Μέρος δεύτερο                                                    Η μετάφραση ολοκληρώθηκε

Αρχική Ανυπακοή βασισμένη σε αρχές και η Γιορτή της Μητέρας….

«Βρείτε χρόνο στη ζωή σας για να ακούσετε τη δική σας φωνή. Μην την αφήσετε να πνιγεί από άλλους. Η φωνή σας είναι δική σας και μόνο δική σας. Μείνετε σε επαφή μαζί της και χρησιμοποιήστε την»  Maria Kennedy Shriver

“Η τέχνη δεν είναι παιχνίδι για αργόσχολους. Είναι αστραπή , είναι πόνος, είναι γέννα” (από τις χειρόγραφες σημειώσεις της Βάσως Κατράκη)

Το πρώτο μέρος της σημερινής ανάρτησης βασίζεται στο βιβλίο του Todd Kashdan σχετικά με την ανυπακοή που βασίζεται σε αρχές, The Art of Insubordination. Σε αυτό το δεύτερο μέρος επικεντρώνομαι εν συντομία σε μερικούς από τους τρόπους που μπορούν να μας βοηθήσουν να επιφέρουμε προσωπικές και κοινωνικές αλλαγές. Μοιράζομαι επίσης ένα απόσπασμα από ένα κομμάτι που έγραψε ο Todd Kashdan για την Ημέρα της Μητέρας. Το επέλεξα για τον τίτλο του, κι επίσης, επειδή σχετίζεται με τα θέματα του βιβλίου και της σημερινής ανάρτησης όπως: η πνευματική ταπεινοφροσύνη κι η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων με βάση ξεπερασμένες ή μεροληπτικές υποθέσεις, πρακτικές και συμπεριφορές. Τέλος, συνοδεύω αυτήν την ανάρτηση με εικόνες σχετικές με τη μητρότητα από τη Βάσω Κατράκη (1914 – 1988) την κορυφαία Ελληνίδα χαράκτρια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Άρχισε να χαράζει σε ξύλο κατά τη διάρκεια της κατοχής, αργότερα δημιούργησε εικονογραφήσεις βιβλίων και χαρακτικά των καθημερινών σκηνών των ανθρώπων και των τοπίων της πατρίδας της. Στη δεκαετία του ’50 άρχισε να χαράζει σε ψαμμίτη χρησιμοποιώντας μια πρωτότυπη τεχνική που κέρδισε διεθνή αναγνώριση. Οι πίνακες και τα χαρακτικά της καταγράφουν τις έντονες δυσκολίες του ελληνικού λαού κατά τη διάρκεια και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1967 εξορίστηκε σε ένα άγονο νησί, από τη στρατιωτική χούντα την ημέρα που ανέλαβε την εξουσία. Πέρασε εννιάμιση μήνες στο νησί, όπου οι εξόριστοι υπέφεραν από πείνα, δίψα και ξυλοδαρμούς κι αποφυλακίστηκε το 1968 μετά από διεθνείς πιέσεις. Επιστρέφοντας στην τέχνη της αυτόν τον Μάιο συγκινήθηκα, κι επίσης θυμήθηκα ότι δύο κορνιζαρισμένες αφίσες των χαρακτικών της ήταν κρεμασμένες στους τοίχους όλων των χώρων που έζησα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας των είκοσι μου.

A. Παράγοντες που μπορούν να υποστηρίξουν την ανυπακοή βασισμένη σε αξίες και την αλλαγή

Ο Kashdan αναφέρεται σε έρευνες που υποδηλώνουν ότι ένας βασικός παράγοντας που μπορεί να υποκινήσει την αλλαγή είναι η ευέλικτη συνέπεια. Γράφει ότι οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι μπορούν να υποκινήσουν την αλλαγή πιο εύκολα εάν είναι συνεπείς σε αυτό που λένε, χωρίς να είναι υπερβολικά άκαμπτοι. Για παράδειγμα, το 1994 η Δρ. Wendy Wood και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν ένα στατιστικό εργαλείο για να συνθέσουν 143 πειράματα, που εξέταζαν την ικανότητα των μειονοτήτων να ασκούν επιρροή και βρήκαν ότι το καλύτερο πράγμα που μπορούσαν να κάνουν οι άνθρωποι ήταν να παρουσιάσουν ένα συνεπές μήνυμα, με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, το να είναι κανείς συνεπής δεν αρκεί. Πρέπει επίσης να μεγιστοποιήσουμε τις δυνατότητες επιρροής του μηνύματός μας. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι να δουλέψουμε από τα μέσα προς τα έξω, επειδή το κοινό είναι πιο πιθανό να ακούσει το μήνυμά μας εάν μας βλέπει ως μέλος της ομάδας του ή ως κάποιον που μοιράζεται μια κοινή ταυτότητα ή κοινό ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, σε μια μελέτη, οι συμμετέχοντες φοιτητές αφιέρωσαν περισσότερο χρόνο στην επεξεργασία ενός μηνύματος και συγκράτησαν περισσότερες πληροφορίες εάν πίστευαν ότι το έγραψαν μειονότητες από τη δική τους ομάδα. Φαίνεται ότι οι μειονότητες έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες επιρροής, εάν διατυπώσουν πώς υπάρχει μια κοινή ταυτότητα μεταξύ αυτών και του κοινού τους. Ο Kashdan γράφει: «Όταν κάποιος σε μια ομάδα σκέφτεται διαφορετικά από τους υπόλοιπους, οι διαφωνούντες προκαλούν μια σπίθα περιέργειας στην πλειοψηφία. Δύο ερωτήσεις αναδύονται στο μυαλό του κοινού τους: «Γιατί αυτό το άτομο σκέφτεται διαφορετικά από εμάς;» και «Τι πληροφορίες έχει αυτό το άτομο που δεν έχουμε εμείς;» Και παρόλο που βραχυπρόθεσμα, η απόκλιση μπορεί να προκαλέσει ένταση ή σύγκρουση στην ομάδα, μπορεί επίσης να στρέψει την προσοχή σε νέες ιδέες, σε ανεπίλυτα προβλήματα ή σε μια ευρύτερη λίστα επιλογών.

Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να πυροδοτήσουμε την περιέργεια του κοινού μας και όχι τον φόβο του. Αν τρομάξουμε ή αποξενώσουμε τους ανθρώπους, όσο αληθινή ή σπουδαία κι αν είναι μια ιδέα, δεν θα τραβήξει την προσοχή των ανθρώπων. Όταν εξετάζουμε τις παρουσιάσεις μας, είναι σημαντικό να σκεφτόμαστε το κοινό μας, να του δείχνουμε σεβασμό και να κατανοούμε τους φόβους και τις ανάγκες του. Ο Kashdan παρέχει ένα παράδειγμα για να επιβεβαιώσει αυτό το σημείο. Μας διηγείται την ιστορία του Δρ Ignaz Semmelweis, γνωστός ως πρωτοπόρος των αντισηπτικών διαδικασιών, ο οποίος το 1847, όταν η ιατρική επιστήμη δεν γνώριζε πολλά για τα μικρόβια ασχολήθηκε με το πρόβλημα της επιλόχειας λοίμωξης, τη μάστιγα των μαιευτηρίων σε όλη την Ευρώπη, και υποστήριξε ότι το απλό πλύσιμο των χεριών μπορούσε να αποτρέψει πολλές μαιευτικές επιπλοκές και την αυξημένη θνησιμότητα. Το ενδιαφέρον γεγονός είναι ότι οι γιατροί το δοκίμασαν και το ποσοστό θνησιμότητας των ασθενών μειώθηκε δραματικά, και μετά το τραγικό ήταν ότι κανείς δεν έδωσε σημασία. Θα περνούσε ένας ακόμη αιώνας προτού το ιατρικό επάγγελμα υιοθετήσει το πλύσιμο των χεριών ως τυπικό πρωτόκολλο. Ο Kashdan γράφει ότι ο Δρ. Semmelweis είχε υποθέσει ότι τα δεδομένα και τα ισχυρά επιχειρήματα ήταν αρκετά για να πείσουν το εσφαλμένο κατεστημένο, αλλά αυτό δεν συνέβη. Προτείνει λοιπόν ότι ως ανυπότακτοι με αξίες, δεν πρέπει να ντροπιάζουμε, να κατηγορούμε ή να ακρωτηριάζουμε τους υποστηρικτές του status quo, αλλά να υιοθετούμε μια συμφιλιωτική προσέγγιση και φιλικό τόνο.

Έναν τρίτο παράγοντα που πρέπει να έχουμε κατά νου είναι η αντικειμενικότητα. Πάντα είμαστε πιο πειστικοί όταν οι ισχυρισμοί που κάνουμε και οι ιδέες που προτείνουμε φαίνονται αντικειμενικές και επαληθεύσιμες. Η συμπερίληψη επιστημονικών και ερευνητικών ευρημάτων και άλλου είδους υποστηρικτικού υλικού στις παρουσιάσεις μας αυξάνει τις πιθανότητές μας να επηρεάσουμε ή να πείσουμε τους άλλους. Τα ευρήματα της έρευνας υποδηλώνουν ότι όταν ένα επιχείρημα φαίνεται αντικειμενικό και βασισμένο σε στοιχεία, τείνουμε να ανοίγουμε το μυαλό μας σε αυτό, αλλά όταν το αντιλαμβανόμαστε ως υποκειμενικό,  είμαστε λιγότερο ανοιχτόμυαλοι. Το τέταρτο πράγμα που συζητά ο Kashdan είναι η ανάγκη οι ανυπότακτοι /ες ή οι διαφωνούντες και διαφωνούσες να προβάλουν τη θαρραλέα αυτοθυσία τους επειδή οι άνθρωποι μπορούν να καταλάβουν πόσο τρομακτικό είναι να αμφισβητούν δημόσια το status quo. Τα άτομα που μιλούν ανοιχτά ή προωθούν ιδέες που αμφισβητούν το κατεστημένο είναι πολύ πιθανόν να υποστούν κοινωνικό κόστος και δίωξη λόγω της βαθιάς δέσμευσης που νιώθουν για τον σκοπό τους. Ο Kashdan γράφει: «Η ζωή ενός επαναστάτη μπορεί να είναι πραγματικά χάλια. Αλλά υπάρχει μια θετική πλευρά: όταν προσπαθούν να πείσουν τους ανθρώπους ότι οι ιδέες τους έχουν αξία, οι αμφισβητούντες μπορούν να μετατρέψουν προς όφελός τους το ψυχολογικό τίμημα που υποφέρουν και τους κοινωνικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν. … Οι επαναστάτες μπορούν να αλλάξουν τις αντιλήψεις, συμμετέχοντας στη λεγόμενη σηματοδότηση θάρρους, στην οποία οι προσωπικές θυσίες και το κόστος του να ξεχωρίζεις από το πλήθος γίνονται ορατά».

