα είναι επίσης σε θέση να αντισταθμίσει τις συνέπειες μιας δύσκολης γέννας, εάν δεν ελαχιστοποιήσει τη σημασία τους και γνωρίζει ότι ένα παιδί που υπέστη βαρύ τραυματισμό στην αρχή της ζωής του θα έχει ιδιαίτερη ανάγκη φροντίδας και προσοχής για να ξεπεράσει τους φόβους που προκύπτουν από πιο πρόσφατες εμπειρίες».

Αυτή τη στιγμή διαβάζω το Secrets of the Sprakkar, που είναι μια αρχαία ισλανδική λέξη που σημαίνει εξαιρετικές ή καταπληκτικές γυναίκες, της Eliza Reid, την Καναδή σύζυγο του προέδρου της Ισλανδίας, η οποία θεωρείται η καλύτερη χώρα του πλανήτη για τις γυναίκες από άποψη δικαιωμάτων και την ισότητα των φύλων. Η  Reid περιγράφει τον τρόπο διαχείρισης όλης της προ-γεννητικής φροντίδας στην Ισλανδία από μαίες και όχι από γιατρούς και τη σκανδιναβική προσέγγιση της εγκυμοσύνης και του τοκετού επειδή η εγκυμοσύνη θεωρείται μια συνηθισμένη και φυσική κατάσταση και εκτεταμένη έρευνα δείχνει ότι σε εγκυμοσύνες χαμηλού κινδύνου, λαμβάνουν χώρα λιγότερες ιατρικές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια των τοκετών με μαία από αυτές που υποβάλλονται από γιατρό. Η Ισλανδία έχει επίσης ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά καισαρικής τομής των χωρών με τα υψηλότερα εισοδήματα, με περίπου 16 τοις εκατό όλων των γεννήσεων και μερικά από τα καλύτερα συνολικά αποτελέσματα όσον αφορά τις γεννήσεις στον κόσμο. Γράφει: «Η Ισλανδία κάνει πολλά πράγματα καλά σε σχέση με το να κάνουμε μωρά. Δίνεται έμφαση στη φυσική διαδικασία της γέννας, από απαλό φωτισμό στις αίθουσες τοκετού έως πολλές επιλογές ανακούφισης από τον πόνο πριν εγκριθεί (μερικές φορές μόνο και διστακτικά) η επισκληρίδιος … Στις περισσότερες απλές γεννήσεις, κανείς δεν βιάζεται να αφαιρέσει το  μωρό προκειμένου να καταγράφει λεπτομέρειες όπως το μήκος και το βάρος, αφήνοντας το βρέφος να ξεκουράζεται και να ζεσταίνεται στο στήθος της μητέρας του».

Από την κούνια μέχρι το θάνατο οι εμπειρίες μας είναι εν μέρει κοινωνικά κατασκευασμένες και καθορισμένες. Η ίδια η Eliza Reid είναι η βιολογική μητέρα τεσσάρων παιδιών, κάτι που ποτέ δεν είχε προβλέψει. Γράφει: «Αν έμενα στον Καναδά, αμφιβάλλω ότι θα ήμουν τόσο παραγωγική σε απογόνους. Αλλά στην Ισλανδία, κατά κάποιο τρόπο, φαινόταν τόσο εύκολο…. Εδώ, η ολοκληρωμένη προγεννητική φροντίδα από τη μαία είναι δωρεάν. ακόμη και οι ονομαστικές αμοιβές που συνήθως συνοδεύουν τα ιατρικά ραντεβού και τις διαδικασίες στην Ισλανδία παραλείπονται. Ο σύζυγός μου και εγώ πήραμε αρκετούς μήνες γονική άδεια, κατά τη διάρκεια των οποίων λαμβάναμε πληρωμές από την κυβέρνηση. Όταν επιστρέψαμε στη δουλειά μας με πλήρες ωράριο, τα παιδιά μας τα φρόντιζαν πρώτα μια εξουσιοδοτημένη παιδοκόμος και μετά σε ένα νηπιαγωγείο πέντε λεπτά με τα πόδια από το σπίτι μας, και τα δύο επιδοτήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την πόλη του Ρέικιαβικ. Με αυτά τα υποστηρικτικά συστήματα σε ισχύ, δεν χρειαζόταν να δώσουμε προτεραιότητα σε οικονομικά ζητήματα όταν αποφασίζαμε το μέγεθος της οικογένειάς μας».