Η στρατολόγηση αξιόπιστων συμμάχων είναι επίσης χρήσιμη όταν προσπαθούμε να αλλάξουμε τον κόσμο ή κάποια μικρή πτυχή του, επειδή χρειαζόμαστε υποστήριξη στις δύσκολες στιγμές. Ο Kashdan γράφει ότι πρέπει να είμαστε διακριτικοί σχετικά με το ποιον επιλέγουμε κι η επιστήμη προτείνει ότι θα ήταν καλύτερα να αναζητήσουμε συμμάχους που μπορούν να ενισχύσουν τις διανοητικές και συναισθηματικές μας ικανότητες, να συνεισφέρουν διορατικότητα και σοφία, να μας βοηθήσουν να λύσουμε προβλήματα και να διευρύνουμε την αίσθηση του εαυτού μας. Μερικοί άνθρωποι μάς αφήνουν φορτισμένους /ες αφού περάσουμε χρόνο μαζί τους κι άλλοι εξαντλούν την ενέργειά μας σε σημείο που, όπως το θέτει ο Kashdan, θέλουμε να κουλουριαστούμε και να αποφύγουμε το ανθρώπινο είδος.  Περαιτέρω γράφει: «Αναζητήστε ανθρώπους που σας συμπληρώνουν. Συνεργάτες που είναι ενδιαφέροντες, προκλητικοί και πηγή φώτισης… Επίσης, αναζητήστε συμμάχους που μπορούν να επεκτείνουν τη συναισθηματική σας εμβέλεια».

Ωστόσο, η αναζήτηση τέτοιου είδους ανθρώπων δεν είναι εύκολη, και μόλις εντοπίσουμε πιθανούς συμμάχους, πρέπει να οικοδομήσουμε ισχυρές, ουσιαστικές σχέσεις μαζί τους, κι ένας από τους καλύτερους τρόπους για να γίνει αυτό, σύμφωνα με τον Kashdan, είναι η από κοινού αντιμετώπιση δυσκολιών / προκλήσεων. Η από κοινού αντιμετώπιση δυσκολιών και το να μοιραζόμαστε επώδυνες στιγμές μαζί μπορεί να μην είναι εύκολο, αλλά το να κάνουμε τον εαυτό μας ευάλωτο απέναντι στους άλλους μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε πιο συνδεδεμένοι και θαρραλέοι. Στο βιβλίο υπάρχουν αναφορές σε μελέτες για τις διαπροσωπικές σχέσεις που επεξεργάστηκαν ο Δρ Michael Argyle και η Dr Monika Henderson προκειμένου να θεμελιώσουν 6 κρίσιμα χαρακτηριστικά της φιλίας. «Οι καλοί φίλοι (1) είναι εκεί όταν οι σύντροφοί τους χρειάζονται συναισθηματική υποστήριξη. (2) προσφέρουν εθελοντική βοήθεια σε περιπτώσεις ανάγκης. (3) υπερασπίζονται τους φίλους σε περίπτωση απουσίας τους· (4) εμπιστεύονται και εκμυστηρεύονται στους φίλους· (5) προσπαθούν να κάνουν τους συνεργάτες / φίλους χαρούμενους με την παρουσία τους, και (6) μοιράζονται θριάμβους και επιτυχίες. Σπάστε αυτούς τους κανόνες και οι φιλίες διαλύονται». Επιπλέον, είναι απαραίτητο να υπάρχει ισορροπία μεταξύ του κομφορμισμού, του ανήκειν και της μοναδικότητας του καθενός μας. Η διατήρηση αυτής της ισορροπίας δεν είναι μια εφάπαξ προσπάθεια. Αντίθετα, πρέπει να δίνουμε προσοχή στις αλλαγές στην ατομική συμπεριφορά, στους κανόνες της ομάδας και στην επιτυχία ή την αποτυχία της ομάδας. Ο Kashdan γράφει: «Βοηθήστε τους ανθρώπους να αισθάνονται σίγουροι ότι ανήκουν στην ομάδα κι ότι επίσης εκτιμώνται για την έκφραση της μοναδικότητάς τους. ….. Φροντίστε τακτικά και τις δύο αυτές ψυχολογικές ανάγκες και θα πυροδοτήσετε τα κίνητρα των ανθρώπων για μοναδικές συνεισφορές.”

Όταν αμφισβητούμε οποιοδήποτε status quo ή αγωνιζόμαστε για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αλλαγή, πρέπει επίσης να καλλιεργούμε ψυχολογική ευελιξία και ανθεκτικότητα. Αυτή η διαδικασία μπορεί να περιλαμβάνει την επαναξιολόγηση των λόγων που διαφωνούμε, την αναγνώριση οποιασδήποτε ενόχλησης και των δυσάρεστων ή δύσκολων συναισθημάτων που τυχόν βιώνουμε, και την συνειδητοποίηση του πως θα επωφεληθούμε από το ψυχικό σθένος. Πρέπει να αναγνωρίσουμε την αγωνία και δυσφορία που προκύπτουν από την αμφισβήτηση της συμβατικής σκέψης, διαφορετικά γινόμαστε πιο αδύναμοι και λιγότερο αποτελεσματικοί. Ο Kashdan προτείνει τρόπους για να γίνει αυτό. Για παράδειγμα, με την επισήμανση των συναισθημάτων γίνεται πιο εύκολη η διαχείριση τους. Όταν τα συναισθήματα γίνονται συνειδητά γίνονται διαχειρίσιμα και μπορούν να μετατραπούν  σε ενέργεια υποστήριξης των στόχων μας. Ο Dan Siegel λέει ότι όταν δώσουμε όνομα στην εμπειρία μας την δαμάζουμε. Επίσης απαιτείται επίγνωση του νοητικού μας περιεχομένου και επαφή με τους μηχανισμούς άμυνας μας (μερικοί μπορεί να είναι χρήσιμοι και άλλοι καταστροφικοί), με άλλα λόγια, τα πράγματα που τείνουμε να κάνουμε για να ξεφύγουμε από δυσάρεστες σκέψεις, συναισθήματα ή αισθήσεις. Τέλος, είναι σημαντική η αξιολόγηση ευκαιριών.

Είναι επίσης σημαντική η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και της περιέργειας, επειδή προάγουν τη νοημοσύνη, τη μάθηση και την ανάπτυξη. Μας βοηθούν να αγκαλιάσουμε την πολυπλοκότητα και να αποφεύγουμε την κατηγοριοποίηση των ανθρώπων με άκαμπτους και υπερβολικά απλοποιημένους τρόπους. Προκειμένου να το πετύχουμε αυτό, μπορούμε αρχικά να θέσουμε περισσότερες και καλύτερες ερωτήσεις. Ο Kashdan ισχυρίζεται ότι «Οι πολύ περίεργοι ανάμεσά μας όχι μόνο επιμένουν περισσότερο σε δύσκολες εργασίες, αλλά αποδίδουν καλύτερα και κουράζονται λιγότερο». Επίσης, το να εκτιμούμε την περιέργεια και να είμαστε ανοιχτοί στην αξιολόγηση νέων ιδεών μας προφυλάσσει από το να πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε περισσότερα από όσα πραγματικά γνωρίζουμε, κάτι που μπορεί να είναι προβληματικό. Στο βιβλίο γίνεται αναφορά σε έρευνες που έχουν βρει ότι όσο λιγότερα γνωρίζει κάποιος για ένα θέμα, τόσο πιο πιθανό είναι να έχει ισχυρές απόψεις για αυτό. Φαίνεται ότι γινόμαστε πιο κλειστοί όταν διαθέτουμε είτε πάρα πολλές είτε πολύ λίγες γνώσεις, κάτι που μας αφήνει συχνά υπερβολικά σίγουρους για την υπάρχουσα γνώση και μας εμποδίζει να είμαστε ανοιχτοί στην αξιολόγηση νέων  πληροφοριών.

Επιπλέον, είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε την ανθρώπινη ψυχολογία μας, η οποία μας καθιστά ευάλωτους στους ισχυρισμούς και τις παραδοχές των αρχών. Οι άνθρωποι τείνουμε να μην είμαστε ανοιχτόμυαλοι από τη φύση μας κι επίσης τείνουμε να είμαστε προσκολλημένοι αυστηρά σε συστήματα πεποιθήσεων,  ειδικά αν τα προωθούν ισχυρές αρχές, επειδή παρέχουν ένα είδος δομής και μιαν αίσθηση ασφάλειας. Ο Kashdan γράφει ότι όταν έρθουμε σε επαφή με μια νέα ή φαινομενικά προκλητική ιδέα, νιώθουμε άγχος, αλλά όπως λέει «πρέπει να νιώθουμε αναστατωμένοι και αβέβαιοι μερικές φορές – έτσι μεγαλώνουμε. Αλλά δεν είναι διασκεδαστικό. Αυτοί που διαρρέουν πληροφορίες  (whistleblowers), οι πολιτικοί ακτιβιστές, οι καλλιτέχνες, οι επιστήμονες και άλλοι που τολμούν να «σκεφτούν διαφορετικά» είναι παράγοντες κοινωνικής βελτίωσης». Ισχυρίζεται ότι οι αδιάφοροι  / οι μη περίεργοι ανάμεσά μας είναι πιο πιθανό να υποστηρίξουν απερίσκεπτα το status quo και να θέσουν εκτός ορίων ορισμένες πεποιθήσεις και ομιλητές, που μπορεί να θεωρούν ως ξένους ή διαφωνούντες. Προτείνει ότι μπορούμε πραγματικά να εκπαιδεύσουμε τους εαυτούς μας στο να ακούμε τους μη κομφορμιστές, εστιάζοντας την προσοχή μας λιγότερο στον αγγελιοφόρο και περισσότερο στην αξία της ίδιας της πληροφορίας. Επίσης συχνά αγανακτούμε με άτομα που λένε την αλήθεια στην εξουσία ή σπάζουν τη σιωπή επειδή μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε οδυνηρά τους δικούς μας περιορισμούς ή φόβους ή έλλειψη θάρρους.