Σε συλλογικό επίπεδο, η διαδικασία απόκτησης συναισθηματικής επίγνωσης είναι σημαντική γιατί, όπως γράφει η Miller, η βίωση των νόμιμων συναισθημάτων μας απελευθερώνει, όχι μόνο λόγω της εκκένωσης μακροχρόνιων εντάσεων στο σώμα, αλλά κυρίως επειδή ανοίγει τα μάτια μας στην πραγματικότητα του παρελθόντος και του παρόντος. και μας ελευθερώνει από ψέματα και ψευδαισθήσεις, μας βοηθά να αποκαλύψουμε καταπιεσμένες / θαμμένες αναμνήσεις και να διαλύσουμε τα συνακόλουθα συμπτώματα. Η διαδικασία αυτή ενδυναμώνει χωρίς να είναι καταστροφική. Τα καταπιεσμένα συναισθήματα μπορούν να επιλυθούν μόλις γίνουν αισθητά και κατανοητά, και στη συνέχεια η ανάγκη να αποδιοπομπαίους τράγους ή η προβολή οργής, και η περιφρόνηση ή το μίσος προς άλλους διαλύεται. Γράφει: «Το μέλλον της δημοκρατίας και της δημοκρατικής ελευθερίας εξαρτάται από την ικανότητά μας να κάνουμε αυτό ακριβώς το βήμα και να αναγνωρίσουμε ότι είναι απλώς αδύνατο να αγωνιστούμε επιτυχώς ενάντια στο μίσος έξω από εμάς, ενώ αγνοούμε τα μηνύματά του μέσα μας. Πρέπει να γνωρίζουμε και να χρησιμοποιούμε τα εργαλεία που είναι απαραίτητα για την επίλυσή. Πρέπει να νιώσουμε και να κατανοήσουμε την πηγή και τη νομιμότητά των συναισθημάτων μας. Δεν έχει νόημα να επικαλούμαστε την καλή μας θέληση, την καλοσύνη μας και το κοινό πνεύμα αγάπης, εφόσον ο δρόμος για να ξεκαθαρίσουμε τα συναισθήματά μας είναι φραγμένος…. Η κακομεταχείριση, η ταπείνωση και η εκμετάλλευση των παιδιών είναι η ίδια παγκοσμίως, όπως και τα μέσα αποφυγής της ανάμνησής του. Άτομα που δεν θέλουν να μάθουν τη δική τους αλήθεια συνωμοτούν με την άρνηση της κοινωνίας στο σύνολό της, αναζητώντας έναν κοινό «εχθρό» πάνω στον οποίο θα εκτονώσουν την καταπιεσμένη οργή τους».

Αλλοτρίωση                                                              Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί

«Αν θέλετε να καταπιέσετε τους ανθρώπους, περιορίστε την αίσθηση του δυνατού…» Rick Hanson

«Η καλοσύνη, η θυσία και το «τζεν» που συνθέτουν υγιείς κοινότητες έχουν τις ρίζες τους σε μια δέσμη νεύρων που παράγει συμπεριφορές φροντίδας για πάνω από 100 εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης των θηλαστικών». Dacher Keltner

«Η κοινωνία μας αρνείται την αυτονομία και το νόημα…» Gabor Mate

«Στο βαθμό που η αλλοτρίωση κάνει τον άνθρωπο διαφορετικό από αυτό που έπρεπε να είναι και στο βαθμό που η συμπεριφορά του ανθρώπου είναι επιβεβλημένη…… αυτός ο αλλοτριωμένος άνθρωπος γίνεται αντικείμενο, ένα απλό πράγμα γι’ αυτόν που επιβάλλει την αλλοτρίωση….» (Κάρλος Καστίγια Ντελ Πίνο, Η Αλλοτρίωση της Γυναίκας, 1978, Εκδόσεις Οδυσσέας)

Στην σημερινή ανάρτηση περιλαμβάνω τον τρίτο πίνακα και μέρος μιας σειράς που δουλεύω αυτό το καλοκαίρι, καθώς και συνδέσμους για podcast / ομιλίες – πολλές ιδέες και τροφή για σκέψη.