Τέλος, στο βιβλίο προτείνεται ότι για να μεγιστοποιήσουμε τη συλλογική νοημοσύνη μιας κοινωνίας, πρέπει να οικοδομήσουμε μια κουλτούρα που να επιβεβαιώνει αξίες όπως η αυτονομία, η κριτική σκέψη, η ελευθερία σκέψης και η επιθυμία να αναζητήσουμε χρήσιμες πληροφορίες ανεξάρτητα από το πού προέρχονται. Πρέπει επίσης να αυξήσουμε τον συνολικό αριθμό των μη κομφορμιστών ανάμεσά μας επειδή είναι πολύτιμοι συντελεστές της προόδου και της ποιότητας ζωής. Ο Kashdan γράφει ότι εάν εκατομμύρια από εμάς συμμετάσχουμε σε αυτές τις διαδικασίες θα είμαστε σε θέση να οικοδομήσουμε μια ασφαλέστερη, πιο ευημερούσα, πιο δυναμική και πιο αρμονική κοινωνία. Κι ακόμη κι αν δεν επιτύχουμε τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, ο αντίκτυπός μας μπορεί να είναι μεγαλύτερος από όσο νομίζουμε. Ο Kashdan γράφει: «Η διαρκής αλλαγή είναι αργή, συχνά αναβλύζει κάτω από την επιφάνεια καθώς οι άλλοι σκέφτονται ότι είπατε ή παρουσιάσατε. Τα ατομικά αποτελέσματα ποικίλλουν και η «φυλή», το φύλο, και τα ορατά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύονται οι εκφράσεις αμφισβήτησης από τους άλλους. Μην περιμένετε να  αρέσετε. Παίξτε το μακροπρόθεσμο  παιχνίδι…  Η mainstream σκέψη εξελίσσεται. Με κάθε πράξη ανυπακοής βάσει αξιών που επικρατεί, πλησιάζουμε πιο κοντά σε έναν καλύτερο κόσμο».

Β. Η Ημέρα της Μητέρας για αυτούς χωρίς μητέρα από τον  Dr. Todd Kashdan

«……….. Ένα μάθημα για τη θλίψη: Μην προσποιείστε ότι έχετε προνομιακή πρόσβαση στις συναισθηματικές αντιδράσεις κάποιου  άλλου, λόγω ενός παρόμοιου γεγονότος στη ζωή τη δική σας…… Έχετε βιώσει και οι δύο τον θάνατο ενός γονέα. Οι μοναδικές παράμετροι των δύσκολων γεγονότων εκλιπαρούν για πνευματική ταπεινοφροσύνη. Έχασα τη μαμά μου σε ηλικία 12 ετών και οι άνθρωποι μου λένε τακτικά πώς είμαι μπερδεμένος εξαιτίας αυτού. Όταν μου πήραν συνέντευξη για μεταπτυχιακές σπουδές το 1998, ένας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια υπέβαλε ένα καταιγισμό ερωτήσεων για την παιδική μου ηλικία. Μετά από τις δικές μου ειλικρινείς απαντήσεις, απάντησε κάπως έτσι: «Πρέπει να έχεις υποφέρει πολύ… θα έπρεπε κανονικά να είσαι στη φυλακή, τοξικομανής, συγχαρητήρια που έφτασες μέχρι εδώ!» Θυμάμαι τη δική μου διανοητική φλυαρία που δεν κατάφερα ν’ αρθρώσω.

Όχι, δεν υπέφερα πολύ. Βρήκα καταφύγιο στους φίλους, τον αθλητισμό, τη συγγραφή και τις αγαπημένες. Μη με ορίζεις από την απώλεια μου. Μην μου επιβάλλεις την επινοημένη σου αφήγηση. Τι στο διάολο σε κάνει να πιστεύεις ότι η φυλακή ήταν μια πιθανότητα;

Ξέρω ότι οι άνθρωποι συχνά κάνοντας μια εικασία για τις σκέψεις, τα συναισθήματα και την ιστορία κάποιου έχουν καλές προθέσεις. Οι άνθρωποι έχουν τους λόγους τους που έχουν τόση αυτοπεποίθηση σχετικά με το τι μπορεί να σημαίνουν οι αντιξοότητες για κάποιον άλλο. Να ξέρετε το εξής: η προβολή των δικών σας σκέψεων σε ένα γεγονός δημιουργεί περιττά εμπόδια στην ανθρώπινη επαφή. Αντί να μεταφέρετε μια ψευδαίσθηση γνώσης, προσφέρετε παρουσία…….

Δεν μπορώ να φανταστώ τι νιώθεις. / Δεν έχω ιδέα τι πέρασες, αλλά αν ποτέ θέλεις να μοιραστείς κάτι, οτιδήποτε, είμαι εδώ για σένα. / Δεν ξέρω τι να πω, αλλά να ξέρεις ότι είμαι εδώ για σένα. / Δεν είμαι σίγουρος πώς να βοηθήσω, αλλά θα είμαι εδώ.

Ο δίδυμος αδερφός μου και εγώ μεγαλώσαμε μόνο με τη μητέρα μας. Από ότι μπορώ να θυμηθώ, δεν ένιωσα ποτέ στέρηση μόνο με μια μαμά. Ποτέ δεν ένιωσα ανεπαρκή αριθμό αγκαλιών και φιλιών. Έχω αναμνήσεις από εκείνη που μου διάβαζε, χωρίς να χάνει ούτε μια μέρα. Έχω αναμνήσεις που με έβαζε για ύπνο,  έκανε ερωτήσεις για τους φίλους μου και τα σχέδιά μου για την επόμενη μέρα. Τη θυμάμαι ξαπλωμένη δίπλα μου όταν είχα εφιάλτες. Αλλά (οι αναμνήσεις) είναι αμυδρές και φευγαλέες.

Μετά από μια μακρά περίοδο καρκίνου, η μητέρα μου πέθανε την Ημέρα των Ευχαριστιών το 1987. Είχα μόλις γίνει 13 ετών. Δεν θυμάμαι πολλές λεπτομέρειες κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου. Θυμάμαι ότι με πήγαν στο νοσοκομείο μόνο για να μου πουν ότι η μητέρα μου αρνήθηκε να με δει. Δεν ήθελε οι αναμνήσεις μου να μολυνθούν από το θέαμα και τις μυρωδιές της φθοράς. Βγήκα με τις μύτες των ποδιών από την αίθουσα αναμονής για να κοιτάξω από το μικρό παράθυρο της πόρτας του νοσοκομείου της. Είδα ένα εύθραυστο σώμα, ένα αδύναμο πρόσωπο και το φαλακρό κεφάλι που δεν θα με αγκάλιαζε ποτέ ξανά……..

Μερικές φορές στιγμιότυπα και νοερά βίντεο της παιδικής μου ηλικίας εμφανίζονται κάποια τυχαία απογεύματα μιας Τρίτης. Τα ανακτημένα θραύσματα από την παιδική μου ηλικία προσφέρουν ανυπολόγιστη αξία. Πολλά από αυτά που γνωρίζω για την παιδική μου ηλικία προέρχονται από παρατηρήσεις από δεύτερο χέρι. Προφανώς, ήμουν ένα «αγόρι της μαμάς» και μπορούσε κανείς να με βρει κολλημένο πάνω της σαν σκανταλιάρικο πιθηκάκι  ή ξαπλωμένο στην ποδιά της σημειώνοντας λέξεις στα σημειωματάρια μου. Αυτές οι ιστορίες με ιντριγκάρουν,  αντιπροσωπεύουν ανεκπλήρωτες επιθυμίες για περισσότερες  πληροφορίες. Υποτίθεται ότι η προσωπικότητά μου μοιάζει αρκετά με τη δική της — συναισθηματικά έντονη, εξαιρετικά κοινωνική, ανοιχτή σε νέες εμπειρίες και λαχτάρα για ζωή. Μεγάλωσε μόνη της δίδυμα μωρά από την ηλικία των δύο ετών και μετά. Μου έχουν πει ότι έχω την ίδια ανθεκτικότητα κι αποφασιστικότητα. Όσο μεγαλώνω, τόσο πιο πολύ αναρωτιέμαι πώς μας μεγάλωσε, καθώς δεν θυμάμαι να έχω στερηθεί τίποτα. Για μένα, αυτές οι συγκρίσεις με εμπνέουν και με παρακινούν.

Πάνω από τα 2/3 της ύπαρξής μου, την Ημέρα της Μητέρας, μένω χωρίς μητέρα……

Αλλά νιώθω μιαν αίσθηση βεβαιότητας ότι με αγαπούσε βαθιά. Θα είναι πάντα μια συναισθηματικά έντονη μέρα. Η λύπη δεν μειώνει την ευημερία μου. Η κατάδυση και η εξερεύνηση του πόνου με φέρνει πιο κοντά στα βασικά στοιχεία του ποιος είμαι και στις αποφάσεις σχετικά με το ποιά μονοπάτια να επιλέξω. Σκέφτομαι το μονοπάτι που θα την οδηγούσε να με αγκαλιάσει με περηφάνια και χαρά. Και μετά ξέρω. Εύχομαι το ίδιο επίπεδο συγκίνησης για όλους………»

Πατριαρχία, φεμινισμός και ανυποταξία βασισμένη σε αξίες (principled insubordination)

«Μερικές φορές η πρόοδος συμβαίνει κατά τύχη, αλλά πιο συχνά ένας θαρραλέος άνθρωπος αψηφά τους κοινωνικούς κανόνες…. Τις περισσότερες φορές, η διαφωνία οδηγεί σε πρόοδο. Θέστε τη διαφωνία εκτός νόμου και επιβραδύνετε την ταχύτητα της πολιτισμικής εξέλιξης…» Todd B. Kashdan

«Τα δικαιώματα των γυναικών είναι μέρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» Pauli Murray

«… τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι δικαιώματα των γυναικών και τα δικαιώματα των γυναικών είναι ανθρώπινα δικαιώματα….»  Χίλαρι Κλίντον

«Κρύφτηκα αποκαλύπτοντας, αφού αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να διασωθεί κανείς μέσα από την τέχνη» (Ελένη, ή ο Κανένας / Ρέα Γαλανάκη)