Το πρώτο podcast: https://www.rickhanson.net/beingwellpodcastrediscoveringyourtrueselfparentificationandthegiftedchild/, έχει τίτλο Rediscovering Your True Self: Parentification and the Gifted Child”/ Ανακαλύπτοντας ξανά τον αληθινό σου εαυτό: Γονεοποίηση του παιδιού και το «Χαρισματικό Παιδί». Ο Δρ Rick Hanson και ο γιος του Forrest Hanson συζητούν θέματα σχετικά με το πολύτιμο και κλασικό βιβλίο της Alice Miller, The Drama of the Gifted Child (Το Δράμα του Προικισμένου Παιδιού), το οποίο  διαβάσα ξανά μετά από πολλά χρόνια λίγες μέρες πριν ακούσω το σχετικό podcast. Μάλλον θα επανέλθω στο βιβλίο σε επόμενη ανάρτηση, εκτός κι αν προκύψει κάποια άλλη ιδέα ή θέμα. Πολλά θέματα θίγονται σε αυτό το podcast. Ο Forrest ξεκινά λέγοντας ότι «όταν ένα παιδί είναι ιδιαίτερα συναισθηματικά ευφυές κι ένας γονέας είναι ιδιαίτερα ευάλωτος συναισθηματικά, μπορεί να συμβεί μια αντιστροφή της τυπικής σχέσης όπου το παιδί αφοσιώνεται στην κάλυψη των αναγκών του γονέα και όχι το αντίστροφο», με άλλα λόγια μπορεί να λάβει χώρα μια διαδικασία που ονομάζεται γονεοποίηση, και η οποία συχνά μπορεί να οδηγήσει τα παιδιά να χάσουν την επαφή με τις δικές τους επιθυμίες κι ανάγκες και τον αυθεντικό εαυτό τους και σε συναισθήματα αναξιότητας και αυτο-αποξένωσης στην ενήλικη ζωή. Σε αυτό το επεισόδιο ο Rick και o Forrest Hanson εξερευνούν πώς μπορούμε να επουλωθούμε από τις επιπτώσεις αυτών των δύσκολων μεν αλλά σχετικά συνηθισμένων πρώιμων εμπειριών και να ανακαλύψουμε ξανά ποιοι είμαστε πραγματικά. Αγγίζουν θέματα όπως: αυτοπροσδιορισμός έναντι ορισμού του εαυτού μέσω μιας σχέσης / ων, διαγενεακά μοτίβα, συσσώρευση λεπτών μορφών γονεοποίησης με την πάροδο του χρόνου, πιο υγιείς και λιγότερο υγιείς δυναμικές  αγάπης, φιλοδοξίας και εξουσίας στα στυλ ανατροφής, την ανάγκη να αφήσουμε τις εξιδανικευμένες εκδοχές της παιδικής μας ηλικίας και να δημιουργήσουμε μια πιο συνεκτική και πιο ρεαλιστική αφήγηση, και το πένθος ως μια διαδικασία που διευκολύνει την ελευθερία και την ανάκτηση της αληθινής μας φύσης.

Στο δεύτερο podcast (https://resources.soundstrue.com/transcript/awe-and-a-meaningful-life/) ο Δρ Dacher Keltner (καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ, ιδρυτικός διευθυντής του Greater Good Science Center και συγγραφέας) και η Tami Simon μιλούν για την εξερεύνηση των προκοινωνικών συναισθημάτων όπως: δέος, ευγνωμοσύνη, ενσυναίσθηση, συμπόνια και άλλα, και πώς συνδέονται με την ικανότητά μας να ζούμε μια ζωή με νόημα. Μιλούν για τη μελέτη των συναισθημάτων του Κάρολου Δαρβίνου και πώς η «επιβίωση του πιο καλού -ευγενικού» μπορεί να είναι πιο αληθινή από την «επιβίωση του πιο δυνατού», για το ένστικτο της συμπάθειας, τη σύνδεση μεταξύ συναισθημάτων, την ηθική και την εξουσία, την ανάγκη να κάνουμε την καλοσύνη βασική μας αρχή, η οποία παρεμπιπτόντως είναι η βασική αρχή σε όλους τους πολιτισμούς. Μιλούν επίσης για τους «vagal superstars» και την πρακτική της συμπόνιας. την ανάγκη να τεθούν υγιή όρια προκειμένου να αποφευχθεί δυσφορία ή εξάντληση από την υπερβολική ενσυναίσθηση, την δημιουργία θετικών αλλαγών στο σύστημα υγείας και περίθαλψης και την επιλογή προ-κοινωνικών συναισθημάτων σε στρεσογόνες καταστάσεις και δύσκολα και σκληρά περιβάλλοντα, όπως τα νοσοκομεία, για παράδειγμα. Σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο οι πάροχοι υγείας μπορούν να αντιμετωπίσουν την ενσυναίσθηση, ο Keltner λέει ότι πρέπει να προσέχουν την υπερβολική γνήσια ενσυναίσθηση, να θυμούνται τους λόγους που βρίσκονται εκεί, να ονομάζουν το συναίσθημα, να το διαχωρίζουν και να βρίσκουν βούληση σε αυτή την επίγνωση. Προσθέτει επίσης ότι «οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης έχουν τεράστια δύναμη. Μπορεί να μην το συνειδητοποιούν, αλλά διαμορφώνουν τη ζωή πολλών ανθρώπων. Πρέπει να θυμόμαστε ποιες είναι οι ανησυχίες του άλλου ατόμου, ποιες είναι οι δικές μας και πώς μπορούμε να νοιαζόμαστε για αυτές τις ανησυχίες και να αρχίσουμε να προσέχουμε αυτά τα όρια». Επικεντρώνονται επίσης στην εμπειρία και την επιστήμη του δέους, που φαίνεται να είναι καλό για το σώμα, μειώνει τη φλεγμονή, ανεβάζει τον τόνο του πνευμονογαστρικού, μειώνει την ενεργοποίηση της αμυγδαλής, «δίνει μυς στη σκέψη μας, μας κάνει πιο ενδελεχείς και πιο ολιστικούς στη σκέψη μας… ..και μας βοηθά να παίρνουμε την ευρύτερη εικόνα υπόψη μας, μειώνει τη νευρωτική γκρίνια, μας επιτρέπει να δούμε τη μεγαλύτερη δημιουργική εικόνα.»