«…Κι εγώ, αποφασίζοντας εκείνο το πρωί σε μιαν ξένη πολιτεία να δώσω ως άντρας εξετάσεις, ενδεχομένως να ζήσω έτσι λίγα χρόνια, γέννησα τον εαυτό μου ως Κανένα… » (Ελένη, ή ο Κανένας / Ρέα Γαλανάκη)

Μέρος πρώτο

Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί

Πρόσφατα ασχολήθηκα εκ νέου με ποικίλο υλικό για το πώς η πατριαρχία από την αρχαιότητα ως σήμερα συνεχίζει να τραυματίζει και να διαμορφώνει την πραγματικότητα των γυναικών, των παιδιών και τελικά όλων, για να μην αναφέρουμε και το φυσικό περιβάλλον. Κυρίως διάβασα υλικό, αλλά τυχαία ανακάλυψα μια πρόσφατη σειρά στην εθνική τηλεόραση, με τίτλο Επικίνδυνες/ – ΕΡΤ2 (https://www.ertflix.gr/vod/vod.180531-epikindunes) . Στο Αγγλικό κείμενο έχω βάλει τη λέξη γυναίκες σε αγκύλες γιατί στα ελληνικά έχουμε αρσενικά, θηλυκά και ουδέτερα άρθρα και καταλήξεις για τα ουσιαστικά και τα επίθετα. οπότε δεν χρειάζεται απαραίτητα να προσθέσουμε το ουσιαστικό μετά από ένα επίθετο για να ξέρουμε αν αναφέρεται σε γυναίκες ή άνδρες, για παράδειγμα. Αυτό είναι στην πραγματικότητα, όπως ανέφερε μια από τις συνεντευξιαζόμενες, κάτι που θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε όταν μιλάμε και γράφουμε για να αντιμετωπίσουμε την πατριαρχία και τον σεξισμό στον λόγο μας. Η εκπομπή μιλά για τις έμφυλες ανισότητες και τη θέση της γυναίκας στην Ελλάδα σήμερα. Δίνει το λόγο σε διαφορετικές γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και με διαφορετικές εμπειρίες από πολλαπλούς χώρους,  ορατότητα σε γυναίκες «αόρατες», κι επίσης, δίνει χώρο για να αρθρωθούν δύσκολα και ανείπωτα ζητήματα. Τα δεκατρία επεισόδια είναι μια εξερεύνηση φεμινιστικών θεμάτων σε ένα ευρύ φάσμα ανθρώπινης εμπειρίας.

Η σειρά  αγγίζει πολλαπλές πτυχές, εγείρει πολλά σημαντικά ερωτήματα και τονίζει την σημαντικότητα της διαθεματικότητας, τα οποία είναι απαραίτητα για την ευαισθητοποίηση κι αφύπνιση όλων σχετικά τις υποκείμενες εσωτερικές και συστημικές πραγματικότητες και δυναμικές, και κυρίως, για να επιτρέψει στις γυναίκες και στα άτομα ΛΟΑΤΚΙ να προστατεύσουν τον εαυτό τους και να επιφέρουν αλλαγές στη ζωή τους, στις οικογένειές τους και στον κόσμο γενικότερα. Παρέχει μια καλή επισκόπηση των θεμάτων που σχετίζονται με τις έμφυλες ανισότητες και την καταπίεση σε όλους τους βασικούς τομείς της ζωής. Ξεκίνησα με το τελευταίο επεισόδιο για τις γυναίκες και την τέχνη, το οποίο εξετάζει ερωτήματα όπως: Γιατί δεν έρχονται στο μυαλό τόσες πολλές γυναίκες καλλιτέχνες; Η ηχηρή απουσία οφείλεται στις πολλαπλές καταπιέσεις που έχουν υποστεί οι γυναίκες στην ιστορία ή υπήρξαν σημαντικοί καλλιτέχνες, αλλά δεν έτυχαν μεγάλης δημοσιότητας; Σε αυτό το τελευταίο επεισόδιο μιλούν για τους αιώνες αφάνειας των γυναικών καλλιτεχνών, αλλά και για το πώς μπορούμε να αυξήσουμε την προβολή σήμερα, όχι μόνο των σύγχρονων καλλιτεχνών, αλλά κι εκείνων που πέρασαν και αξίζουν να τις θυμόμαστε.

Σε αυτό το επεισόδιο γίνεται αναφορά στην Ελληνίδα καλλιτέχνιδα Ελένη Μπούκουρα Αλταμούρa (1821-1900), η οποία με την υποστήριξη του πατέρα της μεταμφιέστηκε με ανδρικά ρούχα για να μπορέσει να δώσει εξετάσεις και να σπουδάσει ζωγραφική στην Ιταλία. Η Ρέα Γαλανάκη, μια Ελληνίδα συγγραφέας, έχει γράψει ένα μυθιστόρημα βασισμένο στη ζωή της ζωγράφου με τον τίτλο Ελένη ή ο Κανένας.

Απόσπασμα από το εξώφυλλο του βιβλίου:

“Στα νιάτα της η Σπετσιώτισσα Ελένη Μπούκουρα ντύθηκε άντρας για να μπορέσει να σπουδάσει ζωγραφική στην Ιταλία, παντρεύτηκε τον ζωγράφο Σαβέριο Αλταμούρα, γέννησε τα παιδιά της (ανάμεσά τους και τον θαλασσογράφο Ιωάννη Αλταμούρα), επέστρεψε εγκαταλειμμένη από τον άντρα της στην Αθήνα και εργάστηκε ως ζωγράφος. Στα γεράματά της έζησε δυο δεκαετίες μόνη κι έγκλειστη στο παραθαλάσσιο σπίτι των Σπετσών, παροπλισμένη πια ζωγράφος και χαροκαμένη μάνα, τριγυρισμένη από ψιθύρους για άσκηση μαγείας και για τρέλα. Δραματική, προκλητική, με πολλές ανατροπές και αντιφάσεις κύλησε η ζωή της πρώτης Ελληνίδας ζωγράφου, για την οποία δεν διαθέτουμε ακόμη όλα τα κλειδιά. Το μυθιστόρημα “Ελένη ή ο Κανένας” προσπάθησε να προσεγγίσει τον βίο και τον μύθο αυτής της υπαρκτής, της πάντα επίκαιρης Ελένης, με τα δικά του αντικλείδια. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)

Απόσπασμα από το βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη: Η Μεταμφίεση

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2218/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_G-Gymnasiou_html-empl/index09_08.html

Κι ενόσω ασχολήθηκα με αυτήν την ανάρτηση, παρακολούθησα τα υπόλοιπα επεισόδια που αφορούν τον ορισμό της πατριαρχίας και τους τρόπους με τους οποίους τέμνει οριζόντια κάθε οικονομικό σύστημα από τη φεουδαρχία μέχρι τον καπιταλισμό, ζητήματα για το πώς η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι πιο συμπεριληπτική,· την ανισότητα, τον σεξισμό, τη γλώσσα και τον λόγο, το mansplaining (το να εξηγείς χωρίς επίγνωση του ότι ο δέκτης της εξήγησης γνωρίζει περισσότερα από τον εξηγητή, ο οποίος συχνά συμβαίνει να είναι άνδρας, απευθυνόμενος σε γυναίκα, αποτέλεσμα υπέρμετρης αυτοπεποίθησης και αισθήματος υπεροχής), τους μύθους και τις πραγματικότητες των γυναικείας φιλίας και την ανάγκη για μια κουλτούρα αλληλεγγύης, τη θέση των γυναικών στο σημερινό  πολιτικό χώρο και το φεμινιστικό κίνημα., τον ορισμό του φύλου και την ανάγκη ορατότητας για όλα τα φύλα και όλες τις ταυτότητες, τα ταμπού και την παραπληροφόρηση σχετικά με τη σεξουαλικότητα των γυναικών,  το πώς τα ΜΜΕ μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται η βία κατά των γυναικών και την πρακτική της ενοχοποίησης των θυμάτων, τις κοινωνικές πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες γενικά, και πιο συγκεκριμένα, στο εργασιακό τους περιβάλλον σε σχέση με τη μητρότητα, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας για τις γυναίκες, γυναίκες και φτώχεια. τον σεξισμό στο χώρο εργασίας και την ανισότητα στις αμοιβές και τις ευκαιρίες εργασίας, την γυάλινη οροφή, την καθημερινή παρενόχληση και τον σεξισμό, πώς αυτό διαμορφώνει τα στερεότυπα των φύλων και πώς να το εξουδετερώσει κανείς αυτό, την σεξουαλική παρενόχληση, τον έλεγχο, την κακοποίηση και την ενδοοικογενειακή βία,  την ανάγκη υιοθέτησης μιας προσέγγισης διαθεματικότητας, την ανάγκη αφύπνισης των γυναικών σχετικά με τις δομές και τις θεωρίες που τις κρατούν απαξιωμένες  και περιθωριοποιημένες, και πολλά άλλα.

Παράλληλα διάβασα και το βιβλίο του Todd B. Kashdan: The Art of Insubordination / H Τέχνη της Ανυπακοής, που ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση, και ο οποίο από πολλές απόψεις συνδέεται με το παραπάνω υλικό σε σχέση με την τρέχουσα επείγουσα ανάγκη δημιουργίας ρωγμών στο κατεστημένο για να επιφέρουμε κοινωνικές αλλαγές.  Όπως το θέτει ο Kashdan, το βιβλίο ενδιαφέρει ανθρώπους που κατανοούν την αξία του μη κομφορμισμού και αναγνωρίζουν ότι χρειαζόμαστε απελπισμένα ελεύθερους στοχαστές και στοχάστριες που είναι πρόθυμοι /ες να διαταράξουν μη χρήσιμες πρακτικές για χάρη της προόδου, οι οποίοι πιστεύουν ότι τουλάχιστον ορισμένα στοιχεία συμβατικής σοφίας και πρακτικής απαιτούν βελτίωση και που λαχταρούν να δουν περισσότερη δικαιοσύνη, ελευθερία, ανθρωπιά, κοινότητα και οικονομική σταθερότητα στον κόσμο.

Παροτρύνει τους ανθρώπους που μπορεί να έχουν μια εξαιρετική ιδέα ή που κατέχουν μια θέση αουτσάιντερ οποιουδήποτε είδους, να μιλήσουν χωρίς να ζητήσουν άδεια από τις κυρίαρχες δυνάμεις. Ενθαρρύνει τους ανθρώπους να βοηθήσουν ν’ αλλάξει ο κόσμος, αλλά να το κάνουν με έξυπνο τρόπο και να κάνουν ότι έκανε ο Δαρβίνος, για παράδειγμα, ο οποίος κατάφερε να παραμείνει ασφαλής ενώ προώθησε και δημοσίευσε το έργο και τις ιδέες του εφαρμόζοντας συγκεκριμένες στρατηγικές για την προώθηση των θεωριών του στο mainstream κοινό. Ολοκληρώνει το πρώτο του κεφάλαιο με τρία βασικά βήματα για να το πετύχει κανείς αυτό. Προτείνει α) να είμαστε συνειδητοποιημένοι και πειθαρχημένοι και να αναζητούμε υποστήριξη και στρατηγικές που μπορούν να μας φτάσουν εκεί που χρειαζόμαστε, β) να συνειδητοποιήσουμε τη διαφορά μεταξύ απερίσκεπτης ανυπακοής και ανυπακοής βασισμένη σε αξίες, η οποία περιλαμβάνει δράση από μια θέση αυθεντικότητας με στόχο να συνεισφέρουμε στην κοινωνία και γ) να μην θεωρούμε τους επαναστάτες δεδομένους, επειδή η ανυπακοή σύμφωνα με αρχές ήταν πάντα ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση της κοινωνίας και είναι μέρος αυτού που κάνει τη ζωή μας και τις ζωές των γύρω μας πλουσιότερες και πιο ικανοποιητικές.

Καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας, η αμφισβήτηση των ορθόδοξων πεποιθήσεων μπορεί να μας καταστήσει ξένο, απειλή ή αιρετικό που αξίζει επίθεση, βασανιστήρια, ακόμη και θάνατο. Οι γυναίκες, για παράδειγμα, σήμερα έχουν δικαίωμα ψήφου, οπότε μπορεί να ξεχνάμε ότι κάτι που θεωρούμε δεδομένο και απόλυτα φυσικό σήμερα είχε σοβαρές συνέπειες για τις σουφραζέτες, οι οποίες συχνά οδηγούνταν στη φυλακή όπου συνέχιζαν τις διαμαρτυρίες τους κάνοντας απεργίες πείνας. Φανταστείτε πώς θα ήταν η ζωή μας εάν παλαιότεροι επιστήμονες, αστρονόμοι, πολιτικοί, γυναίκες ακτιβίστριες, επαναστάτες, καλλιτέχνες, μεταρρυθμιστές της εκπαίδευσης και άλλοι δεν είχαν πάρει ποτέ το ρίσκο να φέρουν στο φως τη δουλειά και τις ιδέες τους. Ο Kashdan χρησιμοποιεί μεταξύ πολλών άλλων παραδειγμάτων τον Charles Darwin / Δαρβίνο για να δείξει πώς άλλοι πριν από αυτόν με παρόμοια ευρήματα πλήρωσαν ένα μεγάλο τίμημα για τις ιδέες και την τόλμη τους και πώς αυτός μπόρεσε να είναι πιο επιτυχημένος λόγω διαφόρων παραγόντων.  Οι προκάτοχοι του Δαρβίνου πλήρωσαν το τίμημα που πληρώνουν πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, διαφωνούντες, αποκλίνοντες, επαναστάτες για χάρη της προόδου. Για παράδειγμα, χίλια χρόνια πριν από τον Δαρβίνο, το έτος 860 ο Al-Jahiz συνελήφθη και εξορίστηκε από την πατρίδα του, ενώ ο προστάτης του εκτελέστηκε με φρικτά βασανιστήρια. Γενικά, είναι δύσκολο να είσαι διαφορετικός, να διαφωνείς, να παρεκκλίνεις από την παραδοσιακή σκέψη. Από την άλλη πλευρά, η προσαρμογή προσφέρει μια βραχυπρόθεσμη ανάπαυλα από την ταραχή του να είσαι στόχος εχθρότητας κι απόρριψης. Ο Kashdan λέει ότι αν υποφέρουμε σε ένα άδικο σύστημα, μερικές φορές το μόνο που θέλουμε είναι ένα διάλειμμα από το να το σκεφτόμαστε, αλλά τελικά η παραμονή στο προβληματικό σύστημα μακροπρόθεσμα θέτει σε κίνδυνο και τη δική μας και την ευημερία των άλλων.

Το βιβλίο περιλαμβάνει ευρήματα ερευνών και πιο πρόσφατες εργασίες από κοινωνικούς ψυχολόγους και άλλους που έχουν καταγράψει πόσο ισχυρή είναι η τάση μας να συμμορφωνόμαστε και γιατί πρέπει να αγωνιστούμε για να συγκεντρώσουμε το θάρρος να αντιπαλέψουμε τις συμβάσεις. Ο Kashdan γράφει: ο στόχος είναι η ανυπακοή μας να είναι αποτελεσματική, κάτι που απαιτεί να γνωρίζουμε έναν από τους εχθρούς μας, που είναι το ανθρώπινο, κίνητρο και την τάση να ενσωματωνόμαστε  / fit in, να είμαστε προσκολλημένοι στο κοπάδι, να αποδεχόμαστε συμβατικές ιδέες και πεποιθήσεις. Διάφορες μελέτες έχουν βρει αρκετούς λόγους για τους οποίους το κάνουμε αυτό. Ένας λόγος είναι ότι οι άνθρωποι τυφλά υποθέτουν ότι το ισχύον σύστημα ή η πρακτική που επικρατεί είναι καλύτερα. ειδικά, αν υφίστανται εδώ και πολύ καιρό. Επίσης, τείνουμε να υποστηρίζουμε τα συστήματα στα οποία βρισκόμαστε, ακόμα κι αν αυτά τα συστήματα μας βλάπτουν. Αναφέρεται στη θεωρία της δικαιολόγησης του συστήματος /  theory of system justification,  η οποία υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι αισθάνονται εσωτερικές συγκρούσεις όταν τα συστήματα των οποίων αποτελούν μέρος τους αντιμετωπίζουν αδιάφορα ή καταπιεστικά, και καταφεύγουν στον εξορθολογισμό και την προστασία ενός κοινωνικού συστήματος που τους βλάπτει. Τα άτομα που βρίσκονται σε λιγότερο προνομιακές θέσεις συχνά τείνουν να κάνουν το ίδιο (ή και περισσότερα) για να επιβεβαιώσουν την εγκυρότητα ενός συστήματος που μπορεί να τους αδικεί, από εκείνους που κατέχουν προνομιακές θέσεις στο ίδιο σύστημα. Ο Kashdan γράφει: «Ο Δρ. Chuma Owuamalam στο Πανεπιστήμιο του Nottingham εξήγησε ότι η απόρριψη ενός ολόκληρου συστήματος είναι μεγάλη υπόθεση, ένα βήμα που συχνά πηγαίνει πολύ μακριά ακόμα και για τα άτομα που βρίσκονται στην πιο μειονεκτική θέση μέσα σε αυτό». Αυτή η στάση μπορεί να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερη αβεβαιότητα κι απειλή, κι έτσι, τα άτομα που επενδύουν στις ομαδικές τους ταυτότητες και ενδιαφέροντα συχνά επιλέγουν να εξερευνήσουν όλες τις επιλογές πριν σκεφτούν τον επαναστατικό ρόλο της απόρριψης του συστήματος. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας μεγάλος όγκος έρευνας που υποστηρίζει τη θεωρία αιτιολόγησης / δικαιολόγησης του συστήματος, η οποία ρίχνει φως στην τάση μας να συμμορφωνόμαστε και να υποστηρίζουμε συστήματα που μας καταπιέζουν επειδή νιώθουμε καθησυχασμένοι από το ότι αυτό το κατεστημένο / status quo μας είναι οικείο. Ο Kashdan γράφει: «Η υπεράσπιση των καταπιεστικών κοινωνικών διευθετήσεων έχει νόημα εάν, ως μέλος μιας μειονεκτικής ομάδας, αισθανόμαστε ψυχολογικά ευάλωτοι. Είναι δύσκολο να αγκαλιάσεις ένα φιλόδοξο όραμα για το μέλλον όταν αντιμετωπίζεις επικείμενους κινδύνους, όταν θεωρείς ότι δεν είναι πρακτικό να ξεφύγεις από μιαν ομάδα…».

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο κομφορμισμός μας δεν εντείνεται μόνο καθώς εξαρτόμαστε περισσότερο από ένα σύστημα, αλλά επίσης, όταν αισθανόμαστε ελπιδοφόροι, τότε όχι μόνο ανεχόμαστε το υπάρχον σύστημα, αλλά το αποδεχόμαστε, το υπερασπιζόμαστε, το δικαιολογούμε και το προστατεύουμε. Ωστόσο, ο Kashdan ισχυρίζεται ότι το να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες και να υπομένουμε τις κακουχίες, να λυγίζουμε, να δουλεύουμε σκληρότερα και να ελπίζουμε ότι το μέλλον θα μας ανταμείψει, κάτι που είναι ιδιαίτερα έντονο σε άτομα με μειονεκτικό υπόβαθρο, έχει φυσιολογικό και ψυχολογικό αντίκτυπο στους ανθρώπους. Επιπλέον, όταν η ομάδα  στην οποία βασιζόμαστε αντιμετωπίζει απειλή, υπάρχει η τάση να κινητοποιούμε την αμυντική μας αντίδραση. Ο Kashdan γράφει: «Η αρχική μας παρόρμηση είναι να προστατεύσουμε αυτό που μας ενδιαφέρει, ειδικά αν ο δράστης της επίθεσης είναι ξένος. Λίγοι παράγοντες είναι πιο αποτελεσματικοί στο να φέρνουν τους ανθρώπους κοντά από μια κοινή νέμεσις. Είμαστε αναστατωμένοι με τον ξένο». Οι ηγέτες, για παράδειγμα, γνωρίζουν ότι οι άνθρωποι που παρασύρονται από πατριωτική ζέση θα ξεχάσουν εύκολα ότι μερικές φορές το σύστημα που υποστηρίζουν μπορεί να είναι το ίδιο με αυτό που τους βλάπτει / έχει επιτεθεί. Επίσης, η προσαρμογή μας δίνει την αίσθηση του ανήκειν και της ασφάλειας, αλλά αργά ή γρήγορα συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι ούτε αληθινό ούτε ασφαλές ανήκειν. Η Brene Brown ισχυρίζεται ότι «Το να ταιριάζεις είναι να αξιολογείς μια κατάσταση και να γίνεσαι αυτός / ή που πρέπει να είσαι για να γίνεις αποδεκτός / ή. Το να ανήκεις, από την άλλη πλευρά, δεν απαιτεί να αλλάξουμε αυτό που είμαστε. απαιτεί να είμαστε αυτό που πραγματικά είμαστε».

Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου εστιάζει στο πώς να διαφωνούμε και να παλεύουμε για την αλλαγή με πιο αποτελεσματικούς τρόπους, ενώ συνειδητοποιούμε τις συναισθηματικές δυναμικές που μας κάνουν να συμμορφωνόμαστε, ακόμα κι όταν είμαστε καταπιεσμένοι / ες και δεχόμαστε αδικίες. Aκόμη διερευνάται γιατί η προσπάθεια να πειστούν οι άλλοι να αμφισβητήσουν παρωχημένες κι ανεπιθύμητες νόρμες  και πρακτικές είναι μια δύσκολη μάχη. Ίσως επιστρέψω στο πώς μπορεί κανείς να διαφωνήσει  πιο αποτελεσματικά στην επόμενη ανάρτηση, αλλά προς το παρόν θα ήθελα να τελειώσω αυτό το κομμάτι κάνοντας αναφορά στο κεφάλαιο σχετικά με το πώς να μεγαλώνουμε παιδιά που έχουν την δύναμη να διαφωνούν και να παίρνουν θέση υπέρ της προόδου. Ο Kashdan γράφει ότι η επιστήμη έχει αποκαλύψει αρχές που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι γονείς και οι δάσκαλοι για να εκπαιδεύσουν τους νέους /ες να διαφωνούν, να αψηφούν και να αποκλίνουν από προβληματικούς κανόνες και πρότυπα. Εν συντομία, θα πρέπει να οδηγήσουμε ή να διδάξουμε με το παράδειγμα μας, να καλλιεργήσουμε στα παιδιά μας μιαν αίσθηση ενδυνάμωσης και βούλησης και να τα βοηθήσουμε να πιστέψουν ότι μπορούν να κάνουν τη διαφορά και στη δική τους ζωή και στις ζωές των άλλων. Ως γονείς και δάσκαλοι πρέπει να ανταποκρινόμαστε όταν τα παιδιά μοιράζονται τις εξερευνήσεις ή τα μελλοντικά σχέδια τους, να τα βοηθάμε να ρυθμίζουν τα συναισθήματά τους και να γνωρίζουν ότι οι ανήσυχες σκέψεις και συναισθήματα είναι φυσικά όταν δοκιμάζουν νέα πράγματα και αναλαμβάνουν προκλήσεις.

Είναι επίσης σημαντικό να βοηθήσουμε στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων κριτικής σκέψης. Αυτό μάλλον δεν ενθαρρύνεται στα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα, αλλά νομίζω ότι είναι τώρα πιο σημαντικό από ποτέ αν σκεφτεί κανείς ότι βομβαρδιζόμαστε από πληροφορίες και παραπληροφόρηση. Ο Kashdan γράφει: «Η αρχή της ανυπακοής εξαρτάται από την ικανότητα ενός ατόμου να κοσκινίζει τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του, να φιλτράρει χρήσιμα πράγματα από τις βλακείες και να μπορεί να πείσει τους άλλους να αποδεχθούν επίσης τα χρήσιμα πράγματα. Οι νέοι πρέπει να αισθάνονται άνετα να κάνουν ερωτήσεις και να μπορούν να διακρίνουν μεταξύ υψηλής και χαμηλής ποιότητας δεδομένων. Πρέπει να συνηθίσουν να αναστέλλουν προσωρινά την κρίση, να επιβραδύνουν την αναλυτική τους διαδικασία και να αφήνουν την κριτική ανάλυση να διασχίσει την πορεία της». Τέλος, πρέπει να εκθέσουμε τα παιδιά μας σε διάφορες μορφές θάρρους και να τους δώσουμε τη γλώσσα να περιγράψουν τη δική τους γενναιότητα.

Μέρος  δεύτερο                                                                                              Edited and updated

Εμμηνόπαυση: επιστήμη και φεμινισμός κι ένα ποίημα

Α. Είναι Πάσχα εδώ στην Ελλάδα, οπότε στη σημερινή ανάρτηση θα δημοσιεύσω ένα ποιήμα ενός σημαντικού Έλληνα ποιητή. Ο μονόλογος της Παναγίας εκφράζει την αγάπη και τον πόνο που βιώνουν οι μητέρες όταν τα παιδιά τους υποφέρουν λόγω της “ανυποταξίας που βασίζεται σε αρχές” / “principled insubordination”, για να χρησιμοποιήσω έναν όρο από το βιβλίο του Todd Kashdan (για το οποίο μπορεί να γράψω στην επόμενη ανάρτηση) κι επειδή τολμούν να πουν την αλήθεια.

Οι πόνοι της Παναγιάς του Κώστα Βάρναλη (1884-1974)

Το ποίημα ανήκει στο πρώτο μέρος της ποιητικής σύνθεσης του Κώστα Βάρναλη,  Σκλάβοι Πολιορκημένοι, η οποία εκδόθηκε το 1927. O ποιητής, χρησιμοποιεί τη μορφή της Παναγιάς, για να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο της μάνας και την αδικία αυτού του κόσμου. Στο μονόλογο της Παναγιάς υπάρχουν ταυτόχρονα στίχοι που εκφράζουν τα τρυφερά συναισθήματα της μάνας και άλλοι που εκφράζουν πικρές διαπιστώσεις για τον άδικο κόσμο μας. Ο ριζοσπαστικός ποιητής Κώστας Βάρναλης επιλέγει την Παναγία ως διαχρονικό σύμβολο της μητρικής αγάπης, αλλά και του πόνου που βιώνει μια μητέρα όταν βλέπει το παιδί της να θυσιάζει την ασφάλεια του, ακόμη και τη ζωή για το καλό των άλλων. Η Παναγία εκφράζει όλη της την τρυφερότητα απέναντι στο αγέννητο ακόμη παιδί της και τις προθέσεις της να κάνει ότι μπορεί για να το προστατεύσει από το δεινά του κόσμου. Τα μηνύματα ανθρωπισμού που θα φέρει το παιδί της στον κόσμο, θα σταθούν ο λόγος για τον οποίο οι ισχυροί θα θελήσουν να τον σκοτώσουν, προκειμένου να θέσουν τέρμα στην προσπάθεια αφύπνισης των φτωχών και ανίσχυρων.

Το ποίημα έγινε τραγούδι το 1980. Μια πιο σύγχρονη απόδοση από την Μαρία Παπαγεωργίου στο: https://www.youtube.com/watch?v=ZzMqGzUhqaQ

Απόσπασμα…..

Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;

Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφή ερημική;

Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.

Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκιά;,

που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,

θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,

από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.

Δεν είσαι συ για μαχητές, δεν είσαι συ για το σταυρό.

Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,

να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,

να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι

κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ

που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι…

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,

κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.

Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.

Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.

Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν…………

B. Επίσης, στη σημερινή ανάρτηση θα αναφερθώ ξανά στο βιβλίο της Dr Jen Gunter: The Menopause Manifesto / Το Μανιφέστο της Εμμηνόπαυσης. Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου φυσικά περιέχει πληροφορίες σχετικά με την υγεία και πώς να αποκτήσουμε μεγαλύτερη επίγνωση και γνώση, προκειμένου να διαχειριστούμε αυτήν την περίοδο της ζωής, αλλά και το πώς να ασχοληθούμε με την πρόληψη ασθενειών γενικότερα.  Δεν θα επικεντρωθώ στις ιατρικές πληροφορίες και τις διάφορες επιλογές που έχουν οι γυναίκες. Πρέπει κανείς να διαβάσει το βιβλίο για αυτό και στη συνέχεια να εξερευνήσει περαιτέρω  τα θέματα ενδιαφέροντος. Σε αυτήν την ανάρτηση θα εστιάσω σε κάποια σημεία από ορισμένα από τα κεφάλαια στα οποία δεν αναφέρθηκα στην προηγούμενη ανάρτηση.  Συνολικά, η Gunter τοποθετεί την εμπειρία των γυναικών σε συστημικές δομές και πλαίσια και ζητά μια πιο ολιστική και με σεβασμό προσέγγιση απέναντι στις γυναίκες στον τομέα της ιατρικής. Αναλύει πολλούς συγκλίνοντες παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν ή / και να αυξήσουν τον κίνδυνο προβλημάτων υγείας και πώς ορισμένοι από αυτούς τους παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν το φάσμα των επιλογών που έχουν οι γυναίκες. Επομένως, είναι πάντα σημαντικό να βλέπουμε τα ευρύτερα πλαίσια στα οποία προσπαθούμε να πλοηγηθούμε στη ζωή μας. Όπως είπε ο Rick Hanson στην ομιλία της περασμένης εβδομάδας (https://www.rickhanson.net/meditationtalkwhattodowhenyougettriggered/): «Είναι πραγματικά χρήσιμο να συνδέουμε το προσωπικό με το πολιτικό… πολλοί από τους παράγοντες που μας έχουν τραυματίσει ή μας στρεσάρουν στη ζωή μας και πολλοί από τους παράγοντες που κάνουν τη ζωή μας πιο δύσκολη… Πολλές, πολλές, πολλές από τις πηγές που μας κάνουν  να νιώθουμε άσχημα μέσα στα σπίτια μας πηγάζουν πραγματικά από την άλλη πλευρά της πόρτας μας. Είναι εκεί έξω στην κοινωνία,  στην ιστορία μας, την οικονομία, τον πολιτισμό μας… Ζούμε σε μια κοινωνία επιτάχυνσης που είναι επεμβατική…»