Στην τρίτη ομιλία: https://www.youtube.com/watch?v=ajo3xkhTbfo  ο Δρ Gabor Mate, γιατρός και συγγραφέας, βασιζόμενος στην επιστημονική έρευνα και την προσωπική εμπειρία δεκαετιών ως ασκούμενος ιατρός, συζητά το ρόλο που παίζουν το στρες, τα συναισθήματα και το περιβάλλον  σε μια σειρά από ασθένειες και την αναποτελεσματικότητα της θεραπείας των συμπτωμάτων και των οργάνων του ασθενή χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ολόκληρο το άτομο και το περιβάλλον του.

Τέλος, στην τέταρτη ομιλία: https://www.youtube.com/watch?v=tef5_HK5Zlc  ο Δρ Gabor Mate μιλά για το πώς έχουμε τώρα πολλές επιστημονικές αποδείξεις ότι οι αντιξοότητες της παιδικής ηλικίας μπορούν να δημιουργήσουν επιβλαβή επίπεδα στρες, ειδικά εάν το παιδί αφήνεται να διαχειρίζεται τις αντιδράσεις του σε αυτές τις αντιξοότητες χωρίς υποστηρικτικές συναισθηματικά αξιόπιστες σχέσεις. Ξεκινά με την έννοια της αλλοτρίωσης από τον εαυτό μας, τη δουλειά, τους άλλους και τη φύση. Εξερευνά το θέμα του τραύματος ως αποσύνδεση από τον εαυτό κι εξηγεί γιατί οι σχέσεις είναι κεντρικές για την πρόληψη και την αποκατάσταση του τραύματος. Ένα άλλο ενδιαφέρον και ελπιδοφόρο γεγονός σε σχέση με αυτήν την ομιλία είναι ότι η Σκωτία βρίσκεται στη μέση ενός αυξανόμενου κινήματος που στοχεύει στην αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με τις Δυσμενείς Εμπειρίες της Παιδικής Ηλικίας (ACEs). Το όραμά τους για ένα έθνος που έχει συνείδηση και γνώση των ACEs (ACE Aware Nation) και των επιπτώσεων τους, είναι ότι τα 5 εκατομμύρια πολίτες της Σκωτίας θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες προκειμένου να εξερευνήσουν τρόπους πρόληψης και θεραπείας των επιπτώσεων του παιδικού τραύματος. Θα μπορούσε αυτό να είναι ένα όραμα για όλες τις χώρες; Ο Gabor αναλύει επίσης τα διάφορα μοντέλα ασθένειας και εθισμού για να δείξει πώς μια πιο σύνθετη και ολιστική οπτική γωνία είναι περισσότερο θεμελιωμένη στην πραγματικότητα και πιο αποτελεσματική στην υποστήριξη της υγείας των ανθρώπων