Η Gunter παρέχει πολλά παραδείγματα σε όλο το βιβλίο προκειμένου να υποστηρίξει τις θέσεις της. Για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι τα ποσοστά υστερεκτομής είναι υψηλότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες σε σύγκριση με άλλες βιομηχανικές χώρες. Συγκεκριμένα, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, το 54 τοις εκατό των προεμμηνοπαυσιακών Αμερικανών γυναικών που έκαναν υστερεκτομή για μη καρκινικούς λόγους υπέστησαν και την αφαίρεση των ωοθηκών τους έναντι 30 τοις εκατό των Αυστραλών και 12 τοις εκατό των Γερμανών γυναικών.  Γράφει: «Αυτό είναι φρικτό κι απαράδεκτο. Οι γυναίκες στην Αυστραλία και τη Γερμανία έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο όριο ζωής από τις Αμερικανίδες, επομένως το να διατηρούν τις ωοθήκες τους δεν τις εμποδίζει. Στην πραγματικότητα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι βοηθά. Το ακόμη χειρότερο είναι ότι στην Αμερική τα ποσοστά εμμηνοπαυσιακής χειρουργικής είναι υψηλότερα για τις Αφροαμερικανίδες…».  Εξηγεί ότι ενώ εν μέρει αυτές οι διαδικασίες οδηγούνται από κάποιους γυναικολόγους που συνιστούν χειρουργική επέμβαση έναντι ιατρικών θεραπειών κι ακόμη και ρατσισμού, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι Αμερικανίδες πρέπει να πληρώσουν πολύ περισσότερο για την ιατρική τους περίθαλψη σε σύγκριση με τις Βρετανίδες και Ευρωπαίες ομολόγους τους με τις οποίες συγκρίνονται συχνά σε μελέτες σχετικά με το ποσοστό υστερεκτομής….. Στο Ηνωμένο Βασίλειο κάθε θεραπεία που αναφέρεται σε αυτό το κεφάλαιο δεν έχει καμία επιβάρυνση για την τσέπη των γυναικών και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει καθολική υγειονομική περίθαλψη που καλύπτει μερικά ή όλα αυτά τα έξοδα».

Όσον αφορά τη σωματική δύναμη και τη φυσική κατάσταση των γυναικών, η Gunter μας προσκαλεί να σκεφτούμε την υπόθεση της γιαγιάς( the grandmother hypothesis).

The grandmother hypothesis / Η υπόθεση της γιαγιάς:

Με λίγα λόγια, στο βιβλίο της, The Social Instinct, η Nichola Raihani συζητά την εμμηνόπαυση από μια εξελικτική προοπτική για να απαντήσει σε ερωτήσεις όπως: Γιατί οι γυναίκες βιώνουν αυτή την απότομη, μη γραμμική μείωση της γονιμότητάς τους στα τέλη της δεκαετίας των τριάντα; Και γιατί τότε επιβιώνουμε / απομένουμε  ως αποστειρωμένα αγγεία, όταν φαίνεται ότι έχουμε γίνει αναπαραγωγικά αδιέξοδα; Γυρίζοντας πίσω στο χρόνο και μέσα από αυτό το πρίσμα, η Raihani ισχυρίζεται ότι συνειδητοποιούμε ότι η εμμηνόπαυση είναι το αποτέλεσμα μιας απαραίτητης εξελικτικής διαδικασίας. Αναφέρεται σε δεδομένα που δείχνουν ότι όταν μια γιαγιά αναπαρήγαγε μαζί με τη νύφη της, όλα τα παιδιά υπέφεραν και το κόστος ήταν βαρύ επειδή τα παιδιά είχαν λιγότερες από τις μισές πιθανότητες να επιβιώσουν μέχρι την ηλικία των δεκαπέντε, όταν υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ των θηλυκών αναπαραγωγής στις ομάδες της ευρύτερης οικογένειας. Γράφει ότι τα δεδομένα δείχνουν ότι η συν-αναπαραγωγή ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστη. Κι αυτό που ήταν πιο συνηθισμένο ήταν μια περίπτωση που μοιάζει με αλτρουισμό: τα μεγαλύτερης ηλικίας θηλυκά παραχωρούν (το δικαίωμα αυτό) στα νεότερα σε αυτές τις αναπαραγωγικές μάχες. Ρωτάει: Αλλά πώς θα μπορούσαν να ωφεληθούν οι γιαγιάδες με το να περιορίσουν την αναπαραγωγή τους και να επιτρέψουν στα νεότερα θηλυκά να αναπαραχθούν ανεμπόδιστα;  Γράφει: «Αυτός ο γρίφος μπορεί να λυθεί εξετάζοντας τους τρόπους με τους οποίους τα νεότερα και τα μεγαλύτερα θηλυκά συνδέονται μεταξύ τους με τους απογόνους τους. Η πεθερά έχει γενετικό ενδιαφέρον για κάθε παιδί που παράγει η γυναίκα του γιου της….. Τα οφέλη που προσφέρουν οι γιαγιάδες είναι καλά τεκμηριωμένα και μπορούν να παρέχουν την επιλεκτική ώθηση που απαιτείται για να ευνοηθεί η αυξημένη διάρκεια ζωής μετά την αναπαραγωγή. Από τις στάχτες μιας εξελικτικής σύγκρουσης ανυψώνονται οι γιαγιάδες. Όταν το μόνο που έχουμε είναι τα αρχεία γεννήσεων, θανάτων και γάμων, είναι πολύ δύσκολο να συμπεράνουμε πώς ακριβώς οι γιαγιάδες βοήθησαν τα εγγόνια τους να επιβιώσουν. Είναι πιθανό ότι αυτές οι αρχαίες γιαγιάδες λειτουργούσαν ως αποθήκες γνώσης, μεταδίδοντας ζωτικής σημασίας πληροφορίες για τα πάντα, από τον θηλασμό μέχρι την αντιμετώπιση των ασθενειών των βρεφών… Έχει επίσης αποδειχθεί ότι η αυξημένη απόσταση μεταξύ των μητέρων και των θυγατέρων τους αντιστοιχούσε με μειωμένη επιβίωση των απογόνων της κόρης. ”

Φαίνεται λοιπόν ότι η διαδικασία της γήρανσης – δεν είναι απλώς ένα βιολογικό αναπόφευκτο, αλλά κάτι που μπορεί να βρίσκεται υπό τον έλεγχο της φυσικής επιλογής. Η Gunter γράφει ότι ιστορικά, οι γιαγιάδες ήταν χρήσιμες επειδή ήταν σωματικά δραστήριες συγκεντρώνοντας φαγητό και βοηθούσαν στη φροντίδα των εγγονιών. Αναφέρεται σε μια μελέτη μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών της φυλής Hadza, η οποία αποκάλυψε ότι περνούσαν σχεδόν 37 ώρες την εβδομάδα αναζητώντας τροφή (μέτρια άσκηση σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας), επομένως η σωματική δραστηριότητα όχι μόνο επέτρεπε στις γιαγιάδες να συνεισφέρουν, αλλά και τις βοηθούσε να παραμείνουν υγιείς ώστε να συνεχίσουν να συνεισφέρουν». Η Gunter μας προσκαλεί να αναλογιστούμε τις εικόνες των γυναικών που παρουσιάζει συχνά η σύγχρονη κοινωνία καθώς μεγαλώνουμε. «Εύθραυστη, ευαίσθητη, στέκεται στο περιθώριο και ζητωκραυγάζει, και παρόλα αυτά η ανθρωπότητα εξαρτάται από σωματικά δυνατές γιαγιάδες».

Σε σχέση με τις αλλαγές που συμβαίνουν συχνά που έχουν σχέση με την δύναμη, το μέγεθος και το σχήμα, η Gunter γράφει ότι μία από τις φυσικές αλλαγές της γήρανσης είναι η απώλεια μυϊκής μάζας, η οποία στην πραγματικότητα ξεκινά στα τριάντα μας με κάποια ατομική παραλλαγή και αυτή η προοδευτική απώλεια μυϊκής μάζας σχετίζεται με την επιβράδυνση του μεταβολισμού με την ηλικία ή την αντίσταση στην ινσουλίνη, η οποία αναγκάζει το σώμα να παράγει περισσότερη ινσουλίνη για να την αντισταθμίσει, με αυξημένη πείνα και πιθανή αύξηση βάρους, που αθροιστικά μπορεί να οδηγήσει σε κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2 στις γυναίκες. Άλλες σχετικές ανησυχίες είναι οι περιορισμοί στην κίνηση. Η διάγνωση είναι σαρκοπενία και οι γυναίκες την αναπτύσσουν νωρίτερα από τους άνδρες και συχνά υποφέρουν περισσότερο επειδή οι γυναίκες αρχίζουν γενικά με λιγότερη μυϊκή μάζα, έχουν επιταχυνόμενη απώλεια μυών κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση και επίσης ζουν περισσότερο από τους άνδρες. Προτείνεται ότι ο καλύτερος τρόπος για να επιβραδυνθεί η μείωση της μυϊκής μάζας, ακόμη και να αντιστραφεί μέρος της απώλειας, είναι μέσω της σωματικής δραστηριότητας. Μέσα από τη δική της ιστορία, η Gunter μιλάει για το πώς πολλές γυναίκες είχαν φρικτές εμπειρίες σχετικά με την άσκηση ως παιδιά στο σχολείο, που συχνά μπορεί να έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα σε σχέση με το πώς βλέπουν την άσκηση, αλλά η άσκηση καθώς μεγαλώνει κάποιος γίνεται ακόμη πιο σημαντική.

Το όγδοο κεφάλαιο ξεκινά με τη φράση: «Μία γυναίκα πεθαίνει κάθε πέντε λεπτά από καρδιαγγειακή νόσο (CVD). Η Gunter γράφει: «Είναι πολύ σημαντικό οι γυναίκες και οι πάροχοι τους να επεκτείνουν την αντίληψή τους για την εμμηνόπαυση πέρα ​​από τα συμπτώματα που τραβούν τη μεγαλύτερη προσοχή στα μέσα ενημέρωσης και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως εξάψεις, αλλαγές διάθεσης, ,…», ισχυρίζεται ότι υπάρχουν τραγικές διαφορές μεταξύ της διαχείρισης της καρδιαγγειακής νόσου στις γυναίκες έναντι των ανδρών και ότι το 42 τοις εκατό των γυναικών πεθαίνουν μέσα σε ένα χρόνο μετά από καρδιακή προσβολή έναντι του 24 τοις εκατό των ανδρών. Επίσης, οι γυναίκες κάτω των 55 ετών που παθαίνουν έμφραγμα ενώ βρίσκονται στο νοσοκομείο έχουν δύο έως τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να πεθάνουν σε σύγκριση με τους άνδρες της ίδιας ηλικίας. Προσθέτει ότι αν και μέρος αυτής της διαφοράς μπορεί να οφείλεται στη βιολογία των καρδιακών παθήσεων στις γυναίκες, συχνά είναι θάνατος από μισογυνισμό, είτε επειδή οι μελέτες έχουν αποκλείσει γυναίκες, οπότε όταν οι γυναίκες λαμβάνουν αυτό που αναφέρεται ως η «καλύτερη θεραπεία» αυτό που πραγματικά λαμβάνουν είναι την καλύτερη θεραπεία για τους άνδρες ή λόγω της λανθασμένης πεποίθησης ότι οι γυναίκες — ειδικά οι νεαρές γυναίκες — δεν αναπτύσσουν καρδιαγγειακή νόσο. Άλλοι λόγοι είναι το γεγονός ότι οι γυναίκες λαμβάνουν λιγότερες συμβουλές σχετικά με τις καρδιακές παθήσεις ή το γεγονός ότι είναι λιγότερο πιθανό να συνταγογραφηθούν φάρμακα στις γυναίκες για τη μείωση της χοληστερόλης που μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού. Προσθέτει ότι για τις μαύρες γυναίκες οι πιθανότητες να λάβουν φάρμακα είναι πολύ λιγότερες. Σημειώνει ότι οι γυναίκες συχνά αντιμετωπίζουν τα συμπτώματά τους ως άγχος ή εξάψεις, καθώς υπάρχει σημαντική ομοιότητα μεταξύ των συμπτωμάτων άγχους, εξάψεων και καρδιακής προσβολής και χρειάζεται ένας αφοσιωμένος επαγγελματίας υγείας για να βεβαιωθεί ότι λαμβάνονται υπόψη και τα τρία. Κι όχι μόνο τα δύο που δεν είναι μοιραία. Μιλάει για συστημικό gaslighting όταν πρόκειται για την υγεία των γυναικών.

Στο κεφάλαιο για τα αγγειοκινητικά συμπτώματα και τις παραλλαγές που βρίσκονται σε διαφορετικούς πολιτισμούς  η Gunter γράφει ότι είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποίο οι πολιτισμικοί παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν αυτό που κάποιες γυναίκες είναι πρόθυμες να αναφέρουν ή και το πως αισθάνονται, και να διακρίνουμε εάν οι γυναίκες σε ορισμένους πολιτισμούς ή χώρες έχουν πραγματικά λιγότερα αγγειοκινητικά συμπτώματα, ή έχουν μεν τα συμπτώματα αλλά δεν ενοχλούνται από αυτά, ή έχουν εξάψεις και νυχτερινές εφιδρώσεις και υπάρχουν πολιτισμικά εμπόδια στην αναφορά αυτών των εμπειριών ακόμη και σε μια ιατρική μελέτη. Συμπεραίνει ότι χωρίς αντικειμενική παρακολούθηση των συμπτωμάτων, μελέτες που αναφέρουν διαφορετικά ποσοστά εξάψεων ανά πολιτισμό ή εθνικότητα μπορεί να οδηγήσουν σε υποαναφορά για ορισμένες ομάδες. Μας εφιστά την προσοχή επίσης στο ότι τα τυπικά συμπτώματα που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση μπορεί να οφείλονται σε άλλες αιτίες. Για παράδειγμα, οι γυναίκες μπορούν να έχουν δύο ιατρικά συμβάντα που έχουν συγκλίνει ταυτόχρονα, και επομένως, μια βαθύτερη εξερεύνηση και γνώση επιτρέπει στις γυναίκες να κάνουν ενημερωμένες επιλογές. Επίσης συζητά την  ομαλοποίηση των «τυπικών» συμπτωμάτων. Ένα παράδειγμα που χρησιμοποιεί είναι θέματα υγείας της ουροδόχου κύστης. Ισχυρίζεται ότι, παρόλο που είναι τυπικό για τις γυναίκες να εμφανίζουν παθήσεις της ουροδόχου κύστης τόσο με την εμμηνόπαυση όσο και με την ηλικία, δεν είναι φυσιολογικό, κι ότι υπάρχει ένας ωκεανός διαφοράς μεταξύ αυτών των δύο λέξεων. Γράφει: «Τυπικό σημαίνει ότι δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι συμβαίνει μια ιατρική κατάσταση, αλλά δεν σημαίνει ότι η κατάσταση είναι ασφαλής ή μη προβληματική ή πρέπει να γίνει ανεκτή. Αντίθετα, το φυσιολογικό ακούγεται σαν να είναι κάτι που πρέπει να είναι ανεκτό».

Η Gunter συζητά επίσης την ανάγκη ευαισθητοποίησης σχετικά με τη σημασία της οστεοπόρωσης και τις καταστροφικές επιπτώσεις της σε πολλές γυναίκες, τη διαδικασία προσυμπτωματικού ελέγχου και την πρόληψη των καταγμάτων. Παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις επιλογές προσυμπτωματικού ελέγχου, τα πράγματα που πρέπει να κάνουμε και τις επιλογές φαρμάκων, καθώς κι αναφορές σε μελέτες και κινδύνους. Γράφει: «Αισθάνομαι σαν να υπάρχει μια πολιτισμική αποδοχή της οστεοπόρωσης, η οποία είναι τραγική και με γεμίζει οργή. Ίσως η κοινωνία απλώς περιμένει από τις γυναίκες να γίνουν αδύναμες, οπότε γιατί να ανησυχεί κανείς για κάτι που είναι «φυσιολογικό»; Ίσως οι ανάγκες των γυναικών καθώς μεγαλώνουν να είναι άσχετες….. Υπάρχει επίσης μια εσφαλμένη πεποίθηση μεταξύ ορισμένων ότι η πρόληψη είναι αναποτελεσματική ή ότι τα φάρμακα για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης είναι πολύ επικίνδυνα. …… Και τέλος, ποιος θέλει να μιλήσει για μια ασθένεια που συνδέουμε με γριές και μικρές ηλικιωμένες κυρίες; Ακόμα κι αν οι γυναίκες έχουν ανησυχίες ή έχουν επίγνωση των κινδύνων τους, μπορεί να μην αισθάνονται ότι έχει δημιουργηθεί χώρος για συζήτηση. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, οι γυναίκες είναι αυτές που υποφέρουν».

Τέλος, σε όλο το βιβλίο η Gunter επιχειρεί να καταρρίψει μύθους γύρω από σχετικά ζητήματα και θεραπείες κι επισημαίνει ότι συχνά υπάρχουν ισχυρισμοί για ορισμένα προϊόντα χωρίς ουσιαστικά ερευνητικά δεδομένα που να υποστηρίζουν αυτούς τους ισχυρισμούς. Αυτά ήταν ενδιαφέροντα κομμάτια, καθώς υπάρχουν πολλές αντικρουόμενες πληροφορίες. Ένα παράδειγμα είναι ο ισχυρισμός ότι διάφορες τροφές ή δίαιτες μπορούν να παρέχουν διορθώσεις ορμονών, θεραπείες κι επαναφορά σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση. Η Gunter πιστεύει ότι η τροφή δεν αλλάζει τα επίπεδα των ορμονών με τον τρόπο του «τρώμε αυτή την τροφή – αλλάζουμε αυτή την ορμόνη», γιατί αν τα φυτά περιείχαν ορμόνες που θα μπορούσαν να αφομοιωθούν και να χρησιμοποιηθούν από τον άνθρωπο, τότε θα το ξέραμε ήδη γιατί αυτές οι τροφές δεν θα βελτίωναν τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, θα προκαλούσαν επίσης πρόωρη εφηβεία, ακανόνιστους εμμηνορροϊκούς κύκλους, στειρότητα, ανάπτυξη στήθους στους άνδρες και οι χορτοφάγοι και οι vegan θα αντιμετώπιζαν περισσότερα από αυτά τα ζητήματα υγείας. Γράφει: «Αλλά αυτό δεν ισχύει. Οι άνθρωποι δεν λαμβάνουν ορμόνες από τα φυτά και δεν είμαστε σε θέση να μετατρέψουμε τις φυτικές ενώσεις σε ορμόνες. Παράγουμε όλα μας τα οιστρογόνα, την τεστοστερόνη και την προγεστερόνη από τη χοληστερόλη. Αυτή είναι μια πολύπλοκη διαδικασία πολλαπλών σταδίων…»

Συνολικά, σε αυτό το βιβλίο η Gunter μας δίνει πολλές ιατρικές πληροφορίες, πλεονεκτήματα, μειονεκτήματα και παράγοντες κινδύνου φαρμάκων και ιατρικών παρεμβάσεων, αλλά κυρίως εγείρει πολλά ερωτήματα για να μας κάνει να σκεφτούμε περίπλοκα ζητήματα που θα συμβάλουν σε πιο ενημερωμένες και συνειδητές επιλογές. Προς το τέλος του βιβλίου γράφει ότι ελπίζει ότι το βιβλίο θα βοηθήσει τους ανθρώπους να δουν την ευρύτερη εικόνα της εμμηνόπαυσης, προκειμένου να επαναπροσδιορίσουν την εμπειρία και να εξετάσουν τρόπους βελτιστοποίησης της υγείας κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης. Αυτό λέει ότι μπορεί να συμβεί μόνο με ακριβείς πληροφορίες και χωρίς την προκατάληψη της πατριαρχίας. Τέλος, αφιερώνει ένα κεφάλαιο στον δικό της Αναπαραγωγικό Απολογισμό. Θα τελειώσω με ένα σύντομο απόσπασμα από αυτό το κεφάλαιο: «Η πηγή της οργής μου ήταν αυτός ο αναπαραγωγικός απολογισμός. Η συνειδητοποίηση ότι η εμμηνόπαυση ήταν απλώς ένας ακόμη τρόπος που το βάρος της διαιώνισης του είδους βαραίνει άνισα τις γυναίκες κι ένας ακόμη τρόπος με τον οποίο η βιολογία μας οπλίζεται εναντίον μας. Είναι το απόλυτο gaslighting γιατί είναι αυτή η βιολογία – από την εφηβεία μέχρι τον τάφο – που κυριολεκτικά γέννησε την ανθρωπότητα όπως την ξέρουμε».